Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013


ΣΕ ΙΣΟΒΙΑ ΑΡΓΙΑ ΕΥΡΙΣΚΟΝΤΑΙ

ΟΙ ΒΟΗΘΟΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ

 

 

« Μηδένα απολελυμένως (= χωρίς ποίμνιο )

Χειροτονείσθαι… Τους δε απολύτως χειροτονουμένους, ώρισεν

η αγία Σύνοδος, άκυρον έχειν την τοιαύτην

Χειροθεσίαν, και μηδαμού δύνασθαι ενεργείν, εφ’ ύβρει

του χειροτονήσαντος», ( Καν. 6ος Δ΄ Οικ. Συν.)

 

 

Τα αξιώματα της Εκκλησίας είναι τρία (3), ήτοι, του Επισκόπου, του Πρεσβυτέρου και του Διακόνου. Επειδή όμως για τον Επίσκοπο ήτο απαγορευμένο να τοποθετείται «εν ευτελεί και σμικρά κώμη», λόγω του υψηλού αξιώματός του, και εκ τούτου εδημιουργούντο Επισκοπικά κενά διαποίμανσης στις δυσπρόσιτες αυτές αγροτικές περιοχές, οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, για την κάλυψη αυτών των Επισκοπικών κενών εδημιούργησαν τον αναγκαστικό βαθμό (= θεσμό) του Χωρεπισκόπου, ο οποίος, όμως, ήδη από την εποχή  των μεγάλων Βυζαντινών Κανονολόγων είχε απρακτήσει, ( 11ος – 12ος αιώνας ), «… επεί δε ο των χωρεπισκόπων βαθμός παντελώς ηπράκτησεν, ουδέ και ημείς ματαιοπονήσαι ηθελήσαμεν. » (Σχόλια Ζωναρά, στον 13ο Καν. Αγκύρας).

 

          Το τι ακριβώς δικαιώματα είχε ο θεσμός αυτός των χωρεπισκόπων, μας το λέει ο Βυζαντηνός Κανονολόγος Αριστηνός, και μάλιστα τους συγκρίνει, περίπου, με τους σημερινούς Αρχιερατικούς Επιτρόπους: «χωρεπίσκοποι δε εισιν, οι σήμερον εν τισι κώμαις και χώραις Πρωτοπαπάδες λεγόμενοι», ( Σχόλια στον 13ο Καν. Αγκύρας ), Περί του θεσμού των Χωρεπισκόπων θα αναφερθούμε εκτενέστερα στην συνέχεια.

 

ΠΕΡΕΤΑΙΡΩ.

 

1.-) Κατά τους Θείους και Ιερούς Κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, ένας Επίσκοπος υπάρχει σε κάθε Επισκοπική περιφέρεια, «… ίνα μη εν τη πόλει (= Επισκοπή επαρχία ) δύο επίσκοποι ώσιν» ( Καν. 8ος Α΄ Οικ. Συν. Καν. 41ος & 58ος Αγ. Αποστόλων, κ.π.α). Επομένως οι Θεοί και Ιεροί Κανόνες απαγορεύουν, ρητά και κατηγορηματικά, την ύπαρξη δύο Επισκόπων στην ίδια Επισκοπική Περιφέρεια.

 

2.-) Στην αρχαία Εκκλησία εδημιουργείτο, ως ελέχθη ανωτέρω, πρόβλημα διαποίμανσης των δυσπρόσιτων περιοχών σε Επισκοπικά διαμερίσματα, και οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας εδημιούργησαν τον βαθμό ( = θεσμό) του Χωρεπισκόπου για τις θρησκευτικές ανάγκες αυτών των δυσπρόσιτων περιοχών. Εκεί, ο οικείος Επίσκοπος, χειροθετούσε εγγάμους χαρισματούχους Πρεσβυτέρους με αυστηρώς περιορισμένη δικαιοδοσία, και εξυπηρετούσαν, εξ’ ονόματός του, τις δυσπρόσιτες αυτές αγροτικές Επισκοπικές περιοχές, « τούτω δε μόνον, φάσι τετίμηνται, τω τα Θεία δώρα προσφέρειν, δια το σπουδάιως τοις πένησι διανέμειν, τα εις το Κυριακόν συναγόμενα », (Σχόλια Ματθ. Βλάσταρη, στον 14ο Καν. Νεοκαισαρείας, «Στοιχείον Ε΄ Κεφ. ΛΑ΄ «Περί Χωρεπισκόπων»).

 

Δηλαδή μέσα στα υποχρεωτικά ποιμαντικά καθήκοντα του Επισκόπου και του Πρεσβυτέρου είναι η συνεχής μέριμνά τους για τους ενδεείς, της Επαρχίας του, για τον Επίσκοπο, και της Ενορίας του για τον Πρεσβύτερο, γιατί πάντοτε, σε όλες τις κοινωνικές καταστάσεις υπάρχουν οι ενδεείς ( = φτωχοί).

 

Ο έγγαμος λοιπόν αυτός χαρισματούχος Πρεσβύτερος έφερε « ψιλόν μόνον το όνομα, κενόν πραγμάτων » (ΠΗΔΑΛΙΟΝ, παραπομπές, στις σελ. 134 – 135 ), και διοικούσε με συγκεκριμένη άδεια του οικείου Επισκόπου. Έτσι λοιπόν, δημιουργήθηκε ο βαθμός ( =θεσμός - τύπος ) του Χωρεπισκόπου, ( Καν. 8ος & 10ος Αντιοχείας, κ.α.).

 

4.-) Σήμερα όμως εξέλιπαν αυτές οι δυσκολίες . Δεν υπάρχουν πλέον δυσπρόσιτες αγροτικές περιοχές στην επαρχία του Επισκόπου, ώστε να τον δυσκολεύουν στα ποιμαντικά του καθήκοντα, και δύναται να επισκεφθεί, ανά πάση ώρα και στιγμή, και σε καθημερινή βάση, οποιαδήποτε περιοχή της Επαρχίας του που επιθυμεί. Εν τούτοις, « εν ονόματι » του ανύπαρκτου πλέον θεσμού του χωρεπισκόπου, χειροτονούνται Ιερομόναχοι, και τοποθετούνται μάλιστα σε μεγαλουπόλεις,  με το κακόγουστο και ανύπαρκτο ψευδεπίγραφο του « βοηθού επισκόπου », και με το λίαν δυσάρεστο αποτέλεσμα, όχι μόνον να καταπατούνται βάναυσα οι απαρασάλευτοι Θείοι και Ιεροί Κανόνες, αλλά και να ευτελίζεται το ανώτατο Αξίωμα της Εκκλησίας, του Επισκόπου.

 

 

5.-) Σήμερα αυτό το ανώτατο αξίωμα του Επισκόπου ευτελίζεται, όταν πέραν του Κανονικού οικείου Επισκόπου της Επισκοπής υπάρχει και ένας βοηθός επίσκοπος ή και δύο ακόμη , όπως τούτο ζητείται « γυμνή τη κεφαλή ». Βέβαια ο Επίσκοπος έχει ανάγκη από βοηθούς στο έργο του, στο έργο του Ευαγγελίου, και η Εκκλησία του δίνει όσους απαιτεί η Περιφέρειά του και πάρα πάνω ακόμη, και αυτοί δεν είναι άλλοι παρά το  « Τίμιον Πρεσβυτέριον, με πρώτους τους Πρωτοπαπάδες, και τους Δευτεροπαπάδες » (Ευώνυμος χορός Οφφικίων ), της Επισκοπής του. Απόδειξη τούτου αποτελεί η τάξη της Εκκλησίας μας, όταν στα Μυστήρια της Εκκλησίας και τις διάφορες Αγιαστικές Ακολουθίες ακούμε τον Διάκονο, και εν απουσία τούτου, τον Ιερέα να ψάλλει, « Υπέρ του Αρχιεπισκόπου ημών (δήνα) ». Γιατί άραγε αποκαλείται αρχιεπίσκοπος ο οικείος Επίσκοπος; Διότι ο κάθε Πρεσβύτερος είναι και αυτός επίσκοπος στην Ενορία του, και ο οικείος Επίσκοπος είναι η αρχή αυτών των μικροεπισκόπων, δηλαδή αρχιεπίσκοπος – Αρχιερέας.   Αλλά πέραν τούτου, ο θεσμός του χωρεπισκόπου εφαρμόζεται και σήμερα σε κάθε Επισκοπή, με τους κατά περιφέρεια Αρχιερατικούς Επιτρόπους, το Γενικό Αρχιερατικό Επίτροπο, και τους Περιοδευτάς χαρισματούχους Πρεσβυτέρους, ( Σχόλια Αριστηνού στον Καν. 13ο Αγκύρας – 57ος Λαοδικείας ).

 

6.-) Οι φερόμενοι σήμερα με το ψευδεπίγραφο « βοηθοί επίσκοποι » δεν έχουν καμίαν απολύτως Κανονική και εκκλησιαστική κατοχύρωση. Είναι ανύπαρκτοι, ούτε και καμίαν απολύτως σχέση έχουν με τον πάλαι ποτέ θεσμό του χωρεπισκόπου της αρχαίας Εκκλησίας. Φέρονται ως επίσκοποι χωρίς ποίμνιο, κάτι που απαγορεύουν ρητά και κατηγορηματικά οι Θείοι και Ιεροί Κανόνες, διότι τέτοια φάρα επισκόπων δεν υπάρχει, γιατί: α.-) Έχουν « Απολελυμένη χειροτονία και ανενεργό Ιερωσύνη εφ’ όρους ζωής εφ’ υβρει του χειροτονήσαντος » (Καν. 6ος Δ’ Οικ. Συν. ), και β.-) Υπάρχουν πολλοί επίσκοποι στην ίδια Επισκοπή, όπερ λίαν απαράδεκτο από Κανονικής επόψεως,  « ίνα μη εν τη πόλει δύο επίσκοποι ώσιν »  (Καν. 8ος Α’ Οικ. Συν. – Επιστολή Γ’ Οικ. Συνόδου)

 

7.-)  Εδώ, προσέτι, με την περίπτωση του φερόμενου ως βοηθού επισκόπου,  « ... πάσης ξεροκαμπίας », πρόκειται και για μία ακόμη βάρβαρη φαλκίδευση ενός  ακόμη Κανονικού δικαιώματος του  κοσμικού  έγγαμου  Πρεσβυτερίου, που ετσιθελικά  αφαιρείται, ήτοι,  των δικαιωμάτων  του  πάλαι ποτέ χωρεπισκόπου,  διότι « χωρεπίσκοποι εισίν, οι σήμερον έν τισι κώμαις και χώραις Πρωτοπαπάδες λεγόμενοι »  ( Σχόλια Αριστηνού στον 13ο Καν. Αγκύρας ).

 

Πρόκειται λοιπόν για μια εισέτι φαλκίδευση ενός Κανονικού δικαιώματος του έγγαμου κοσμικού Τιμίου Πρεσβυτερίου, το οποίον γίνεται βορά των ασύδοτων δραπετών εκ των Μονών τους Ιερομοναχών, που εισέβαλλαν με βουλιμία στο κόσμο και τον έχουν κατακτήσει, συσσωρεύοντας συγχρόνως σοβαρά προβλήματα στην Εκκλησία του Χριστού, και μέγα σκανδαλισμό στον πιστό λαό του Θεού, και θα συσσωρεύουν, δυστυχώς, ακόμη περισσότερα, αν δεν τηρηθούν οι αυστηρές εκείνες διατάξεις των Θείων και Ιερών Κανόνων, και δεν εφαρμοστούν τα Κανονικά εκείνα μέτρα, ώστε να επιστρέψουν οι Ιερομάναχοι στους τόπους της Μετανοίας τους, στις Μονές τους.

 

8.-) Περιμένουμε, και το οφείλει τούτο το σώμα των Επισκόπων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, με Ορθόδοξη Θεολογική σοβαρότητα και Εκκλησιολογική περίσκεψη, να προσεγγίσει σωστά το θέμα των Ιερομονάχων στον κόσμο, και το όλον θέμα του ανύπαρκτου Κανονικά τύπου του βοηθού επισκόπου σε σύγκριση πάντα με τον θεσμό του Κανονικού Θεσμού του Χωρεπισκόπου. Και έτσι κάθε φορά που θα παρίσταται εκκλησιαστική ανάγκη διοικητικής διάρθρωσης, να ακολουθείται πιστά ο σήμερον ήδη εφαρμοζόμενος Κανονικός θεσμός του « ΧΩΡΕΠΙΣΚΟΠΟΥ » ήτοι, των Αρχιερατικών Επιτρόπων, του Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου, και των Περιοδευτών χαρισματούχων Πρεσβυτέρων , πράξη που εκφράζει σήμερα και την επιθυμία των Οικουμενικών     αγίων   Πατέρων της Εκκλησίας μας,  « Χωρεπίσκοποι δε εισιν, οι σήμερον εν τισι κώμαις και χώραις Πρωτοπαπάδες λεγομένοι  »,  (ένθ’ αν.).

 

9.-) Οι ψευδοβοηθοί επίσκοποι δεν έχουν ποσώς Κανονική στήριξη και συνεπώς είναι εντελώς ανύπαρκτοι από έποψη Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας. Τα αξιώματα της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι τρία ( 3 ) και όχι τέσσερα ( 4 ), όπως τούτο συμβαίνει στην παναίρεση του Ρωμαιο/Καθολικισμού,  του Πάπα.

 

Επομένως , οι εκλεγόμενοι και, ως μη όφειλε, λαμπρώς χειροτονούμενοι ως βοηθοί επίσκοποι έχουν « απολελυμένη χειροτονία  (= χωρίς ποίμνιο), και ως εκ τούτου δεν έχουν ενεργό Ιερωσύνη. Ευρίσκονται σε εφ’ όρους ζωής ΑΡΓΙΑ, μη δυνάμενοι να τελέσουν τα μυστήρια της Εκκλησίας, και οποιαδήποτε άλλη Ιερατική πράξη, και ό,τιδήποτε θα αποτολμήσουν να πράξουν, είναι ΑΚΥΡΟ, κατά τους Θείους και Ιερούς Κανόνες, γιατί τα τρία αυτά αξιώματα της Εκκλησίας εκλέγονται και χειροτονούνται ΩΡΙΣΜΕΝΟΣ – ΕΙΔΙΚΩΣ:  « Μηδένα απολελυμένως χειροτονήσθαι, μήτε πρεσβύτερον, μήτε διάκονον, μήτε όλως τινά των εν τω εκκλησιαστικώ τάγματι, ει μη ειδικώς εν εκκλησία πόλεως, ή κώμης, ή μαρτυρίω, ή μοναστηρίω, ο χειροτονούμενος επικηρύττοιτο. Τους δε απολύτως χειροτονουμένους, ώρισεν η αγία σύνοδος, άκυρον έχειν την τοιαύτην χειροθεσίαν, και μηδαμού δύνασθαι ενεργείν, εφ’ ύβρει του χειροτονήσαντος  » ( Καν. 6ος Δ’ Οικ. Συν. ).

 

Επί των όσων, ακροθιγώς πως, αναφέρθηκαν, « τις αγορεύειν βούλεται;  ». Η στήλη της Εφημερίδος είναι στην διάθεσή τους. Οψόμεθα …

 

 

Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Ορθόδοξος Θεολόγος – Εκκλ/κός Συνήγορος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: