Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 31-01-2010, δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου, η παραβολή του Ασώτου Υιού.

Ευαγγελιστής Λουκάς, κεφάλαιο ιε στίχοι: 11-32

Κείμενο:


Είπε δε· άνθρωπος τις είχε δύο υιούς, και είπεν ο νεώτερος αυτών τω πατρί· πάτερ, δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας, και διείλεν αυτοίς τον βίον. και μετ΄ ου πολλάς ημέρας συναγαγών άπαντα ο νεώτερος υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν, και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού ζων ασώτως. δαπανήσαντος δε αυτού πάντα εγένετο λιμός ισχυρός κατά την χώραν εκείνην, και αυτός ήρξατο υστερείσθαι. και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης, και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους. και επεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν αυτού από των κερατίων ων ήσθιον οι χοίροι, και ουδείς εδίδου αυτώ. εις εαυτόν δε ελθών είπε· πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλλυμαι! αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου· ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου· ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου. και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού. έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη, και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν. είπε δε αυτώ ο υιός· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού· εξενέγκατε την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτύλιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας, και ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε, και φαγόντες ευφρανθώμεν, ότι ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη, και ήρξαντο ευφραίνεσθαι. Ην δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ· και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία, ήκουσε συμφωνίας και χορών, και προσκαλεσάμενος ένα των παίδων επυνθάνετο τι είη ταύτα. ο δε είπεν αυτώ ότι ο αδελφός σου ήκει και έθυσεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, ότι υγιαίνοντα αυτόν απέλαβεν, ωργίσθη δε και ουκ ήθελεν εισελθείν. ο ουν πατήρ αυτού εξελθών παρεκάλει αυτόν. ο δε αποκριθείς είπε τω πατρί· ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον, και εμοί ουδέποτε έδωκας έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ· ότε δε ο υιός σου ούτος ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν. ο δε είπεν αυτώ· τέκνον, συ πάντοτε μετ΄ εμού ει, και πάντα τα εμά σα εστίν· ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη.


Μετάφραση:


Τους είπε επίσης ο Ιησούς: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος απ΄ αυτούς είπε στον πατέρα του: «πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί»· κι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Ύστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιός τα μάζεψε όλα και έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. Όταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε λοιπόν κι έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. Έφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: «πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ΄ εσένα· δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιος σου· κάνε με σαν έναν από τους εργάτες σου.» Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του. Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιος του, του είπε: «πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ΄ εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου». Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: «βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε». Έτσι άρχισαν να ευφραίνονται. Ο μεγαλύτερος γιος του βρισκόταν στο χωράφι· και καθώς ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε μουσικές και χορούς. Φώναξε, λοιπόν, έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Εκείνος του είπε: «γύρισε ο αδελφός σου, κι ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός». Αυτός τότε θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα. Ο πατέρας του βγήκε και τον παρακαλούσε, εκείνος όμως του αποκρίθηκε: «εγώ τόσα χρόνια σού δουλεύω, και ποτέ δεν παράκουσα καμιά εντολή σου· κι όμως σ΄ εμένα δεν έδωσε ποτέ ένα κατσίκι για να ευφρανθώ με τους φίλους μου. Όταν όμως ήρθε αυτός ο γιος σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό μοσχάρι». Κι ο πατέρας του, του απάντησε: «παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι ό,τι είναι δικό μου είναι και δικό σου. Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδελφός σου αυτός ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε».


Σχόλια:


ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

«Και συναγαγών άπαντα ο νεώτερος
υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν....»

ΑΝΕΚΑΘΕΝ ΤΟ άγνωστο ελκύει τον άνθρωπο. εξάπτει την φαντασία του. Φλογίζει την περιέργεια του. Αιχμαλωτίζει την καρδιά του. Γι’ αυτό και συχνά αποδημεί και σε μακρινά μέρη. Ξενιτεύεται σ’ άγνωστες χώρες αναζητώντας εκεί τη χαρά και την ευτυχία. Στην εποχή μας μάλιστα, αυτή η τάση φυγής βασανίζει ένα πλήθος ανθρώπων. Νοσταλγός της ευτυχίας, αχόρταγος κυνηγός της χαράς, ο σημερινός άνθρωπος αποδημεί συνεχώς σε μέρη άγνωστα, κυνηγώντας στην ονειρεμένη μακρινή χώρα το άπιαστο πουλί της ευτυχίας.
Σε μια τέτοια αποδημία αναφέρεται ο Κύριος στη σημερινή παραβολή. Την παραβολή του Ασώτου. Είναι μια ζωντανή ιστορία ενός αποδημητού. Η περιπέτεια ενός νέου ανθρώπου που εγκαταλείπει το πατρικό σπίτι και φεύγει. Αναχωρεί για τη μακρινή χώρα. Πιστεύοντας πως έτσι θ’ αποκτούσε την πλήρη ελευθερία του. Αναζητώντας το μεθυστικό κρασί της ευτυχίας. Κι εκεί διασκορπίζεται το μερίδιο της πατρικής περιουσίας που έλαβε, «ζων ασώτως». Και φτάνει στον έσχατο ξεπεσμό.
Κάποτε όμως συνέρχεται, συγκλονίζεται και μετανοεί. Και αποφασίζει να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι. Έτσι από τον ξεπεσμό θα φτάσει στην αποκατάσταση. Από την αθλιότητα της μακρινής χώρας στην ειρήνη και την χαρά του πατρικού οίκου. Από τον πόνο και την μοναξιά, που τον πότισε η αλόγιστη περιπέτεια του, στην αγάπη του πατέρα που όλα αυτά τα χρόνια της αποδημίας τον περίμενε με αγωνία, και τώρα που επιστρέφει τον δέχεται πρόθυμα στην αγκαλιά του.

Η χώρα της αποδημίας

Ο ΔΡΟΜΟΣ που ακολούθησε ο νεώτερος υιός δεν είναι άγνωστος και στην εποχή μας. Η απομάκρυνση και η περιπέτεια σε κάποια άγνωστη μακρινή χώρα εξακολουθεί να είναι και σήμερα ο μεγάλος πειρασμός του ανθρώπου. Στο όνομα τάχα της ελευθερίας ή της αναζητήσεως της ευτυχίας, πολλοί από τους σημερινούς ανθρώπους αρνούνται το Θεό. Εγκαταλείπουν την παράταξη του Ιησού. Απομακρύνονται από τον Πατρικό Οίκο, την Εκκλησία, και ξενητεύονται «εις χώραν μακράν». Ποιά είναι άραγε η μακρινή αυτή χώρα για την εποχή μας;
* Πρώτον, η αμφισβήτηση. Πολλοί αμφισβητούμε σήμερα τα πάντα. Αμφιβάλλουμε για όλα. Πολεμούμε θεσμούς. Αρνούμαστε κάθε είδους αυθεντία. Στο κέντρο της αμφισβήτησης βρίσκεται η πίστη. Ο θεσμός της Εκκλησίας. Το έργο και η αποστολή της. Οι λειτουργοί και τα πρόσωπα που την υπηρετούν. Ξεκινώντας από ιστορικά λάθη και προσωπικές αδυναμίες φτάνουμε στο σημείο να αμφιβάλλουμε για το νόημα της αποστολής και την αξία του μηνύματος της. Έτσι απομακρυνόμαστε από τον ιερό περίβολο της. Αποδημούμε στη μακρινή εκείνη χώρα, όπου βλέπουμε τα πάντα κάτω από ένα απαίσιο παραμορφωτικό πρίσμα, ανάποδα και διαστρεβλωμένα.
* Δεύτερον, η άρνηση. Άλλοι προχωρούμε πιο πέρα. Από την αμφισβήτηση στην άρνηση. Στη χώρα της απιστίας. Εδώ αποδημώντας ο άνθρωπος σκοτώνει την πίστη. Διαγράφει από τον ορίζοντα της υπάρξεως του τον Θεό. Ξεριζώνει από την καρδιά του κάθε μεταφυσική δίψα. Υψώνει βλάσφημα το ανάστημα του και ξερνά τους αφρούς της αρνήσεως: «Θεέ, τραβήξου από μπροστά μας, /σκιάχτρο του νου και της ψυχής./ Για σε τα χείλη τα δικά μας/ δεν έχουν λόγια προσευχής».
* Τρίτον, η χώρα της ποικιλώνυμης αμαρτίας, η περιοχή της παντοειδούς ασωτίας. Οι δυο πρώτες μαρτυρούν μια θεωρητική στάση. Η τρίτη φανερώνει μια πρακτική τοποθέτηση. Είναι η αποστασία των έργων και της ζωής.

Ο φοβερός ξεπεσμός

Ο ΚΥΡΙΟΣ με ελάχιστες λέξεις μας περιέγραψε την κατάσταση αυτή της αποστασίας στο πρόσωπο του νεώτερου γιου της σημερινής παραβολής: «Και εκεί διεσκόρπισε την ουσίαν ( = περιουσία) αυτού ζων ασώτως». Ακολουθώντας το ολισθηρό μονοπάτι μιας άσωτης ζωής, εξανέμισε ό,τι είχε και δεν είχε: περιουσία, υγεία, οικογενειακή τιμή, αγνότητα ψυχής και σώματος, την πίστη και την αγάπη του προς τον Θεό.
Αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει όταν ο άνθρωπος αποδημεί στη χώρα της αποστασίας, όταν εμπλέκεται στα δίχτυα της ποικιλώνυμης ασωτίας. Χάνει τα πάντα. Μένει γυμνός. Ερημώνεται από τη χάρη του Θεού. Ηθικά πεθαίνει. Μας το ομολογεί με πόνο ο άσωτος υιός: «λιμώ απόλλυμαι». Πεθαίνω της πείνας! Το επιβεβαιώνει η θεοκίνητη γραφίδα του αποστόλου Παύλου: «Ο μισθός που πληρώνει η αμαρτία είναι ο θάνατος» (Ρωμ. 6,23).

Προσκλητήριο επιστροφής

ΑΛΛΑ ας μη μείνουμε στη φάση της αποστασίας. Στην τραγική περιπλάνηση στον κόσμο της φθοράς και της αμαρτίας. Ο σκοπός για τον οποίο αφηγήθηκε ο Χριστός μας την παραβολή είναι για να μας δείξει στο πρόσωπο του πατέρα, που περιμένει με λαχτάρα και υποδέχεται με χαρά το μετανοημένο παιδί του, το ανεξάντλητο πέλαγος της αγάπης και της φιλανθρωπίας του Θεού. Και στο πρόσωπο του Ασώτου που επιστρέφει στο πατρικό σπίτι, στην αγκαλιά του πατέρα, τη δύναμη και την αξία της μετανοίας.
Για τον ίδιο σκοπό προβάλλει και η Εκκλησία μας την παραβολή. Κάθε χρόνο. Στην αρχή της ιερής αυτής περιόδου του Τριωδίου. Απευθύνεται σε όλους μας, τους σημερινούς αμφισβητίες, τους αρνητές, τους ασώτους. Και ο λόγος της είναι προσκλητήριο μετανοίας και επιστροφής.
Είναι μήνυμα αγάπης. Ο Κύριος μας αγαπά. Όλους μας. Σε όποια κατάσταση κι αν βρισκόμαστε. Και μας περιμένει να επιστρέψουμε κοντά Του. Η πόρτα της φιλανθρωπίας και του ελέους Του δεν έχει κλείσει για κανέναν. Στέκεται με ανοιχτή τη θεϊκή αγκαλιά Του και αναμένει να γυρίσουμε κοντά Του. Στον Πατρικό Οίκο που είναι η Εκκλησία μας, η μεγάλη οικογένεια των παιδιών του Θεού.

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010



ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ.


(Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Βασιλείου, Ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων).



Ἡ εὐαγγελική παραβολή πού διαβάζεται σήμερα εἶναι γνωστή σέ ὅλους μας ὡς παραβολή τοῦ Ἀσώτου.
Ἕνας ἄνθρωπος ἔχει δύο γιούς. Ὁ νεώτερος γιός ζητάει χωρίς περιστροφές ἀπό τόν πατέρα του τό μερίδιό του ἀπό τήν κληρονομιά.
Ἀλλά τό κομμάτι αὐτό ἀποκομμένο ἀπό τό σύνολο τῆς ἀλήθειας τῆς ζωῆς τοῦ πατέρα δέν μπορεῖ νά ζήσει, δέν μπορεῖ νά καρποφορήσει. Τό κομμάτι αὐτό, ὅταν τό παίρνουμε δυναστικά, ἀντάρτικα, ὅπως καί ὅταν θέλουμε, δέν μᾶς ὁδηγεῖ στή ζωή, ἀλλά στήν ἀπόγνωση καί τήν καταστροφή.
Ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀδυναμία, ἄν θέλετε, τοῦ νεώτερου γιοῦ, εἶναι ὅτι ὄντας ἀνώριμος δέν ἔχει φθάσει στό νά ξέρει, ὅτι ἡ οὐσία τοῦ πατέρα εἶναι ἡ ἴδια μέ τήν οὐσία τοῦ υἱοῦ.
Καί ὁ πατέρας τοῦ δίνει τό κομμάτι, τό ἐπιβάλλον μέρος τῆς περιουσίας, πού ζητάει. Εἶναι ἄρχοντας ἀγάπης. Δέν ἐνδιαφέρεται γιά τόν ἑαυτό του. Ἐνδιαφέρεται νά σώση τό παιδί του. Αὐτό βρίσκεται στό σκοπό τῆς ζωῆς του, εἶναι καταξίωση τοῦ εἶναι του. Δέν τόν ἐνδιαφέρει τί θά πῆ ὁ κόσμος, ὅπως ἐνδιαφέρει τόσο πολύ ἐμᾶς γιά τό πῶς θά χαρακτηρίσουν τό παιδί μας γιά τίς ἀστοχίες του, δέν τόν ἐνδιαφέρει ἄν θά χάση τό κῦρος του, ἄν παρουσιαστεῖ ὡς πατέρας ἀποτυχημένος, μέ παιδί πού ἀφήνει τό σπίτι καί φεύγει μακρυά. Ἡ ἀγάπη τοῦ πατέρα πάει πιό μακριά ἀπ' ὅ,τι μπορεῖ νά πάει ἡ κρίση τοῦ κόσμου ἤ ἡ ἀνταρσία τοῦ γιοῦ του.
Γιά τόν λόγο αὐτό δέν τοῦ κάνει διδασκαλία μέ λόγια. Τώρα πρέπει νά τόν ἀφήσει νά περιπλανηθεῖ, νά πάθει, νά μάθει, νά δεῖ προσωπικά τό ψεῦδος καί τίς ἀνυπόστατες ἀπάτες.
Αὐτό ξέρει ὁ πατέρας, ὅτι εἶναι κάτι θανάσιμα ἐπικίνδυνο, ἀλλά δέν βλέπει ἄλλη λύση. Τό μόνο πού μπορεῖ νά κάνει εἶναι νά τόν συντροφεύει πάντοτε μέ τήν ἀγάπη του, πού ὑπάρχει στό σπίτι, ἀλλά ἁπλώνεται παντοῦ. Δίνει ἀγωγή στό παιδί του ὑποφέροντας μυστικά ὁλόκληρος, βγαίνοντας στό σταυρό τῆς ἀναμονῆς.
Τό θέμα δέν εἶναι ὁ πατέρας νά κρατήσει διά τῆς βίας τόν γιό κοντά του, ἀλλά νά τοῦ δώση τή δυνατότητα, νά δημιουργήση τίς προϋποθέσεις, ὥστε ὁ ἴδιος μόνος του νά ἔλθει πρός αὐτόν. Αὐτή ἡ κίνηση πρός τόν πατέρα ὁρίζει τόν υἱό.
Καί ὁ ἄσωτος φεύγει. Πηγαίνει γιά νά ζήσει σέ μιά χώρα ξένη, ὅπου τά πάντα ξοδεύονται χωρίς νά ἀνανεώνονται. Ἀλλά μετά ἀπό λίγο μένει μόνος. Οἱ φίλοι του ἔμειναν κοντά του ὅσο κράτησαν τά πλούτη του. Ἀρχίζει νά ζεῖ τήν ἔκπτωση καί τήν ἐξαθλίωση. Καί ὅταν πηγαίνει νά ζητήσει βοήθεια τόν σπρώχνουν πιό χαμηλά. Τόν στέλνουν νά βόσκει χοίρους, νά ποιμάνει τά πάθη. Τόν κάνουν χοιροβοσκό. Τοῦ ἀρνοῦνται τή φύση του, τήν ἀνθρωπιά του, τήν ἀξιοπρέπειά του, τήν εὐγένειά του. Τόν θεωροῦν ζῶο.
Ἡ ἐπιστροφή καί ἡ μετάνοια
Ὅμως, ἡ δοκιμασία τοῦ νεώτερου γιοῦ στή μακρινή χώρα φανέρωσε καί τό τί ἔκρυβε μέσα του, τί ἀντοχή εἶχε, τί ἔμεινε ἀνέπαφο, σέ ποιόν νά καταφύγει, ποῦ ὑπάρχει τροφή, ζωή καί ἀνάσταση γιά ὅλους.
Καί ἀρχίζει νά μονολογεῖ: "Μπορεῖ νά τά ἔχασα ὅλα! Μπορεῖ νά χάθηκα κι ἐγώ. Κυριολεκτικά νά πέθανα. Ἀλλά ὑπάρχει κάτι πού δέν χάνεται, δέν πεθαίνει. Εἶναι ὁ πατέρας μου καί ἡ ἀγάπη του. Δέν σκέφτομαι τά παιδιά του - εἶμαι ἀνάξιος γιά κάτι τέτοιο - σκέφτομαι τούς ὑπηρέτες του, πῶς τούς φέρεται, πῶς τούς χορταίνει. Θά σηκωθῶ καί θά γυρίσω πίσω καί θά πῶ στόν πατέρα μου: Ἁμάρτησα στόν οὐρανό καί ἐνώπιόν σου. Σέ σένα πού ἔχεις τέτοια ἀγάπη πού γεμίζει οὐρανό καί γῆ. Σέ σένα πού ἀκόμη ἐδῶ, στή μακρινή χώρα τῆς στέρησης καί τῆς κόλασης, μέ συνοδεύεις. Δέν εἶμαι ἄξιος νά λέγωμαι γιός σου. Ξέπεσα, ἔχασα τήν υἱοθεσία. Αὐτή εἶναι ἡ ἁμαρτία μου. Δέν εἶναι ἡ περιουσία σου πού σπατάλησα. Καθύβρισα τή μιά σχέση τοῦ παιδιοῦ πρός τόν πατέρα. Πάτερ ἥμαρτον".
Ξέρετε, εἶναι σχετικά εὔκολο νά παραδεχθῶ τά λάθη καί τά ἐλαττώματά μου, ἀλλά εἶναι πολύ δύσκολο νά ἀναγνωρίσω ξαφνικά πώς ἔχω προδώσει, πώς ἔχω χάσει τήν πνευματική μου, τήν ἀληθινή μου ὀμορφιά, πώς βρίσκομαι τόσο μακριά ἀπό τό ἀληθινό μου σπίτι.
Καί ὁ ἄσωτος παίρνει τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Πρίν ἀκόμη φθάσει στό σπίτι, ὁ πατέρας τόν βλέπει ἀπό μακρυά καί τρέχει. Χωρίς νά τοῦ πεῖ τίποτα, πέφτει ὁλόκληρος στήν ἀγκαλιά του καί τόν καταφιλεῖ. Ἤδη ὁ γιός κατάλαβε, πῆρε τήν ἀπάντηση. Ὁ πατέρας ἄκουσε τήν ἐξομολόγηση. Γιατί πάντοτε ἦταν μαζί μέ τό παιδί του. Αὐτό τό ὁποῖο παρακαλῶ νά προσέξουμε εἶναι ὅτι ἡ πρώτη λέξη τῆς ὁμολογίας του δέν εἶναι "συγχώρα με", ἀλλά "πατέρα". Εἶναι τό ὄνομα τοῦ πατέρα πού ἀνεβαίνει ἀπό τά βάθη τοῦ εἶναι του καί τοῦ δίνει τό θάρρος νά ἐλπίζει.
Ἡ πατρική ἀγάπη
Ἐκείνη τή στιγμή ὁ ἄσωτος ὁμολογεῖ τό λάθος του καί σιωπᾶ. Δέν μπορεῖ νά συνεχίσει. Τά χάνει μέ τόν χείμαρρο τῆς ἀγάπης τοῦ πατέρα πού τόν διαλύει. Καί τό λόγο παίρνει ὁ πατέρας πού μιλᾶ ξεκάθαρα ἐν σιωπῇ. Δέν λέει στό παιδί του γιά τόν ἑαυτό του. Οὔτε ἄν πόνεσε, οὔτε πόσο πόνεσε ὅταν ἔφυγε. Οὔτε πόσο χαίρεται τώρα πού γύρισε. Οὔτε τόν μαλώνει γιά νά δικαιώσει τόν ἑαυτό του. Αὐτά δέ λέγονται. Διότι ἡ μυσταγωγία τῆς σχέσης τους ἱερουργεῖται σέ χῶρο βαθειᾶς σιωπῆς. Πυράκτωμα ἀγάπης πού παραλύει τή γλώσσα.
Ἔτσι νίκησε ἡ πατρική ἀγάπη τό θάνατο. Καί ἄναψε τούτη ἡ χαρά, τό πανηγύρι, πού ἐνδύεται καί πάλι ὁ γιός τήν στολή τήν πρώτη, καί φορᾶ τό δακτυλίδι τῆς υἱοθεσίας, καί θύεται ὁ μόσχος ὁ σιτευτός.
Οἱ δικές μας ἐπιστροφές
Αὐτή ἡ ἐπιστροφή δέν μοιάζει μέ τίς δικές μας ἐπιστροφές ἤ τουλάχιστον αὐτές πού ἔχουμε στό μυαλό μας. Οἱ δικές μας εἶναι τοποθετημένες λίγο-πολύ σέ μιά νομικίστικη σχέση, σέ μιά ἀντίληψη πού καλλιεργεῖ μᾶλλον τίς συμφωνίες μεταξύ κυρίων πού δέν ἀθετοῦν τό λόγος τους, κατά τόν ἀκόλουθο τρόπο: Λοιπόν, πατέρα, νά τά συζητήσουμε, νά δοῦμε τά πράγματα ψύχραιμα. Νά δοῦμε σέ τίς φταῖς καί σέ τί φταίω. Νά βροῦμε ἕνα τρόπο συμβίωσης. Ὄχι ὅτι δέν μπορῶ νά ζήσω μακρυά ἀπό σένα. Μπορῶ, ἀλλά μιά καί εἶσαι πατέρας μου εἶπα νά γυρίσω. Τώρα ὅμως πρέπει νά μήν ἐπαναληφθοῦν τά ἴδια.
Αὐτή ἡ ἐπιστροφή εἶναι ἡ κόλαση τῆς λογικῆς καί τῆς δικαιοσύνης. Βλέπετε ὑπάρχει παραμονή στό σπίτι πού εἶναι περιπλάνηση σέ χώρα μακρινή. Ὑπάρχει ἐπιστροφή πού εἶναι μεγαλύτερη ἀπομάκρυνση ἀπό τό σπίτι.
Δέν γνωρίζω πόση σχέση ἔχει ὁ καθένας μας μέ τόν πατέρα καί τό νεώτερο γιό. Αὐτό ὅμως πού γνωρίζουμε ὅλοι εἶναι, ὅτι μποροῦμε νά γυρίσουμε στόν Πατέρα μας, γιατί ἐκεῖνος εἶναι ἡ ζωή, ἡ ἐπικύρωση τῆς ἀξιοπρέπειάς μας, ἡ ἐπανεύρεση τῆς ἀνθρωπιᾶς μας. Γι' αὐτό, σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Ἐκκλησιαστῆ, μᾶς λέγει: "Υἱέ μου δός μου τήν καρδιά σου. Ὅλα τά ἄλλα θά στά δώσω ἐγώ".

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010



Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ


Κωνσταντίνου Ζορμπᾶ


Ὁ σκοπός τοῦ Τριωδίου.


Ὁ σκοπός τῆς λειτουργικῆς περιόδου τοῦ Τριωδίου μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι νά μᾶς θυμίσει ὅλες τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, τίς ὁποῖες ἔκανε ἀπό τότε πού μᾶς δημιούργησε. Θέλει ἀκόμη ἡ Ἐκκλησία μας τήν περίοδο αὐτή νά μᾶς βοηθήσει νά μήν ξεχάσουμε πώς εἴμαστε πλάσματα τοῦ Θεοῦ μέ τελικό μας προορισμό τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό.
Τό Τριώδιο μᾶς μιλάει ἐπίσης καί γιά τά ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας, γιά τήν Ἀνάστασή Του καί τήν ἄνοδό του στούς οὐρανούς.
Οἱ Ὕμνοι τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀνεπανάληπτα κείμενα. Εἶναι κείμενα θεολογικά, δοξολογικά καί κατηχητικά. Οἱ υμνογράφοι ὑμνοῦν καί δοξάζουν. Γι' αὐτό καί δέν μποροῦμε νά τά θεωρήσουμε ἁπλῶς ὡς φιλολογικά κείμενα, ἀλλά ὡς ἀναπόσπαστα στοιχεῖα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς καί πράξης τῆς Ἐκκλησίας μας.
"Ὁ Δημιουργός τῶν ἄνω καί τῶν κάτωΤρισάγιον μέν ὕμνον ἐκ τῶν ἈγγέλωνΤριώδιον δέ παρ' ἀνθρώπων δέχου".
Οἱ παραπάνω στίχοι τοῦ Τριωδίου, πού ψάλλουμε τήν περίοδο αὐτή, ἀντί γιά προοίμιο, μιλοῦν γιά τούς Ἀγγέλους πού ἀναπέμπουν στόν Δημιουργό τῶν ἄνω τόν τρισάγιο ὕμνο, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ψάλλουν πρός τόν Δημιουργό τῶν κάτω ἀγγελικούς ὕμνους. Ἀπό αὐτούς τούς τριωδίους ὕμνους -τρεῖς ὠδές-ἔλαβε καί τό ὄνομά της ἡ περίοδος τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους πού διανύουμε. Ἀνάλογα μέ τόν ἰδιαίτερο χαρακτήρα του, παλαιότερα, τό διέκριναν σέ Τριώδιον Κατανυκτικόν, ἀπό τήν ἀρχή μέχρι καί τό Πάσχα, καί σέ Τριώδιον Χαρμόσυνον ἀπό τό Πάσχα μέχρι τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, πού κατακλείει τόν κύκλο τῶν κινητῶν ἑορτῶν. Τό ξεχωριστό λειτουργικό βιβλίο περιλαμβάνει τίς καθημερινές Ἀκολουθίες καί χωρίζεται : α) στήν προπαρασκευα -στική περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, β) στήν Μεγάλη Σαρακοστή, καί γ) στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα.
Προπαρασκευαστική περίοδος
"Τήν παροῦσαν ἡμέραν", γράφει ὁ Συναξαριστής Κάλλιστος Ξανθόπουλος, "σύν Θεῷ, καί τοῦ Τριωδίου ἀρχόμεθα. Πολλοί μέν τῶν ἁγίων καί θεοφόρων μουσουργῶν ἡμῶν Πατέρων (ὁ ποιητής Κοσμᾶς, ὁ Θεόδωρος, ὁ Ἰωσήφ τῆς Μονῆς Στουδίου, καθώς καί ὁ σοφώτατος βασιλεύς Λέων καί τοῦ Ἐπισκόπου Ἱδροῦντος τοῦ Μοναχοῦ Μάρχου) ἄριστα ἐμελούργησαν".
Κάθε φορά πού ἀρχίζει κάτι νέο, ἡ Ἐκκλησία μᾶς προσκαλεῖ νά πορευθοῦμε μαζί της. Μᾶς προετοιμάζει ἀπό νωρίτερα. Κι' αὐτό, γιατί ἔχει βαθειά γνώση τῆς ἀνθρώπινης φύσης μας. Γνωρίζει ὅτι ζοῦμε μιά τρομακτική κοσμικότητα. Ἀναγνωρίζει τίς ἀδυναμίες μας. Ἡ πρώτη ἀναγγελία τοῦ Τριωδίου γίνεται ἤδη ἀπό τήν Κυριακή τοῦ Ζακχαίου. "Σήμερον γάρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι", διαβάζουμε στό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ (19, 1-10). Νά μιά καταπληκτική φράση τῆς Θείας Οἰκονομίας τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός βρίσκεται μαζί μέ τούς ἀνθρώπους, κοντά τους, καί οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά Τόν δοῦν, ὅταν τό θελήσουν, καί μάλιστα σήμερα.
Τόν τόνο καί τό χρῶμα στό Τριώδιο τόν δίνουν οἱ τρεῖς Κυριακές πού προηγοῦνται σάν προανάκρουσμα ὅλης τῆς ἁρμονίας του. Οἱ Κυριακές αὐτές εἶναι ἡ Κυριακή τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, ἡ Κυριακή τοῦ Ἀσώτου καί ἡ Κυριακή τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅσα λέγονται στίς ἀκολουθίες τῶν ἡμερῶν αὐτῶν βασίζονται σέ ἀνάλογα ἁγιογραφικά ἀναγνώσματα καί ὁρίστηκαν ἀπό τούς ἁγίους καί θεοφόρους Πατέρες μέ σκοπό νά μᾶς προετοιμάσουν ψυχικά καί πνευματικά καί νά μᾶς ἐνδυναμώσουν γιά τούς πνευματικούς ἀγῶνες.

Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 17 Ιανουαρίου 2010 κείμενο-ερμηνεία-σχόλιά.


Ευαγγελιστής Λουκάς κεφάλαιο Θ στίχοι: 1-10


Κείμενο:
Τω καιρώ εκείνω, διήρχετο ο Ιησούς την Ιεριχώ. Και ιδού ανήρ ονόματι καλούμενος Ζακχαίος, και αυτός ην αρχιτελώνης και ούτος ην πλούσιος, και εζήτει ιδείν τον Ιησούν τις έστι, και ουκ ηδύνατο από του όχλου, ότι τη ηλικία μικρός ην. Και προδραμών έμπροσθεν ανέβη επί συκομορέαν, ίνα ίδη αυτόν, ότι εκείνης ήμελλε διέρχεσθαι. Και ως ήλθεν επί τον τόπον, αναβλέψας ο Ιησούς είδεν αυτόν και είπε πρός αυτόν· Ζακχαίε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γαρ εν τω οίκω σου δει με μείναι. Και σπεύσας κατέβη, και υπεδέξατο αυτόν χαίρων. Και ιδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ότι παρά αμαρτωλώ ανδρί εισήλθε καταλύσαι. Σταθείς δε Ζακχαίος είπε πρός τον Κύριον· ιδού τα ημίση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς, και ει τινός τι εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν. Είπε δε πρός αυτόν ο Ιησούς ότι σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτο εγένετο, καθότι και αυτός υιός Αβραάμ έστιν. Ήλθεν γαρ ο υιός του ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός.


Μετάφραση:
Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς μπήκε στην Ιεριχώ και περνούσε μέσα από την πόλη. Εκεί υπήρχε κάποιος, που το όνομά του ήταν Ζακχαίος. Ήταν αρχιτελώνης και πλούσιος. Αυτός προσπαθούσε να δει ποιος είναι ο Ιησούς· δεν μπορούσε όμως εξαιτίας του πλήθους και γιατί ήταν μικρόσωμος. Έτρεξε λοιπόν μπροστά πριν από το πλήθος κι ανέβηκε σε μια συκομουριά για να τον δει, γιατί θα περνούσε από΄ κει. Όταν έφτασε ο Ιησούς στο σημείο εκείνο, κοίταξε προς τα πάνω, τον είδε και είπε: «Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου». Εκείνος κατέβηκε γρήγορα και τον υποδέχτηκε με χαρά. Όλοι όσοι τα είδαν αυτά διαμαρτύρονταν κι έλεγαν ότι πήγε να μείνει στο σπίτι ενός αμαρτωλού. Τότε σηκώθηκε ο Ζακχαίος και είπε στον Κύριο: «Κύριε, υπόσχομαι να δώσω τα μισά από τα υπάρχοντα μου στους φτωχούς και ν΄ ανταποδώσω στο τετραπλάσιο όσα έχω πάρει με απάτη». Ο Ιησούς, απευθυνόμενος σ΄ αυτόν, είπε: «Σήμερα αυτή η οικογένεια σώθηκε· γιατί κι αυτός ο τελώνης είναι απόγονος του Αβραάμ. Ο Υιός του Ανθρώπου ήλθε για ν΄ αναζητήσει και να σώσει αυτούς που έχουν χάσει το δρόμο τους».



Σχόλια:
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ

«Και εζήτει ιδείν τον Ιησούν...»

Ο ΔΡΟΜΟΣ της σωτηρίας, η πορεία που οδηγεί κοντά στον ζώντα και αληθινό Θεό είναι ένα κορυφαίο και ταυτόχρονα πολύ προσωπικό γεγονός. Λέγοντας προσωπικό, εννοούμε μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός. Κάτι που αναφέρεται σ’ εμάς προσωπικά και σε κανέναν άλλον. Που εκφράζει τον ξεχωριστό και γι’ αυτό προσωπικό χαρακτήρα της πορείας που ακολουθήσαμε για να γνωρίσουμε ενσυνείδητα τον Ιησού Χριστό και να ενταχθούμε οργανικά και υπεύθυνα στην κοινωνία της Εκκλησίας, που είναι το σώμα Του και η οικογένεια των παιδιών του Θεού.
Το γεγονός αυτό της γνωριμίας με τον Σωτήρα Κύριο δεν έχει μόνο προσωπικό χαρακτήρα. Αποτελεί, θα λέγαμε, ένα θαυμαστό γεγονός. Είναι ένα μυστήριο, το μυστήριο της σωτηρίας του ανθρωπίνου προσώπου. Όλοι μας ανατρέχοντας στη προσωπική μας ζωή, μπορούμε εύκολα να επισημάνουμε τα θαυμαστά εκείνα περιστατικά – σημεία της θείας Παρουσίας, τα οποία μας προετοίμασαν και τελικά μας οδήγησαν κοντά στο Χριστό.
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μας ιστορεί την πνευματική πορεία που ακολούθησε ο αρχιτελώνης Ζακχαίος για να γνωρίσει το Χριστό. Η πορεία αυτή του Ζακχαίου, όπως μας την περιέγραψε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, μας επιτρέπει να επισημάνουμε μερικά βασικά χαρακτηριστικά, τα οποία διακρίνουν μια πραγματικά γνήσια πορεία που οδηγεί κοντά στον Ιησού.

Η αναζήτηση του Χριστού

ΤΟ ΠΡΩΤΟ είναι η αναζήτηση. Ο Ζακχαίος «εζήτει ιδείν τον Ιησούν». Ήθελε να δει τον Ιησού. Να τον γνωρίσει. Ο Ζακχαίος ήταν αρχιτελώνης, θέση που του παρείχε κοινωνική επιφάνεια. Ήταν ακόμη, καθώς σημειώνει ο Ευαγγελιστής, και πλούσιος, που σημαίνει άφθονα υλικά μέσα και μια άνετη και τρυφηλή ζωή. Ωστόσο, ανικανοποίητος απ’ όλα αυτά, αναζητά να δει το πρόσωπο του Μεσσία. Να τον ακούσει. Να τον συναντήσει. Και αυτή ακριβώς η πνευματική δίψα θα τον κάνει να σκαρφαλώσει «επί συκομορέαν». Και το κάνει «ίνα ίδη αυτό, ότι εκείνης ήμελλε διέρχεσθαι».
Για να γνωρίσουμε οι άνθρωποι τον Χριστό οφείλουμε να τον αναζητήσουμε. Και αναζήτηση σημαίνει πόθος ψυχής, μεταφυσική δίψα, προσπάθεια για να ανακαλύψουμε το νόημα της υπάρξεως μας.
Τίποτε δεν μπορεί να υποκαταστήσει αυτή τη δίψα της θείας Παρουσίας. Τίποτε δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη θέση του Θεού στην καρδιά και στη ζωή του ανθρώπου. Αυτό ακριβώς μας επισημαίνει και ο άγιος Αυγουστίνος, όταν λέει: «Ω Κύριε, είναι ανήσυχη η ψυχή μας, έως ότου εύρει ανάπαυση κοντά Σου».

Η συνάντηση μαζί Του

ΟΠΟΙΟΣ ΑΝΑΖΗΤΑ, όποιος ποθεί να γνωρίσει κάποιον, ψάχνει να τον ανακαλύψει. Σπεύδει να τον συναντήσει. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση του Ζακχαίου. Και την αναζήτηση ακολούθησε η συνάντηση με τον Ιησού Χριστό.
Η συνάντηση του Ζακχαίου με τον Κύριο δεν είναι κάτι τυχαίο και συμβατικό. Είναι μια ενσυνείδητη προσέγγιση. Μια προσωπική γνωριμία και σχέση που συνάπτεται, και η οποία γεμίζει τον Ζακχαίο με χαρά και αγαλλίαση. Αυτά όλα εκφράζει η είσοδος και η φιλοξενία του Ιησού στο σπίτι του Ζακχαίου.
Κάθε συνάντηση προϋποθέτει μιαν αμοιβαία κίνηση των προσώπων που πρόκειται να συναντηθούν. Αυτό γίνεται και στη συνάντηση μας με το Θεό.
Για να συναντήσουμε το Θεό πρέπει να το θελήσουμε και να το επιδιώξουμε. Ν’ αφήσουμε ν’ ακουστεί βαθιά μέσα μας η φωνή της συνειδήσεως που προτρέπει «δεύρο προς Πατέρα». Όπως ο Ζακχαίος άφησε το τελώνιο του, βγήκε στους δρόμους, ανέβηκε στη μουριά, έτσι κι εμείς οφείλουμε να απαγκιστρωθούμε από τα γρανάζια της καθημερινότητας. Να βγούμε από τον εγωκεντρισμό μας. Να αποβάλουμε την αυτάρκεια μας. Να υπερνικήσουμε τη γνώμη, τα σχόλια, τη στάση του κοινωνικού μας περιγύρου, ο οποίος συχνά και για πολλούς γίνεται αξεπέραστος φραγμός που τους εμποδίζει να πλησιάσουν τον Χριστό και να ακολουθήσουν το Ευαγγέλιο Του.
Και αυτό για να γίνει χρειάζεται τόλμη και αποφασιστικότητα. Σαν εκείνη που επέδειξε ο Ζακχαίος αψηφώντας τους πάντες και τα πάντα και ανεβαίνοντας πάνω στη μουριά!
Στη θέληση μας να συναντήσουμε το Θεό είναι βέβαιο πως κι Εκείνος θα ανταποκριθεί. Θα σπεύσει να μας συναντήσει. Όταν εμείς κάνουμε ένα βήμα, ο Θεός κάνει δέκα. Ο λόγος του βιβλίου της Αποκαλύψεως δεν επιτρέπει την παραμικρή αμφιβολία: «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω. Εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξει την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού» (Αποκ. 3,20).

Μετάνοια και αλλαγή,
οι θαυμαστοί καρποί της συνάντησης

Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ του Ζακχαίου με τον Ιησού Χριστό είχε ένα θαυμαστό αποτέλεσμα: τη μετάνοια και τη πλήρη μεταστροφή του αρχιτελώνη. Αυτό αποδεικνύουν τα λόγια του Ζακχαίου με τα οποία δημοσίως ομολογεί τα λάθη του και εξαγγέλλει την επανόρθωση τους. Αυτό υπογραμμίζει και η διακήρυξη του Κυρίου προς τον ίδιο: «Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο».
Η συνάντηση μας και η σύνδεση μας με τον Ιησού και την Εκκλησία Του – αποτέλεσμα πνευματικής δίψας και ειλικρινούς αναζητήσεως – τότε είναι γνήσια και αυθεντική στο χρόνο και στους διαφόρους πειρασμούς, όταν οσηγεί στη μετάνοια, όταν επιφέρει μέσα μας και στη συμπεριφορά μας μια πραγματική αλλαγή. Αλλαγή στις πεποιθήσεις μας. Αλλαγή στη νοοτροπία μας. Αλλαγή στις σχέσεις μας με το Θεό και τους συνανθρώπους μας. Αλλαγή σε κάθε πλευρά της ζωής μας.
Αυτό σημαίνει αναγέννηση. Ανακαίνιση του όλου ανθρώπου κάτω από την πνοή και την ενέργεια της θείας χάριτος. Και αυτή η ανακαίνιση είναι η αδιαφιλονίκητη απόδειξη ότι η γνωριμία και η σχέση μας με το Χριστό είναι ειλικρινής και γνήσια.

* * *
Αδελφοί μου,
Η συνάντηση μας και ο σύνδεσμος μας με το Θεό δεν είναι κάτι δεδομένο και αυτονόητο λόγω της χριστιανικής μας ιδιότητας. Αποτελεί το σκοπό της ζωής μας. Κάτι που για να το πραγματοποιήσουμε χρειάζεται ισόβιος αγώνας. Κάτι που, σε όποιον βαθμό και αν το επιτύχουμε, πάντοτε θα υπάρχουν περιθώρια επεκτάσεως. Είναι αυτό που οι Πατέρες μας ονόμασαν «ατέλεστον τελειότητα» και η οποία συνιστά τον θεμελιώδη σκοπό της χριστιανικής ζωής.
«Εγγίσατε», λοιπόν, «τω Θεώ και εγγιεί υμίν» (Ιακ. 4, 8). Η πνευματική πορεία που ακολούθησε ο αρχιτελώνης Ζακχαίος ας μας εμπνέει.

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010


Λόγος περί μετανοίας.

«Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών. Μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω». Αυτά ήσαν τα πρώτα λόγια του κηρύγματος του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Αυτά τα ίδια λόγια λέγει και σ΄ εμάς μέχρι σήμερα μέσω του Ευαγγελίου.
Όταν επληθύνθη περισσότερον από κάθε άλλη εποχή η αμαρτία στον κόσμο, κατήλθε εδώ στην γη μας ο Παντοδύναμος Ιατρός· κατήλθε στον τόπον αυτόν της εξορίας, στον τόπο των βασάνων και των παθών μας, που είναι μία πρόγευσις των αιωνίων βασάνων της κολάσεως, και ευαγγελίζεται την λύτρωσι, την χαρά και την ίασι σε όλους τους ανθρώπους χωρίς εξαίρεσι, λέγοντας «μετανοείτε».
Η δύναμις της μετανοίας είναι θεμελιωμένη στην δύναμι του Θεού· ο Ιατρός είναι πανίσχυρος, και η ίασις που Εκείνος χαρίζει είναι παντοδύναμος. Την εποχή εκείνη - όταν εκήρυσσεν εδώ στην γη - ο Κύριος καλούσε σε θεραπείαν όλους όσοι ήσαν άρρωστοι από την αμαρτία και δεν θεωρούσε καμμίαν αμαρτίαν ως αθεράπευτον. Και τώρα, επίσης, συνεχίζει να καλή όλους και υπόσχεται και χαρίζει πράγματι την άφεσι για κάθε αμαρτία και την ίασι για κάθε αμαρτωλήν ασθένεια.
Ω σεις, οι οδοιπόροι της γης. Ω σεις, όλοι όσοι αναλίσκεσθε ή σύρεσθε στην «ευρύχωρον οδόν», μέσα στον ακατάπαυστο θόρυβο των γηΐνων μεριμνών, περισπασμών και διασκεδάσεων, ανάμεσα σε άνθη ανάμικτα και αγκάθια· σεις που σπεύδετε και ακολουθείτε αυτόν τον δρόμο κατευθυνόμενοι προς το τέλος, που είναι σε όλους γνωστόν και όμως όλοι το λησμονούν: ο σκοτεινός τάφος και η ακόμη σκοτεινοτέρα και φοβερωτέρα αιωνιότης· σταματήσετε! Αποτινάξετε την γοητείαν αυτού του κόσμου, που σας κρατεί μονίμως σε αιχμαλωσία! Ακούσετε αυτό που σας ευαγγελίζεται ο Σωτήρ ημών Χριστός, δώσετε στα λόγια του την προσοχή που τους αρμόζει: «Μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω. Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών». Σας είναι απαραίτητο, οδοιπόροι σεις της γης, να στρέψετε όλη σας την προσοχή σ΄ αυτήν την ζωτικά ωφέλιμο και σωτήριο νουθεσία· αλλιώς θα φθάσετε στον τάφο, θα φτάσετε στο κατώφλι και στην πύλη της αιωνιότητος χωρίς να έχετε προηγουμένως κατανοήσει καθόλου ορθά την αιωνιότητα, ούτε τις υποχρεώσεις εκείνων που εισέρχοται σ΄ αυτήν, έχοντας προετοιμάσει τον εαυτό σας μόνο για τις δίκαιες τιμωρίες που θα υφίστασθε αιωνίως για τις αμαρτίες σας. Η βαρυτέρα δε και σοβαροτέρα αμαρτία είναι το να μη δίδετε προσοχή στους λόγους του Σωτήρος μας Χριστού, δηλαδή να τον περιφρονήτε. Μετανοείτε!
Αποκοιμίζει και εξαπατά τον άνθρωπο ο δρόμος της επιγείου ζωής· στα μάτια αυτών που αρχίζουν την πορεία τους σ΄ αυτήν, παρουσιάζεται σαν ένα ατελείωτο πεδίο που σφύζει από πραγματικοτητα· για όσους την τελείωσαν παρουσιάζεται σαν ένα συντομώτατο ταξίδι που συνοδεύεται από όνειρα και μάλιστα χωρίς περιεχόμενο. Μετανοείτε!
Και την δόξα και τον πλούτο και όλα τα άλλα φθαρτά αποκτήματα και πλεονεκτήματα, που για την εξασφάλισί τους αναλίσκει όλη την επίγειο ζωήν του και όλες τις δυνάμεις της ψυχής και του σώματός του ο τυφλωμένος αμαρτωλός, οφείλει να τα εγκαταλείψη μέσα στα λίγα εκείνα λεπτά κατά τα οποία το ένδυμα της ψυχής, το σώμα, αφαιρείται και αποσπάται από αυτήν· τότε η ψυχή οδηγείτε από τους αυστηρούς αγγέλους στο Κριτήριον του δικαίου Θεού, του αγνώστου σ΄ αυτήν, Εκείνου τον οποίον αυτή έχει περιφρονήσει. Μετανοείτε!
Μοχθούν οι άνθρωποι και βιάζονται να πλουτίσουν σε γνώσεις, οι οποίες όμως είναι μικράς μόνον σημασίας και κατάλληλες για κάποιο χρονικόν διάστημα· γνώσεις που συμβάλλουν στην ικανοποίησιν αναγκών, ανέσεων και ιδιοτροπιών της επιγείου ζωής. Περιφρονούμε τελείως τις ουσιαστικές, τις αναγκαίες γνώσεις και την εργασία, για τα οποία και μόνο μας έχει χαρισθή η επίγειος ζωή· δηλαδή την γνώσι του Θεού και την συνδιαλλαγή μας με αυτόν μέσω του λυτρωτού μας Χριστού. Μετανοείτε!
Αδελφοί, ας εξετάσωμε την επίγειο ζωή μας αντικειμενικά, αμερόληπτα, υπό το φως του Ευαγγελίου. Είναι μηδαμινή, ένα τίποτε· όλα της τα αγαθά αφαιρούνται με τον θάνατον, αλλά συχνά και πολύ πριν από τον θάνατο με ποικίλες, απροσδόκητες καταστάσεις. Αυτά τα φθαρτά, τα τόσο γρήγορα εξαφανιζόμενα αγαθά, δεν αξίζουν να ονομάζονται αγαθά· στην πραγματικότητα είναι απάτες και παγίδες. Όσοι κολλούν και βυθίζονται στις παγίδες αυτές και συλλαμβάνονται από αυτές, αποστερούνται από τα αληθινά, τα αιώνια, τα ουράνια, πνευματικά αγαθά που αποκτούμε όταν πιστεύωμε στον Χριστό και τον ακολουθούμε στην μυστκήν οδό της ευαγγελικής ζωής. Μετανοείτε!
Σε πόσο φοβεράν τύφλωσι ευρισκόμεθα! Πως από αυτήν την τύφλωσι αποδεικνύεται οφθαλμοφανώς η πτώσις μας! Βλέπουμε τον θάνατο των αδελφών μας· γνωρίζουμε ότι ο θάνατος επίκειται, ίσως και πολύ σύντομα, και για ΄μας, διότι κανείς από τους ανθρώπους δεν έμεινε εδώ στην γη για πάντα· βλέπουμε ότι πολλούς, και πριν από τον θάνατον, η επίγειος ευτυχία τους προδίδει· βλέπουμε αυτήν την ευτυχία να μεταβάλλεται συχνά σε δυστυχία, που ομοιάζει με καθημερινήν εμπειρία θανάτου. Παρ΄ όλην αυτή την τόσον οφθαλμοφανή μαρτυρία της ιδίας μας της πείρας, εμείς κυνηγούμε τα πρόσκαιρα μόνον αγαθά ωσάν να ήσαν μόνιμα, αιώνια. Μόνον σ΄ αυτά είναι στραμμένη η προσοχή μας! Ξεχασμένος ο Θεός! Ξεχασμένη και η μεγαλοπρεπής και συνάμα φοβερά αιωνιότης! Μετανοείτε!
Θα μας προδώσουν, αδελφοί, οπωσδήποτε θα μας προδώσουν όλα τα φθαρτά αγαθά. Τους πλουσίους και τους πάμπλουτους θα τους προδώση ο πλούτος τους, τους ενδόξους η δόξα τους, τους νέους η νεότης τους, τους σοφούς η σοφία τους. Ένα μόνον αιώνιο και ουσιώδες αγαθόν ημπορεί να αποκτήση ο άνθρωπος κατά την διέλευσί του από την γη· αυτό είναι η αληθής γνώσις του Θεού και η συμφιλίωσίς του με τον Θεόν, την οποία χαρίζει ο Χριστός. Για να λάβη όμως κανείς τα κορυφαία και υπέρτατα αυτά αγαθά, πρέπει να εγκαταλείψη την αμαρτωλήν ζωή και να την μισήση. Μετανοείτε!
Μετανοείτε! Τι σημαίνει να μετανοήσωμε; Σημαίνει να ομολογήσωμε τις αμαρτίες μας και να μεταμεληθούμε γι΄ αυτές· σημαίνει ακόμη να πάψωμε να τις διαπράττωμε και ποτέ πλέον να μη επιστρέψωμε σ΄ αυτές, όπως είπε κάποιος μεγάλος άγιος Πατέρας απαντώντας σε ανάλογον ερώτησι. Με τον τρόπον αυτόν πολλοί άνθρωποι μεταβάλλονται σε αγίους της Εκκλησίας μας και πολλοί άνομοι σε ανθρώπους ευλαβείς και δικαίους.
Μετανοείτε! Απορρίψετε από επάνω σας όχι μόνο τις φανερές αμαρτίες, όπως είναι ο φόνος, η αρπαγή, η ακολασία, η διαβολή και το ψεύδος, αλλά και τις ολέθριες διασκεδάσεις, τις σαρκικές ηδονές, τα απρεπή ονειροπολήματα και τους αθεμίτους λογισμούς, όλα, όλα όσα απαγορεύονται από το Ευαγγέλιον. Την μέχρι τώρα αμαρτωλήν ζωή σας να την λούσετε με τα δάκρυα της ειλικρινούς μετανοίας.
Όταν καταληφθής από ακηδία και είσαι ψυχικώς εξησθενημένος, μη ειπής μέσα σου· «έχω περιπέσει σε βαριά αμαρτηματα· με την μακροχρόνιον αμαρτωλήν ζωή μου έχω αποκτήσει αμαρτωλές συνήθειες, που με την πάροδο του χρόνου έχουν γίνει σαν φυσικές μου ιδιότητες και έχουν κάνει αδύνατη για μένα την μετάνοια». Αυτούς τους σκοτεινούς λογισμούς σου εμπνέει ο νοητός εχθρός σου που δεν τον έχεις προσέξει ακόμη και δεν τον έχεις αντιληφθή. Εκείνος γνωρίζει την δύναμι της μετανοίας και φοβείται μήπως η μετάνοια σε αποσπάσει από την εξουσία του· και προσπαθεί να σε αφελκύση από την μετάνοια με τον λογισμόν ότι ο Θεός δεν έχει την ικανότητα να επιφέρη παντοδύναμο την ιατρεία του στην κατάστασί σου αυτή. Αυτού του πολέμου την εμπειρίαν είχε και ο Προφήτης Δαυΐδ όταν έλεγε: «Κύριε, τι επληθύνυησαν οι θλίβοντές με; Πολλοί επανίστανται επ΄ εμέ· πολλοί λέγουσι τη ψυχή μου· ουκ έστι σωτηρία αυτώ εν τω Θεώ αυτού. Συ δε, Κύριε, αντιλήπτωρ μου ει (βοηθός, συμπαραστάτης μου) δόξα μου και υψών την (σκυμμένην από την θλίψι) κεφαλήν μου. Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα και επήκουσέ μου εξ όρους αγίου αυτού». Εκείνος που έχει θεσπίσει την μετάνοιαν είναι ο Δημιουργός σου, ο οποίος σε εδημιούργησε εκ του μηδενός. Ευκολώτερα λοιπόν τώρα που σε έχει ήδη φέρει στην ύπαρξι ημπορεί να σε αναπλάση και να μεταμορφώση την καρδία σου, από φιλαμαρτήμονα να την κάνη φιλόθεο, από φιλήδονο, φιλόσαρκο, από κακόβουλο και ηδυπαθή να την κάμη καθαράν, πνευματικήν, αγία.
Αδελφοί! ας γνωρίσουμε την ανέκφραστον αγάπη του Θεού προς το βυθισμένο στην αμαρτίαν ανθρώπινο γένος. Ο Κύριος οικονόμησε την ενανθρώπησί του έτσι, ώστε μέσω της ανθρωπίνης φύσεώς του να ημπορέση να δεχθή τις τιμωρίες που οι άνθρωποι αξίζουν να δεχθούν· και με το να δεχθή τιμωρίαν Εκείνος ο Πανάγιος, να εξαγοράση και λυτρώση τους ενόχους από την τιμωρία. Τι τον προσείλκυσε κοντά μας, εδώ, στην γη, στον τόπο της εξορίας μας; Μήπως οι δικαιοσύνες μας; Όχι! Τον είλκυσε σε ΄μας η ολέθρια εκείνη κατάστασις στην οποία μας έρριψε η αμαρτία μας.
Άνθρωποι αμαρτωλοί! Ας πάρωμε θάρρος, διότι για ΄μας, ακριβώς προς χάριν μας ο Κύριος επετέλεσε το μέγα έργον της ενανθρωπήσεώς του! Επέβλεψε με ασύλληπτον έλεος στις ασθένειές μας. Ας πάψωμε να ταλαντευώμεθα· ας πάψωμε να παραδιδώμεθα στην ακηδία και την αμφιβολία. Ας πλησιάσωμε γεμάτοι πίστι, ζήλο και ευγνωμοσύνη και ας αρχίσωμε την μετάνοια· ας συμφιλιωθούμε δια μέσου αυτής προς τον Θεόν. «Και ο άνομος εάν αποστρέψη εκ πασών των ανομιών αυτού, ων εποίησε, και φυλάξηται πάσας τας εντολάς μου και ποιήση δικαοσύνην (αρετήν) και έλεος, ζωή ζήσεται και ου μη αποθάνη. Πάντα τα παραπτώματα αυτού, όσα εποίησεν, ου μνησθήσεται (ο Θεός), εν τη δικαιοσύνη αυτού, η εποίησε, ζήσεται». Ας ανταποκριθούμε, όσον μας είναι δυνατόν, με τις ασθενικές δυνάμεις μας στην μεγάλην αγάπη του Κυρίου προς εμάς, όπως ημπορούν να ανταποκρίνωνται στην αγάπη του Δημιουργού τα δημιουργήματά του, τα οποία μάλιστα έπεσαν στην αμαρτία: Ας μετανοήσωμε! Ας μετανοήσωμε όχι μόνο με λόγια· ας δώσωμε μαρτυρία της μετανοίας μας, όχι μόνο με λίγα δάκρυα της στιγμής, ούτε μόνο με την εξωτερικήν συμμετοχή στις ιερές Ακολουθίες της Εκκλησίας, να τελούμε μόνο τις εκκλησιαστικές ιεροτελεστίες, όπως περιωρίζοντο να πράττουν οι Φαρισαίοι. Ας προσκομίσωμε μαζί με τα δάκρυα και με την εξωτερικήν ευσέβεια και τον άξιον καρπό της μετανοίας μας. Ας μεταβάλωμε την αμαρτωλήν ζωή μας σε σύμφωνον με το Ευαγγέλιον βιοτήν.
«Ίνα τι αποθνήσκετε, οίκος Ισραήλ;». Γιατί χάνεστε, χριστιανοί, με θάνατον αιώνιον εξαιτίας των αμαρτιών σας; Γιατί να γεμίζετε την κόλασι σαν να μην έχη θεσπισθή μέσα στην Εκκλησία του Χριστού η πανίσχυρος μετάνοια; Αυτή η άπειρος αγαθή δωρεά έχει δοθή στον οίκον Ισραήλ, δηλαδή στους χριστιανούς· και όποτε θελήσουμε, καθ΄ όλην την διάρκεια της ζωής μας, και όποιες και αν είναι οι αμαρτίες μας, η δωρεά αυτή ενεργεί με δύναμι μοναδική· καθορίζει από κάθε αμαρτία, σώζει τον κάθε άνθρωπο που προστρέχει στον Θεόν, έστω και αν αυτός μετανοήση στα τελευταία λεπτά της ζωής του, μόλις πριν από τον θάνατο.
«Ίνα τι αποθνήσκετε, οίκος Ισραήλ;».Χάνονται τόσοι χριστιανοί με τον αιώνιον θάνατο, για τον λόγο ότι σε όλην την διάρκεια της επιγείου ζωής των δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να ασχολούνται με την αθέτησι των υποσχέσεων που έδωσαν κατά το άγιον Βάπτισμα και με την δουλεία τους στην αμαρτία· χάνονται, διότι δεν κρίνουν τον Λόγο του Θεού άξιον ακόμη και της παραμικράς προσοχής τους, τον Λόγο που κηρύττει την μετάνοια. Στις ύστατες στιγμές πριν από τον θάνατό τους δεν κατορθώνουν να επωφεληθούν από την πανίσχυρο δύναμι της μετανοίας. Δεν ημπορούν να επωφεληθούν είτε διότι δεν απέκτησαν καμμίαν γνώσι για τον χριστιανισμόν, είτε διότι απέκτησαν μία πολύ ανεπαρκή και συγκεχυμένη γνώσι γι΄ αυτόν, η οποία πρέπει να ονομασθή πλήρης άγνοια μάλλον παρά έστω και παραμικρά γνώσις.
«Ζω εγώ, λέγει Κύριος» αναγκαζόμενος να ενισχύση με αυτόν τον τρόπο την διαβεβαίωσι ενώπιον των απίστων και να διεγείρη την προσοχή των απροσέκτων, «ζω εγώ λέγει Κύριος, ου βούλομαι τον θάνατον του ασεβούς ως το επιστρέψαι τον ασεβή από της οδού αυτού και ζην αυτόν... Ίνα τι αποθνήσκετε οίκος Ισραήλ;».
Ο Θεός εγνώριζε την ασθένεια των ανθρώπων· εγνώριζε ότι και μετά το Βάπτισμα θα πίπτουν σε παραπτώματα και αμαρτίες. Γι΄ αυτόν τον λόγο και εθέσπισε στην Εκκλησία του το Μυστήριον της Μετανοίας, δια της οποίας καθορίζονται οι αμαρτίες που διεπράχθησαν μετά το Βάπτισμα. Η μετάνοια πρέπει να συμβαδίζη με την πίστι στον Χριστό και να προηγείται από το «εις Χριστόν» Βάπτισμα· μετά δε το Βάπτισμα βοηθεί εκείνον που επίστευσε στον Χριστόν και εβαπτίσθη σ΄ αυτόν, να διορθώση τις παραβάσεις των υποχρεώσεών του.
Όταν πολλοί από τα Ιεροσόλυμα και όλην την Ιουδαία κατέβαιναν στον Ιορδάνη για να βαπτισθούν από τον Ιωάννη, τον κήρυκα της μετανοίας, εξωμολογούντο σ΄ αυτόν τις αμαρτίες των, όχι επειδή ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε ανάγκη να γνωρίζη τις αμαρτίες των προσερχομένων σ΄ αυτόν, όπως παρατηρεί κάποιος ιερός συγγραφεύς, αλλά διότι ήταν ανάγκη, χάριν της σταθερότητος της μετανοίας τους, μαζί με την λύπη τους για την διάπραξι αμαρτημάτων να συνενώσουν και την εξομολόγησι των αμαρτιών τους. Η ψυχή που γνωρίζει ότι πρέπει να εξομολογηθή τις αμαρτίες της, λέγει ο ίδιος άγιος, συγκρατείται με αυτήν την ίδια την σκέψι ωσάν με χαλινόν, να μη επαναλάβη τις προηγούμενες αμαρτίες· αντιθέτως, οι αμαρτίες που δεν έγιναν αντικείμενον εξομολογήσεως, επαναλαμβάνονται με άνεσι, ωσάν να διεπράχθησαν στο σκότος. Με την εξομολόγησι των αμαρτιών καταλύεται η φιλική μας σχέσις προς αυτές. Το μίσος προς τις αμαρτίες είναι σημάδι αληθινής μετανοίας και αποφασιστικότητος του εξομολογουμένου να ζήση ζωήν ενάρετον.
Αν απέκτησες την έξι προς αμαρτωλές πράξεις, τότε να τις εξομολογήσαι συχνά και σύντομα θα ελευθερωθής από την αιχμαλωσία σου σ΄ αυτές, και έτσι με ευκολία και χαρά θα ακολουθής τον Κύριόν μας Ιησούν Χριστό. Αν κάποιος καταδίδει συνεχώς τους φίλους του, οι φίλοι του γίνονται εχθροί του και απομακρύνονται σαν από καταδότη που επιδιώκει στην πραγματικότητα την καταστροφή τους· Aν κάποιος εξομολογήται τα αμαρτήματά του, αυτά υποχωρούν και τον εγκαταλείπουν, διότι οι αμαρτίες θεμελιώνονται και στηρίζονται επάνω στην υπερηφάνεια της πεπτωκυΐας φύσεως και δεν αντέχουν την αποκάλυψί τους και τον ονειδισμό.
Όποιος με την ελπίδα να μετανοήση αμαρτάνει εκ προαιρέσεως και με την πρόθεσί του, αυτός συμπεριφέρεται ύπουλα έναντι του Θεού· και όποιος ελπίζοντας ότι θα μετανοήση αμαρτάνει αυτοπροαιρέτως και με πρόθεσι να ενεργήση έτσι, αυτός πλήττεται απροσδοκήτως από τον θάνατο και δεν του παρέχεται ο καιρός τον οποίον σκοπεύει να αφιερώση στην αρετή.
Με το μυστήριον της εξομολογήσεως καθορίζονται και εκπλύνονται τελείως όλες οι αμαρτίες που έχουν διαπραχθή «εν λόγω ή έργω ή διανοία». Για να εξαλειφθούν από τη καρδία οι αμαρτωλές συνήθειες που με την πάροδο των ετών έχουν ριζώσει μέσα της, χρειάζεται να εμμένη κανείς συνεχώς και σταθερά στην μετάνοια. Η συνεχής και σταθερά μετάνοια βιώνεται ως συνεχής συντριβή του πνεύματος και συνίσταται στην πάλη με τους λογισμούς και τις επιθυμίες, με τα οποία εκδηλώνεται το κρυμμένο στην καρδίαν αμαρτωλόν πάθος, στην χαλιναγώγησι των σωματικών αισθήσεων και της κοιλίας, στην ταπεινή προσευχή και στην συχνή εξομολόγησι.
Αδελφοί, με την εκούσια αμαρτία έχουμε χάσει την αγίαν αγνότητα, την καθαρότητα και την αθωότητα, που παραβιάζεται όχι μόνο από την αμαρτωλή πράξι, αλλά ακόμη και από την γνώσι του κακού· έχουμε χάσει την καθαρότητα και αθωότητα, μέσα στην πνευματικήν αίγλη και ακτινοβολία της οποίας μας έφεραν στο είναι, κατά την γένεσι, τα χέρια του Δημιουργού. Έχουμε χάσει ακόμη και την καθαρότητα που ελάβαμε κατά την ανάπλασί μας με το άγιον Βάπτισμα. Στον δρόμο της ζωής έχουμε κηλιδώσει με ποικίλες αμαρτίες τον χιτώνα μας, τον οποίον ο Λυτρωτής μας είχε καθαρίσει και λευκάνει προς χάριν μας. Το μόνο που μας έχει απομείνει είναι το ύδωρ, το ύδωρ της μετανοίας. Τι θα απογίνωμε, εάν αμελήσωμε και καταφρονήσωμε και αυτό το λουτρόν του καθαρισμού; Θα αναγκασθούμε να παρουσιασθούμε ενώπιον του Θεού με ψυχήν παραμορφωμένην από την αμαρτία, και Εκείνος θα εμβλέψη φοβερός σε μία τοιαύτη μολυσμένη ψυχή και θα την καταδικάση στο πυρ της γεένης.
«Λούσασθε», λέγει Κύριος ο Θεός στους αμαρτωλούς, «και καθαροί γίνεσθε, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών, απέναντι των οφθαλμών μου, παύσασθε από των πονηριών υμών... και δεύτε διαλεχθώμεν». Και πως τελειώνει η δικαία αυτή κρίσις του Θεού, η κρίσις του για την μετάνοια, στην οποία συνεχώς καλεί τον αμαρτωλόν κατά τον καιρόν της επιγείου ζωής του; Όταν ο άνθρωπος ομολογήση τις αμαρτίες του και αποφασίση να μετανοήση ειλικρινώς και να διορθωθή, τότε ο Θεός λύει την κρίσι που υπήρχε μαζί του με την ακόλουθον απόφασι: «Και εάν ώσιν αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν, ως χιόνα λευκανώ, εάν δε ώσιν ως κόκκινον, ως έριον λευκανώ». Αν όμως ο χριστιανός καταφρονήση αυτήν την τελευταία, την πολυεύσπλαγχνο κρίσι του Θεού, τότε του ανακοινώνεται από τον Θεόν η οριστική του καταδίκη στο αιώνιο πυρ.
«Το χρηστόν (η καλωσύνη) του Θεού», λέγει ο Απόστολος Παύλος, «εις μετάνοιάν σε άγει». Ο Θεός βλέπει τα αμαρτήματά σου, παρατηρεί με μακροθυμία τις αμαρτίες που διαπράττεις κάτω από το βλέμμα του, την αλυσίδα των αμαρτιών που διεμόρφωσαν όλον σου τον βίο· εκείνος αναμένει την μετάνοιά σου και συνάμα αναθέτει στην ελευθέρα προαίρεσί σου την επιλογήν της σωτηρίας σου ή της καταδίκης σου στο αιώνιον πυρ. Συ όμως καταχράσαι την αγαθότητα και την μακροθυμία του Θεού! Ουδεμία διόρθωσις και βελτίωσις μέσα σου! Η αδιαφορία σου αντιθέτως αυξάνει! Αυξάνει μέσα σου η αμέλεια και η περιφρόνησίς σου προς τον Θεόν αλλά και προς την ιδική σου, την αιωνία τύχη σου. Ενδιαφέρεσαι μόνο για το πώς θα πληθύνης τις αμαρτίες σου, και στις προηγούμενες αμαρτίες σου προσθέτεις νέες και χειρότερες! «Κατά την σκληρότητά σου και αμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτώ οργήν εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού, ος αποδώσει εκάστω κατά τα έργα αυτού· τοις μεν καθ΄ υπομονήν έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσία ζητούσι, ζωήν αιώνιον, τοις δε εξ εριθείας (από φιλόνεικο διάθεσι), και απειθούσι μεν τη αληθεία, πειθομένοις δε τη αδικία, θυμός και οργή· θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του κατεργαζομένου το κακόν». Αμήν.

Γράφει: Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ, Επίσκοπος Καυκάσου και Ευξείνου Πόντου.


Πηγή: www.imsamou.gr

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010




Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 10 Ιανουαρίου 2010.
Ευαγγελιστής Ματθαίος, κεφάλαιο δ΄ στίχοι: 12-17.


Κείμενο :
Ακούσας δε ο Ιησούς ότι Ιωάννης παρεδόθη, ανεχώρησεν εις την Γαλιλαίαν, και καταλιπών την Ναζαρέτ ελθών κατώκησεν εις Καπερναούμ την παραθαλασσίαν εν ορίοις Ζαβουλών και Νεφθαλείμ, ίνα πληρωθή το ρηθέν δια Ησαΐου του προφήτου λέγοντος· γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ, οδόν θαλάσσης, πέραν του Ιορδάνου, Γαλιλαία των εθνών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς. Από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν· μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών.


Μετάφραση:
Όταν έμαθε ο Ιησούς πως συνέλαβαν τον Ιωάννη, έφυγε για τη Γαλιλαία. Εγκατέλειψε όμως τη Ναζαρέτ και πήγε κι έμεινε στην Καπερναούμ, πόλη που βρίσκεται στις όχθες της λίμνης, στην περιοχή των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ. Έτσι πραγματοποιήθηκε η προφητεία του Ησαΐα που λέει: Η χώρα του Ζαβουλών και η χώρα του Νεφθαλείμ, εκεί που ο δρόμος πάει για τη θάλασσα και πέρα από τον Ιορδάνη, η Γαλιλαία που την κατοικούν ειδωλολάτρες, εκεί αυτοί που κατοικούνε στο σκοτάδι είδαν φως δυνατό. Και για όσους μένουν στη χώρα που τη σκιάζει ο θάνατος ανέτειλε ένα φως για χάρη τους. Από τότε άρχισε κι ο Ιησούς να κηρύττει και να λέει: «Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού».


Σχόλια:


ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
«Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει
είδε φως μέγα»

ΗΜΕΡΑ ΚΑΙ νύχτα, φως και σκοτάδι είναι δυο στοιχεία που εναλλάσσονται γύρω μας ακατάπαυστα. Δίνουν νόημα στο χρόνο που κυλά και διαμορφώνουν τον καθημερινό μας βίο. Επιθυμητό το φως. Η ημέρα που λάμπει. Ο ήλιος που φωτίζει τα πάντα και ζωογονεί την κτίση. Αποκρουστικό, αντίθετα, το σκοτάδι. Η νύχτα που μας τυλίγει και εμποιεί φόβο στην ψυχή. Και όμως! Δεν το εγκαταλείπουμε και κινούμαστε στο σκοτάδι! Στα μαύρα της νύχτας σκοτάδια... Και τότε, όταν η απογοήτευση έχει ποτίσει την καρδιά και τα χείλη, σπεύδουμε να φωνάξουμε: Φως! Όπως εναγώνια φώναξε τις τελευταίες στιγμές της ζωής του ο μεγάλος γερμανός ποιητής Γκαίτε: «Φως, περισσότερο φως!».
Για την ανατολή ενός φωτός μας ομιλεί και η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Για ένα φως που ήρθε. Που έλαμψε. Που ανέτειλε στον κόσμο. Και το φως αυτό – φως όχι αισθητό αλλά πνευματικό – είναι ο Χριστός.
Ο Κύριος έχει βαπτισθεί. Στον ποταμό Ιορδάνη από τον Πρόδρομο Ιωάννη. Τον φλογερό κήρυκα της μετανοίας. Τον ερημίτη της Ιουδαίας. Αυτόν που είχε την τόλμη να ελέγξει και αυτόν ακόμη τον βασιλιά Ηρώδη. Γι’ αυτό και συνελήφθη και ρίχτηκε στη φυλακή. Η είδηση διαδίδεται αστραπιαία. Την πληροφορείται στη Ναζαρέτ και ο Κύριος. Και τότε αποφασίζει να αρχίσει τη δημόσια δράση Του. Εγκαθίσταται στην Καπερναούμ, πόλη πολυάνθρωπη, χτισμένη στις όχθες της λίμνης Γεννησαρέτ. Η προφητεία του προφήτου Ησαΐα εκπληρώνεται. «Η Γαλιλαία και οι λαοί που την κατοικούσαν και βρίσκονταν στα σκοτάδια της ειδωλολατρικής πλάνης είδαν φως μέγα. Οι άνθρωποι που κάθονταν στη χώρα που σκίαζε το σκοτάδι της αμαρτίας, που έτρεμαν κάτω από την κυριαρχία του θανάτου, σ’ αυτούς ανέτειλε το φως». Και το κήρυγμα του θείου διδασκάλου αρχίζει: «Μετανοείτε, διότι πλησίασε η βασιλεία των ουρανών».

Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου

ΦΩΣ, ΛΟΙΠΟΝ, φως που ανέτειλε στον κόσμο, είναι ο Χριστός μας. «Φως μέγα», όπως το προείπε ο προφήτης Ησαΐας (9,2). «Φως εις αποκάλυψιν εθνών», καθώς το προφήτευσε ο πρεσβύτης Συμεών (Λουκ. 2, 32). «Φως αληθινόν, ό φωτίζει πάντα άνθρωπο ερχόμενον εις τον κόσμον», όπως το έγραψε ο ευαγγελιστής Ιωάννης (1, 9). «Φως του κόσμου», όπως χαρακτήρισε τον εαυτό Του ο ίδιος ο Κύριος (Ιω. 8, 12).
Είναι το άκτιστο και άδυτο φως. Ο ήλιος της δικαιοσύνης. Το «απαύγασμα της δόξης» του Πατρός (Εβρ. 1, 3). Είναι φως υπέρλαμπρο, που καμιά σκιά δεν μπορεί να επισκιάσει και τίποτε να αμαυρώσει. Είναι, όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως μας, «Φως εκ Φωτός».
Ως φως ο Κύριος «έλαμψε τω κόσμω». Ανέτειλε πάνω στο πρόσωπο της γης. Φωτίζει τις καρδιές των ανθρώπων και δίνει νόημα στη ζωή μας. «Ιδού δέδωκα σε...», είχε προφητεύσει πάλι ο Ησαΐας, «εις φως εθνών του είναι σε εις σωτηρίαν έως εσχάτου της γης» (Ησ. 49, 6). Χωρίς τον Χριστό παντού βασιλεύει σκοτάδι, σκοτάδι πηχτό και ανυπόφορο. Χωρίς τον Χριστό η γη μας μεταβάλλεται σε κόλαση. Χωρίς τον Χριστό η ζωή μας γίνεται κατάρα και συμφορά.

Πώς όμως και γιατί είναι φως ο Χριστός;

1. ΦΩΣ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, πρώτον, διότι δίνει απάντηση στο μεγάλο ερώτημα που βασανίζει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη: «Από που έρχομαι;». Ο Χριστός μας λέει ότι προερχόμαστε από τον Θεό. Είμαστε πλάσματα Του. Παιδιά Του αγαπημένα. Στον κόσμο τούτο δεν βρεθήκαμε τυχαία. Δεν είμαστε δημιουργήματα της τύχης. Δεν έσκασε η κοπριά και μας έβγαλε, αλλά μας έπλασε το χέρι του πανσόφου Δημιουργού. Ο κόσμος όλος και ο άνθρωπος είναι έργο της αγάπης Του. Εκείνος τον έπλασε. Εκείνος τον κυβερνά. Εκείνος προνοεί και φροντίζει ανύστακτα για τα πάντα.
2. Φως ο Χριστός, δεύτερον, γιατί μας δείχνει πως πρέπει να πορευόμαστε στον κόσμο αυτό. Ήρθε για μας στον κόσμο. Ενανθρώπισε από ανέκφραστη αγάπη για να μας λυτρώσει. Γράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (3, 16). Ο Κύριος μας φανέρωσε την Αλήθεια Του. Μας παρέδωσε αλάθητο και αιώνιο κώδικα αληθινής ζωής το Ευαγγέλιο Του. Μας προσκάλεσε κοντά Του. Για να Τον ακολουθήσουμε. Για να ζήσουμε τη δική Του ζωή. Μια ζωή καινούργια, φωτεινή, ζωή αγάπης και δικαιοσύνης. Και δεν περιορίστηκε να κηρύξει μόνο την καινούργια ζωή. Αλλά και θυσιάστηκε πάνω στο σταυρό για ν’ αποκτήσουμε τη δυνατότητα της σωτηρίας. Για να μπορέσουμε οπλισμένοι με τη χάρη της σταυρικής Του θυσίας να ζήσουμε τη χριστιανική ζωή. Τη ζωή που καταξιώνει τον άνθρωπο, που τον ανεβάζει ψηλά και τον συγκαταλέγει μεταξύ των αγαπημένων παιδιών του Θεού.
3. Φως ο Χριστός, τρίτον, γιατί Εκείνος δίνει απάντηση στη μεγάλη αγωνία που συνέχει το ανθρώπινο γένος διαμέσου των αιώνων: «Που πηγαίνω; Τι υπάρχει πέρα από το φοβερό μυστήριο του θανάτου;». Ο Χριστός μας λέει ότι δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά οδίτες. Ταξιδιώτες στον κόσμο αυτό. «Ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλ. 3, 20). Και «ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν» (Εβρ. 13, 14). Δεν είμαστε μόνιμοι εδώ αλλά προσωρινοί. Για αλλού προοριζόμαστε. Και δεν καταλήγουμε στο μηδέν. Ούτε τα πάντα σταματούν στην ταφόπετρα του νεκροταφείου. Η ζωή συνεχίζεται διότι ο άνθρωπος πλάστηκε με ψυχή αθάνατη. Πλέουμε τον αφρισμένο πόντο της παρούσης ζωής και κατευθυνόμαστε για το μεγάλο και γαλήνιο λιμάνι της ουράνιας Βασιλείας. Της Βασιλείας που δια του Κυρίου έφθασε. Που έχει ανοίξει τις πύλες της και περιμένει τον καθένα μας.
Η αποκαρδιωτική στάση πολλών ανθρώπων

ΦΩΣ, ΛΟΙΠΟΝ, ο Χριστός μας. Και οι άνθρωποι; Είναι τραγική η διαπίστωση που κάνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. «Το φως», παρατηρεί, «ελήλυθεν εις τον κόσμον, και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως. Ην γαρ πονηρά αυτών τα έργα» (3, 19). Το φως έχει την ιδιότητα να φωτίζει και να αποκαλύπτει. Εκείνος, λοιπόν, που τα έργα του, η ζωή του είναι σκοτεινή μισεί το φως. Το φοβάται. Το αποφεύγει. «Πας γαρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως», συνεχίζει ο ίδιος ευαγγελιστής, «και ουκ έρχεται προς το φως, ίνα μη ελεγθή τα έργα αυτού» (στιχ. 20). Έτσι, δυστυχώς, γίνεται και με πολλούς από μας. Αρνούμαστε εύκολα τον Χριστό. Τον περιφρονούμε. Τον διώχνουμε. Και αιτία είναι η αμαρτωλή ζωή μας. Τα σκοτεινά έργα μας. Τα πάθη που φωλιάζουν μέσα μας και που μας εμποδίζουν να πλησιάσουμε τον Κύριο και να ζήσουμε κοντά Του. Όμως τι φοβερό πράγμα, ο άνθρωπος να ζει μακρυά από το φως του Χριστού! Τυλιγμένος στα πηχτά σκοτάδια της πλάνης και της αμαρτίας!

Το δικό μας χρέος
ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ, λοιπόν; Πρώτον να πιστέψουμε στο φως. Να πιστέψουμε ακλόνητα στο Χριστό, αν θέλουμε να γίνουμε παιδιά του φωτός. Παιδιά του Θεού. «Πιστεύετε – μας προτρέπει ο Κύριος – εις το φως, ίνα υιοί φωτός γένησθε» (Ιω. 12, 26).
Και δεύτερον, ν’ ακολουθήσουμε το φως. Το φως του Χριστού να φωτίζει τα βήματα μας. Το φως του Χριστού, ο λόγος και η αλήθεια Του να καταυγάζει τη ζωή μας. Αυτό ακριβώς μας υποδεικνύει ο απόστολος Παύλος: «Ως τέκνα φωτός περιπατείτε» (Εφεσ. 5, 8).

* * *
Αδελφοί μου,
«Το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον». Ο Χριστός ήρθε. Το φως το αληθινό έλαμψε. Η αλήθεια φανερώθηκε. Δεν έχουμε παρά να το δεχτούμε ή να το απορρίψουμε. Αν το δεχτούμε, θα ζήσουμε. Θα γίνουμε παιδιά του φωτός και της αλήθειας. Αν το αρνηθούμε, θα παραμείνουμε αλύτρωτοι. Δούλοι της αμαρτίας, δούλοι «των έργων του σκότους» (Ρωμ. 13, 12). Σ’ εμάς, αδελφοί, εναπόκειται η μεγάλη εκλογή!

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010



Ο ΤΙΜΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ


Α΄. Ποιος είναι ο τίμιος Πρόδρομος


Είναι αυτός για τον οποίον ο Χριστός είπε ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να γεννήθηκε από γυναίκα και να είναι ανώτερος του. Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας ψάλλει στο απολυτίκιό του· «Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων σοι δε αρκέσει η μαρτυρία του Κυρίου Τίμιε Πρόδρομε».
Πράγματι ο Τίμιος Πρόδρομος έχει ιδιαίτερα και πολλαπλά χαρακτηριστικά.
Είναι αυτός που γεννιέται με έκτακτο και ασυνήθιστο τρόπο από την περασμένης ηλικίας μητέρα του· είναι καρπός προσευχής μάλλον παρά σαρκικού θελήματος.
Είναι αυτός που λύνει την αφωνία του πατέρα του και σκορπά χαρά σ’ όλους με τη γέννησή του.
Είναι ο παραιτούμενος οικιοθελώς από τη νομική ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης και σχολάζων κατά Θεό στην έρημο του Ιορδάνου.
Είναι ο άκρος ασκητής και εγκρατευόμενος· δεν πίνει οινοπνευματώδη εντελώς, έχει περιορίσει στο ελαχιστότατο τις ανάγκες της τροφής, της ενδύσεως, της διαβιώσεως.
Είναι ο κατ’ εξοχήν ελεύθερος άνθρωπος. Ελεύθερος από την τυραννία της τροφής, των ρούχων, των αξιωμάτων, της κολακείας, της κοινωνικής αποδοχής και συμπαραστάσεως. Ελεύθερος από τον φόβο και τις πιέσεις θρησκευτικού και πολιτικού κατεστημένου.
Είναι ο επίγειος άγγελος και ο επουράνιος άνθρωπος. Είναι ο Αδάμ πριν την πτώση και πριν δημιουργηθεί η Εύα. Ο κατ’ εξοχήν παρθένος και άγαμος. Το κατ’ εξοχήν εκλεκτό δημιούργημα του Θεού. Η Παναγία και αυτός είναι οι δύο μεγάλοι άγιοι της Εκκλησίας.
Είναι αυτός που έχει Πνεύμα Άγιο από την κοιλιά της μητέρας του και γι’ αυτό λαλεί προφητικά με τη γλώσσα της μητέρας του, ενώ ακόμη είναι έμβρυο έξι μηνών (Λκ. 1,41-45).
Είναι ο Πρόδρομος του Κυρίου, όχι μόνο όταν ζούσε αλλά και όταν πέθανε. Προπορεύθηκε και προετοίμασε τις ψυχές των ανθρώπων και στη γη και στον Άδη. Τον έδειξε στους ανθρώπους ως έμβρυο, ως ώριμος άνδρας αλλά και ως νεκρός.
Είναι αυτός που έρχεται «εις τύπον και τόπον», «εν πνεύματι και δυνάμει» του προφήτου Ηλία. Πυρφόρος, αλύγιστος, άτρομος, ασυμβίβαστος. Η μόνη του διαφορά με τον Ηλία ότι δεν έκανε χρήση της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή να κάψει αποσπάσματα στρατιωτών, να σφάξει τους ιερείς των ειδώλων και τους ψευδοπροφήτες, ή να ταλαιπωρεί με ξηρασία τον αμαρτωλό λαό. Ήταν οξύς και απειλητικός και ελεγκτικός μόνο στο κήρυγμα. Το κύριο και μόνο όπλο των αποστόλων.
Είναι ο προφήτης που εμφανίζεται μετά από μακρόχρονη παύση της προφητείας. Πέντε αιώνες περίπου είχαν περάσει από την εμφάνιση του τελευταίου προφήτου του Μαλαχία. «Λιμός του ακούσαι τον λόγον Κυρίου» είχε πέσει. Η μεγαλύτερη τιμωρία και αποδοκιμασία του Θεού. Ο λαός διψούσε για προφητικό κήρυγμα και για προφητική καθοδήγηση και γι’ αυτό πλημμύρισαν από κόσμο οι όχθες του Ιορδάνου όταν εμφανίσθηκε.
Είναι ο μόνος προφήτης που προφητεύτηκε εκ των προτέρων –από δύο προφήτες της Π.Δ. (Ησαΐα και Μαλαχία) και από τον πατέρα του (Λκ. 1,76)- ότι θα έρθει για να κάνει αυτό το έργο. «Ως γέγραπται εν ταις προφήταις, ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθεν σου (Μαλ.3,1)· φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού (Ησ. 40,3)» (Μαρκ. 1,2-3).
Είναι ο Βαπτιστής του Κυρίου, που αξιώθηκε ανάμεσα σε δισεκατομμύρια ανθρώπους όλων των εποχών να τον βαπτίσει!
Είναι ο θεόπτης που είδε τον Χριστό ως άνθρωπο, το Πνεύμα το Άγιο «εν είδει περιστεράς» και άκουσε τη φωνή του Θεού Πατέρα, βιώνοντας έτσι το μυστήριο της Αγίας Τριάδος.
Είναι, αν και χαρισματούχος και φοβερά άγιος, αφάνταστα ταπεινός. Τον ρωτούσαν μήπως είναι ο Ηλίας που τον πήρε ο Θεός χωρίς να γνωρίσει θάνατον. Τον ρωτούσαν μήπως είναι ο Μεσσίας. Ερωτήματα που ξυπνούν τον ανθρώπινο εγωισμό και την ματαιοδοξία και που μπορούν να σπρώξουν τον άνθρωπο στο δρόμο της απωλείας. Κι όμως ο Ιωάννης πέρα για πέρα ταπεινός ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι ο Ηλίας, δεν είναι ο Μεσσίας, απλώς είναι αυτός που προετοιμάζει την οδό του Κυρίου. Κι όταν βλέπει τον Κύριο λέγει στους μαθητές του να ο αμνός του Κυρίου ακολουθείστε τον. Εγώ πρέπει να μικραίνω κι αυτός να μεγαλώνει. Εγώ δεν είμαι άξιος ούτε τα κορδόνια από τα παπούτσια να λύσω. Εγώ σας βαπτίζω με νερό αυτός θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο. Κι όταν βάπτισε τον Χριστό είπε εγώ πρέπει να βαπτισθώ από σένα και όχι εσύ.
Είναι αυτός που μαρτύρησε και σφαγιάστηκε χάριν του Χριστού. Πριν σφαγιασθεί ο «Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», τα νήπια που σφαγίασε ο Ηρώδης ο μέγας και ο Τίμιος πρόδρομος που έσφαξε ο Ηρώδης Αντίπας τη απαιτήσει της συζύγου του Ηρωδιάδος, είναι τα αίματα που χύθηκαν για να καθαρίσουν τον κόσμο κάπως και να τον προετοιμάσουν να οικειωθεί την Θυσία του Σταυρού.

Β΄. Ποιο ήταν το έργο του
α΄. Να προαναγγείλει τον ερχομό του Χριστού.
Από την εποχή του Αβραάμ ο Θεός μιλούσε για κάποιον που θα έφερνε την ευλογία του Θεού σ’ όλο τον κόσμο. Που θα ένωνε ξανά τη γη με τον ουρανό. Που θ’ αποκαθιστούσε τις σχέσεις μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Περνούσαν όμως οι αιώνες και ο λυτρωτής αυτός δεν φαινόταν. Οι άνθρωποι είχαν σταματήσει πλέον να ελπίζουν και να περιμένουν τον ερχομό του. Κι έρχεται ο Πρόδρομος να τους το υπενθυμίσει και να ξαναζωντανέψει στη θύμισή τους τον ερχομό του.
β΄. Να προετοιμάσει τον κόσμο να δεχθεί τον Κύριο, δηλαδή να μετανοήσει.
Το «ετοιμάσατε την οδόν του Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού» (Ησ. 40,3) σημαίνει προετοιμάστε τις ψυχές των ανθρώπων να τον δεχθούν. Αυτές είναι που είναι γεμάτες από πάθη και ελαττώματα, που σαν αγκάθια, δεν επιτρέπουν να περάσει ο ερχόμενος Κύριος. Έτσι ο Πρόδρομος κατέστη ο κατ’ εξοχήν διδάσκαλος του νόμου του Θεού, ο κατ’ εξοχήν προφήτης και απόστολός του.
Αυτό θα είναι και το έργο του Χριστού ως ανθρώπου μετέπειτα. Να μετανοήσει ο κόσμος και να ενωθεί ξανά με τον Τριαδικό Θεό.
Λέγει ο αείμνηστος π. Αθάνασιος Μυτιληναίος σε ομιλία του· «Όταν ο Θεός μιλούσε στον Αδάμ στον παράδεισο δεν χρειαζόταν καμμία προετοιμασία. Ο Θεός παρουσιαζότανε και μιλούσε, δεν ξέρουμε πως γινόταν αυτό μόνο ο Αδάμ και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης το γνωρίζουν, πάντως μιλούσε και παρουσιαζότανε εική και ως έτυχε, χωρίς προετοιμασία. Διότι οι πρωτόπλαστοι δεν είχαν ακόμη αμαρτήσει.
Μετά την πτώση όμως τα πράγματα άλλαξαν. Η αμαρτία έγινε εμπόδιο στο να συναντά ο Θεός τον άνθρωπο και όταν τον συναντούσε κατ’ ανάγκη, λόγω πρωτοβουλίας του Θεού, ό άνθρωπος γέμιζε από φόβο και αγωνία. Γι’ αυτό, όταν προσπαθεί να δει τον Αδάμ και την Εύα μετά τη πτώση, εκείνοι κρύβονται και δεν παρουσιάζονται.
Έκτοτε ο άνθρωπος για ν’ αναφερθεί στο Θεό προετοιμάζεται. Η προετοιμασία αυτή ήταν κάποια θυσία ή κάποια ιδιαίτερη άσκηση και καθαρμός εκούσια ή κάτι που το του ζητά ο Θεός εκ των προτέρων».
Ας θυμηθούμε την θυσία του Άβελ και του Κάιν και το πώς ο Θεός αντέδρασε σ’ αυτήν ανάλογα με την προσφορά που δέχθηκε.
Ας θυμηθούμε τις θυσίες που προσφέρανε οι πατριάρχες των Εβραίων, Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ σε ξεχωριστές και επίσημες στιγμές της ζωής τους. Ας θυμηθούμε την προετοιμασία των Ισραηλιτών και του Μωυσή στο Σινά, κατόπιν εντολής του Θεού, πριν πάρουν το νόμο του Θεού.
Ας θυμηθούμε τον Ηλία, που νήστεψε κι αυτός σαράντα μερόνυχτα πριν δει τον Θεό, λόγω ιδιαιτέρων συνθηκών που αντιμετώπιζε τότε, όταν τον καταδίωκε η Ιεζάβελ για να τον σκοτώσει,.
Κι όλα αυτά δεν έπρεπε να είναι αυτονομημένα και αποκομμένα από την ψυχή του ανθρώπου, αλλά να εδράζονται και να ξεκινούν από την γνήσια και αυθεντική μετάνοια του. Η θυσία, η νηστεία, το πένθος, η συντριβή, η εκζήτηση του ελέους του Θεού, η αλλαγή νοοτροπίας και διαθέσεως όλα αυτά είναι, πρέπει να είναι στοιχεία και ενδείξεις της μετανοίας του ανθρώπου. Ας διαβάσουμε το πρώτο κεφάλαιο της προφητείας του Ησαΐα για να δούμε πως εκείνο που μας προετοιμάζει για να συναντήσουμε το Θεό είναι κυρίως η γνήσια μετάνοια και η υπακοή στο θέλημά του. Πολύ περισσότερο λοιπόν τώρα, που έρχεται ο Θεός να συναντήσει τον άνθρωπο πρόσωπο προς πρόσωπο, έπρεπε να γίνει μια προετοιμασία του αμαρτωλού λαού.
Έτσι ο Πρόδρομος αρχίζει το αφυπνιστικό του κήρυγμα «μετανοείτε» και οι άνθρωποι αρχίζουν να ανανήφουν και να τρέχουν κοντά του να τον συμβουλευθούν. Έρχονται οι όχλοι, οι Ιεροσολυμίτες, οι τελώνες, οι στρατιώτες και ρωτούν «τι ουν ποιήσομεν» (Λουκ. 3,10-14). Οι μόνοι που δεν έρχονται για να ρωτήσουν με αγνό σκοπό είναι οι ιερείς, οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι «οι δικαιούντες εαυτούς» (Λουκ. 16,15). Γι’ αυτό ο Ιωάννης τους ελέγχει σκληρά ονομάζοντάς τους «γενεά εχιδνών» και υποδεικνύοντάς τους να μετανοήσουν και να μη επαναπαύονται στο ότι είναι απόγονοι του Αβραάμ.
γ΄. Να δείξει τον Χριστό.
Την εποχή εκείνη υπήρχε μεγάλη σύγχυση για το ποιος θα είναι ο Χριστός. Άλλοι λέγανε μήπως είναι ο Ιωάννης και ο Ιωάννης απαντούσε αρνητικά. Άλλοι λέγανε ότι θα είναι ο Ιερεμίας, ο Ηλίας ή κάποιος άλλος προφήτης. Η σύγχυση που επικρατούσε τότε ήταν σαν τη σύγχυση που επικρατεί τώρα για το πρόσωπο του αντιχρίστου. Έρχεται λοιπόν ο Πρόδρομος και τον δείχνει· «να αυτός είναι ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτία του κόσμου». Εδώ είναι το κυρίως προφητικό έργο του Ιωάννου, ν’ αποκαλύψει την παρουσία του Θεού στον κόσμο που δεν τη γνωρίζει.
δ΄. Να βαπτίσει τον Χριστό.
Τι ήταν το βάπτισμα του Ιωάννου; Ήταν βάπτισμα μετανοίας. Ήταν δηλαδή ένα μέσο που καλλιεργούσε τους ανθρώπους και τους προετοίμαζε για να μετανοήσουν. Ο Ιωάννης ήταν «κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Λουκ.3,3) Εγώ βαπτίζω με νερό έλεγε ο Ιωάννης θα έρθει όμως ο Μεσσίας που θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο «αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί» (Λουκ.3,16).
Με το νερό ένα μεταλλικό αντικείμενο καθαρίζεται μόνο εξωτερικά, ενώ η φωτιά εισχωρεί μέσα του και το λειώνει, ώστε να καθαρισθεί από κάθε πρόσμιξη, να πάρει νέα μορφή και νέο σχήμα. Έτσι το βάπτισμα του Μεσσία -που εμφανίζεται πρώτη φορά την ημέρα της Πεντηκοστής, όπου το άγιο Πνεύμα κατέρχεται με μορφή πυρίνων γλωσσών εκπληρώνοντας την προφητεία του Ιωάννου- εξαγνίζει βαθειά τον άνθρωπο και τον μεταμορφώνει, καθώς το άγιο Πνεύμα σαν φωτιά διαπερνά ολόκληρη την ύπαρξή του.



ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

www.pmeletios.com

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2010



ΕΠΕΦΑΝΗ Η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Η ΣΩΤΗΡΙΟΣ


(Αναφορά στη μεγάλη εορτή των Θεοφανείων)


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου- Καθηγητού


Τα ʼγια Θεοφάνεια είναι μια από τις μεγαλύτερες εορτές της Χριστιανοσύνης. Κατ' αυτήν εορτάζεται το μεγάλο γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου στα ιορδάνεια νάματα και η θαυμαστή και σπάνια φανέρωση της Τριαδικής Θεότητος στον κόσμο.
Η σπουδαιότητα της μεγάλης εορτής φαίνεται από το γεγονός ότι αυτή, μετά το Πάσχα, είναι η αρχαιότερη χριστιανική εορτή. Ιστορικές μαρτυρίες αναφέρουν ότι καθιερώθηκε νωρίτερα από το 140 μ.Χ. από την ομάδα του αιρετικού Γνωστικού Βασιλείδη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Οι Γνωστικοί εόρταζαν τη Βάπτιση του Χριστού και ταυτόχρονα την Γέννησή του στις 6 Ιανουαρίου, διότι πίστευαν πως κατά τη βάπτιση ενώθηκε ο «αιώνας» Χριστός με τον άνθρωπο Ιησού, κακοδοξία, την οποία υιοθέτησαν αργότερα και οι αιρετικοί Νεστοριανοί. Η καθιέρωσή της δεν είναι επίσης άμοιρη με την οργιαστική ειδωλολατρική εορτή του χειμερινού ηλιοστασίου των Αιγυπτίων και των Αράβων, η οποία συνέπιπτε την ίδια ημερομηνία.
Φαίνεται πως η εορτή αυτή έτυχε μεγάλης αποδοχής τόσο από τους αιρετικούς Γνωστικούς, όσο και από πολλούς χριστιανούς, καθ' ότι η Εκκλησία δεν είχε ως τότε καθιερώσει τέτοια εορτή. Ίσος το γεγονός αυτό οδήγησε την Εκκλησία να υιοθετήσει την εορτή αυτή και να αποτρέψει τους πιστούς να συνεορτάζουν με τους αιρετικούς Γνωστικούς. Οι πηγές μας βεβαιώνουν πως η εορτή των Θεοφανίων, κατά την οποία εορτάζονταν μαζί η Γέννηση και η Βάπτιση του Κυρίου στα τέλη του 2ου αιώνα ήταν γεγονός. Ως τα τέλη του 4ου αιώνα στη Δύση εορτάζονταν μαζί η Γέννηση και η Βάπτιση, οπότε και μεταφέρθηκε η εορτή της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου, αντικαθιστώντας την ειδωλολατρική εορτή του «Αήττητου Ηλίου». Στην Ανατολή χωρίστηκε επί ιερού Χρυσοστόμου στις αρχές του 5ου αιώνα. Στις λεγόμενες προχαλκηδόνιες εκκλησίες (Κοπτική, Αρμενική, Νεστοριανική, κλπ), κράτησαν την αρχαία παράδοση εορτάζοντας την 6η Ιανουαρίου τη Γέννηση και τη Βάπτιση μαζί.
Το γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου ενέχει τεράστια θεολογική σημασία. Σύμφωνα με την βιβλική διήγηση όταν ο Χριστός έγινε τριάντα ετών και προκειμένου να βγει στο δημόσιο βίο Του πήγε στην έρημο του Ιορδάνη προκειμένου να λάβει το τυπικό βάπτισμα της μετανοίας από τον τίμιο Πρόδρομο. Στα μέρη εκείνα ο μέγας προφήτης Ιωάννης κήρυττε με αφάνταστη τόλμη και παρρησία τη μετάνοια, ώστε να υποδεχτούν οι άνθρωποι καθαρμένοι τον ερχόμενο Σωτήρα. Συνέρεαν κοντά του μεγάλα πλήθη για να ακούσουν τον διαπρύσιο και ελπιδοφόρο κήρυκα. Αυτός τους έβαζε στα νερά του Ιορδάνη, όπου εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Ήταν μια καθαρά συμβολική πράξη. Όπως έτρεχε το γάργαρο νερό και καθάριζε τους σωματικούς ρύπους κατά τον ίδιο τρόπο η εξομολόγηση και μετάνοια καθάριζε την ψυχή του βαπτιζομένου.
Ο Κύριος προκειμένου να δείξει ως άνθρωπος σεβασμό στην ανθρώπινη παράδοση δέχτηκε να λάβει το τυπικό βάπτισμα του Ιωάννη, χωρίς ουσιαστικά να το έχει ανάγκη, διότι ήταν απόλυτα αναμάρτητος, «ο πάσης επέκεινα καθαρότητος». Αυτό θα τον διευκόλυνε στο μεγάλο δημόσιο απολυτρωτικό έργο που θα άρχιζε κατόπιν. Ο Ιωάννης θεωρούνταν μεγάλος προφήτης από το λαό. Η υπόδειξη του Ιησού από αυτόν ως «Αμνού του Θεού, του αίροντος την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν.1:29) ήταν απαραίτητη. Η μαρτυρία του Ιωάννη για τον Χριστό στάθηκε καθοριστική, τα πλήθη πείσθηκαν και αναγνώρισαν στο πρόσωπο του Ιησού τον αναμενόμενο Μεσσία. Χάρη σε αυτή τη μεγάλη μαρτυρία σχηματίσθηκε ο πρώτος πυρήνας των συνεργατών του Κυρίου.
Εκτός από την μαρτυρία του Ιωάννη υπήρξε και ένα άλλο συγκλονιστικό και μοναδικό γεγονός. Τη στιγμή που ο Κύριος μπήκε στα νερά του Ιορδάνη άνοιξαν οι ουρανοί και παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως ο Τριαδικός Θεός στα παραβρισκόμενα πλήθη. Ο Ενανθρωπήσας Λόγος βρίσκονταν στα ιορδάνεια νάματα, το ʼγιο Πνεύμα κατέβαινε «ωσεί περιστερά» (Ματθ.3:16) και από τον ανοιγμένο ουρανό ακούστηκε η φωνή του Πατέρα «ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» (Ματθ.3:16,17). Αυτό το συγκλονιστικό γεγονός της θεοφάνειας σημαίνει ότι το έργο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους είναι συλλογική απόφαση του Τριαδικού Θεού. Η φανέρωσή Του κατά την στιγμή της Βαπτίσεως του Χριστού φανερώνει την επιβεβαίωση για την ξεχωριστή επιμέλεια του Θεού για τη λύτρωση του κόσμου και την επίσημη χρίση του Χριστού ως Μεσσία και Λυτρωτή της ανθρωπότητας και ολοκλήρου της κτίσεως. Αποτέλεσμα αυτής της επιβεβαίωσης είναι η κατοπινή δυναμική πορεία του Κυρίου στον κόσμο της πτώσεως και της φθοράς και η πανηγυρική νίκη Του κατά των δυνάμεων του σκότους, η οποία θα ολοκληρωθεί με την λαμπροφόρο Ανάστασή Του! Στην ευφρόσυνη εορτή ψάλλουμε σχετικά: «Βαπτίζεται Χριστός μεθ' ημών ο πάσης επέκεινα καθαρότητος, ενίησι τον αγιασμόν τω ύδατι και ψυχών τούτο καθάρσιον γίνεται΄ επίγειον το φαινόμενον, και υπέρ τους ουρανούς το νοούμενον...» (4ο τροπ. των Αίνων των Φώτων).
Το γεγονός της Βαπτίσεως του Κυρίου αποτελεί φωτεινό ορόσημο στην επί γης πορεία και δράση του Σωτήρα μας, διότι «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ματθ.4:16). Η είσοδος του Χριστού στον κόσμο διέλυσε τα πνευματικά σκοτάδια του πτωτικού παρελθόντος, διότι είναι ο Ίδιος το «φως το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον» (Ιωάν.1:9). Κατά τα Θεοφάνια «εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» (Ιωάν.1:14). Γι' αυτό οι πιστοί ονόμασαν τη μεγάλη αυτή εορτή τα Φώτα και μάλιστα η αρχαία Εκκλησία πραγματοποιούσε την ημέρα αυτή τις βαπτίσεις των κατηχουμένων, τις οποίες ονόμαζε φωτισμούς! Ο ιερός υμνογράφος της μεγάλης εορτής μας προτρέπει: «Δεύτε λάβετε πάντες Πνεύμα σοφίας, Πνεύμα συνέσεως, Πνεύμα φόβου Θεού, του επιφανέντος Χριστού» (τροπ. Μ. Αγιασμού).
Μια άλλη σημαντική παράμετρος της εορτής των Θεοφανίων είναι ο καθαγιασμός της φύσεως. Η κάθοδος του Χριστού στα ιορδάνεια ρείθρα σημαίνει τον καθαγιασμό του υγρού στοιχείου, που είναι η βάση της ζωής σε ολόκληρη τη δημιουργία και κατ' επέκταση ο καθαγιασμός ολόκληρης της κτίσεως, η οποία εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτίας «συστενάζει και συνωδύνει άχρι του νυν» (Ρωμ.8:22). Οι καταπληκτική ασματική ακολουθία της εορτής είναι γεμάτη από ύμνους, αναγνώσματα και ευχές, που αναφέρονται στον εξαγιασμό της φύσεως με προεξάρχουσες τις υπέροχες ευχές του Μεγάλου Αγιασμού. Ο ίδιος ο Μεγάλος Αγιασμός, που μεταλαμβάνουμε την ημέρα αυτή, είναι η απελευθέρωση της υλικής δημιουργίας από τη φθορά της πτώσεως και η μετουσίωσή της στην προπτωτική κατάστασή της. Ο προφήτης Ησαϊας προείδε αυτή την θαυμαστή εσχατολογική μεταμόρφωση του υλικού κόσμου ως εξής: «Τα γαρ όροι και οι βουνοί εξαλούνται, προσδεχόμενοι υμάς εν χαρά, και πάντα τα ξύλα του αγρού επικροτήσει τοις κλάδοις. Και αντί της στοιβής αναβήσεται κυπάρισσος, και αντί της κονύζης αναβήσεται μυρσίνη. Και έσται Κυρίω εις όνομα, και εις σημείον αιώνιον, και ουκ εκλείψει» (Ησ.55:12). Οι λαμπρές τελετές του καθαγιασμού των υδάτων, με τη ρίψη του Τιμίου Σταυρού σε αυτά, την αγία αυτή ημέρα, σημαίνουν τον αέναο εξαγιασμό της δημιουργίας, χάρη στην καθαρτική δύναμη του Χριστού, η οποία πηγάζει από τα ιορδάνεια ρείθρα. Η Ορθόδοξη ναυτική χώρα μας, η οποία ζει και μεγαλουργεί χάρη στο απλόχερο υγρό στοιχείο που την περιβάλλει, εορτάζει με ιδιαίτερη λαμπρότητα αυτή την εορτή και συμμετέχουν οι πιστοί πάνδημα στις λαμπρές τελετές του καθαγισμού των υδάτων.
Η μεγάλη εορτή των Θεοφανίων αποτελεί την απαρχή του επί γης απολυτρωτικού έργου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. «Αδάμ τον φθαρέντα αναπλάττει ρείθροις Ιορδάνου και δρακόντων κεφαλάς εμφωλευόντων διαθλάττει ο Βασιλεύς των αιώνων Κύριος» (2ο τροπ. Α΄ ωδής, του κανόνα των Φώτων). Αυτό μας κάνει να σκιρτούμε από χαρά και να γεμίζουμε τις πληγωμένες καρδιές μας από ανείπωτη ελπίδα για τη λύτρωσή μας από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του θανάτου. Το τυπικό βάπτισμα του Κυρίου στον Ιορδάνη αποτελεί για μας παράδειγμα για το ουσιαστικό μας βάπτισμα, το οποίο είναι «λουτρόν παλλιγγενεσίας» και θάνατος του παλαιού πτωτικού εαυτού μας και αναγέννηση της νέας εν Χριστώ υπάρξεώς μας. Δια του αγίου Βαπτίσματος «ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη, ίνα καταργηθή το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία» (Ρωμ.6:5). Στην καταπληκτική ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού διαβάζουμε: «Σήμερον τα των ανθρώπων πταίσματα τοις ύδασι του Ιορδάνου απαλείφονται. Σήμερον ο παράδεισος ανέωκται τοις ανθρώποις και ο ήλιος της δικαιοσύνης καταυγάζει ημίν... Σήμερον του παλαιού θρνήνου απηλλάγημεν και ως νέος Ισραήλ διασώθημεν. Σήμερον του σκότους εκλυτρούμεθα και τω φωτί της θεογνωσίας καταυγαζόμεθα. Σήμερον η αχλύς του κόσμου καθαίρεται, τη επιφανεία του Θεού ημών... Σήμερον ο Δεσπότης προς το βάπτισμα επείγεται, ίνα αναβιβάση προς ύψος το ανθρώπινον» (Ευχή Μ. Αγιασμού).
Ο Θεός της πίστεώς μας δεν είναι ένα αφηρημένο λογικό και θεωρητικό σχήμα, γέννημα ανθρώπινης φαντασίας, αλλά ο ζωντανός Τριαδικός Θεός, ο Οποίος καταδέχτηκε να εισέλθει στον κόσμο και την ανθρώπινη ιστορία, για χάρη της δική μας απολυτρώσεως. Ως σημείο δε της αέναης παρουσίας Του και της φανέρωσής Του στον κόσμο, είναι το ανεπανάληπτο γεγονός των Θεοφανείων, το οποίο εορτάζουμε με κάθε λαμπρότητα αυτή τη μεγάλη μέρα.