Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010


Κάποιες σκέψεις για το <<Νέον έτος>>.

Του Πρεσβυτέρου Δημητρίου Λ. Λάμπρου.

Σήμερα όλοι μιλούν για αγάπη αλλά κανείς δεν αγαπάει.
Σήμερα όλοι υπόσχονται να τη βρούνε αλλά, όχι τι θα βρούνε.
Με συμμαχίες ετοιμόρροπες και ενότητες κουρέλια, δεν δύναται να είμαστε Άνθρωποι.
Σε αυτούς που θέλουν να μας φυλακίσουν στις ανώμαλες απαιτήσεις τους, εμείς,
δηλώνουμε Τρελοί με τον Χριστό και, ελεύθεροι να αγωνιστούμε για να ξεφύγουμε
απο την κάλπικη τόλμη της ψευτοπαλληκαριάς και, την απατηλή γοητεία των παθών.
Άλλωστε η αίσθηση του κανούριου, προβάλει την απαίτηση της αλλαγής προς το πνευματικό συμφέρον. Στην ουσία ομως, ο μόνος Άχρονος είναι ο Σαρκωθείς Θεός, που ήρθε και έρχεται για να μεταβάλλει την προσωπική μας φθορά σε αφθαρσία και, την υποταγή μας στα πάθη σε Ελευθερία. Άλλωστε πρέπει να το καταλάβωμε ότι, <<ού γάρ έχομεν, ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν>>. ( Εβρ. ιγ΄ 14 ).

Χρόνια Πολλά και ευλογημένα απο την παρουσία Του.

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010


Λίγα λόγια για τα Χριστούγεννα.

Του Πρεσβυτέρου Δημητρίου Λ. Λάμπρου.


Φέτος τα Χριστούγεννα κάποιοι αδελφοί μας θα ξεχαστούν στα ανάκτορα του Ηρώδη. Κάποιοι άλλοι θα παραμείνουν στο δέντρο να κοιτάζουν τα φωτάκια αγνοώντας για το φως του Χριστού. Άλλοι θα γίνουν κοιλιόδουλοι στο ρεβεγιόν. Αρκετοί στο φούλ του άσσου και στο καρέ της ντάμας. Το μήνυμα της φάτνης δείχνει το δρόμο και δίνει τη λύση. Ας ακολουθήσουμε το Θείο βρέφος για να γίνουμε και εμείς Θεικοί κατά χάριν. Ο Χριστός ποτέ δεν είπε θολά ή ιδεαλιστικά λόγια. Όταν έλεγε "να είστε τέλειοι" (Ματθ. 5,48) το εννοούσε! Η Εκκλησία δεν υπάρχει παρά για να τραβά ανθρώπους προς την πλευρά του Χριστού, να τους κάνει, δηλαδή, μικρούς Χριστούς. Σε έναν κόσμο άχρωμο, που στενεύει, ήρθε η στιγμή να δραπετεύσουμε απο τα εμφιαλωμένα όνειρα, τις νυσταγμένες συνειδήσεις, τις κάλπικες επιθυμίες και τις ανούσιες σκέψεις. Ας μη μείνουμε και φέτος "μολυβένια στρατιωτάκια". Ας Του ζητήσουμε να μας αλλάξει. Ας Του δώσουμε ΟΛΟ μας τον εαυτό. Ας μη μείνουμε "νηστικοί" έχοντας ένα τόσο πλούσιο Πατέρα.


ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2010.

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010


ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ.
Η ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ:
Πότε και πού οι Μάγοι βρήκαν τον γεννηθέντα Χριστό;

«Πού εστίν ο βασιλεύς των Ιουδαί­ων; Είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ». (Ματθ. Κεφ. 2, 2).

Ο ερχομός του «ουράνιου αν­θρώπου», του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού στον κόσμο και η Γέννησή Του μέσα σε ένα στάβλο αλόγων ζώων είναι ένα γεγονός ιστορικά ε­ξακριβωμένο. Και μόνον η συνάντη­ση και συζήτηση του βασιλιά Η­ρώδη με το Εβραϊκόν ιερατείο, σε θρησκευτικο-ιστορική βάση, απο­δεικνύουν του λόγου του αληθές. «Και συναγαγών (ο Ηρώδης) πάντας τους αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο, που ο Χριστός γεννάται. Οι δε είπον αυτώ· εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ούτω γαρ γέγραπται…» (Ματθ. Κεφ. 2, 5-6).
Εκεί λοιπόν γεννήθηκε ο Χριστός, στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας, και οι πρώτοι που τον επισκέφτηκαν «εν τη φάτνη των αλόγων» ήσαν οι ποιμένες, όπως ακριβώς τους είχε πληροφορήσει ο άγγελος Κυρίου· «και ποιμένες ήσαν εν τη χώρα τη αυτή… φυλάσσοντες την ποίμνην αυτών. Και ιδού άγγελος Κυρίου επέστη αυτοίς… και είπεν… ιδού ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην… ότι ετέχθη υμίν σήμε­ρον σωτήρ, ος εστί Χριστός Κύριος… και τούτο το σημείον· ευρήσετε βρέφος εσπαργανωμένον κείμενον εν φάτνη… (και) οι ποιμένες είπον προς αλλήλους· διέλθωμεν δη έως Βηθλεέμ και ίδωμεν το ρήμα τούτο… και ήλθον σπεύσαντες και ανεύρον την τε Μαριάμ και τον Ιωσήφ και το βρέφος κείμενον εν τη φάτνη» (Λου­κά, κεφ. 2, 8-18).
Οι ποιμένες λοιπόν αυθημερόν, τις πρώτες ώρες της γέννησης, πήγαν και είδαν πρώτοι τον σπαργανωμένο Χριστό στην φάτνη των αλόγων ζώων, όπως τους ενημέρωσε ο άγγελος Κυρίου και το ερώτημα που γεννάται είναι τούτο:
Πότε και που οι «εξ ανατολών Μάγοι (= αστρονόμοι, ειδωλολάτρες)» βρήκαν και προσκύνησαν τον Χριστό; Κατά τα λεγόμενα της Γραφής, μάλλον, θα πρέπει να τον βρήκαν με τη βοήθεια του «φαινομένου αστέρος» πάνω από έξι μήνες και ολιγότερον του ενός έτους μετά την γέννησή Του σε κάποιο σπίτι της Βηθλεέμ.
Για να δούμε πώς ακριβώς έχουν τα ιστορικά γεγονότα και κατά πόσον τα λεγό­μενά μας αυτά ανταποκρίνονται στην αλήθεια.
1. Η απόσταση μεταξύ Βαβυλώνας και Ιερουσαλήμ είναι 900 μίλια συν την απόσταση Ιερουσαλήμ – Βηθλεέμ. Την απόσταση αυτή ο διακεκριμένος Ιουδαίος ιε­ρέας και μεγάλης υπόληψης γραμματέας βασιλικής Περσικής αυλής Έσδρας, οοποίος οδήγησε τους Ισραηλίτες από τη Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ, την κάλυψεσε χρόνο πέραν των πέντε μηνών (Μάρτιος – Αύγουστος)· «Εν μία του μηνός τουπρώτου (Μάρτιος), αυτός εθεμελίωσε την ανάβασιν την από Βαβυλώνος, εν δε τηπρώτη του μηνός του πέμπτου ήλθοσαν εις Ιερουσαλήμ»· (Β΄ Έσδρας κεφ. 7, 9).
2. Οι Μάγοι, οι οποίοι ξεκίνησαν μετά τον «φανέντα αστέρα» και ύστερα απόκάποια οπωσδήποτε καθυστέρηση λόγω συνεννόησης και προετοιμασίας για τοταξίδι, κάλυψαν την ίδια απόσταση σε χρονικό διάστημα πέραν των έξι μηνών. Τούτο εξάγεται και από τα εξής λεγόμενα της Γραφής σχετικά με την προσκύνηση των Μάγων:
α) Όταν ερώτησαν οι Μάγοι, που έφτασαν στην Ιερουσαλήμ, πού εγεννήθη «ο βασιλεύς των Ιουδαίων», ο βασιλιάς Ηρώδης, πέραν από την ταραχή του και την ακριβή πληροφόρηση περί του τόπου της γέννησης του Χριστού, σε όλως τυπική και ίσως σκηνοθετημένη όπως φαίνεται πράξη, κάλεσε κρυφά τους Μάγους σε τιμητική δήθεν δεξίωση, όπου και εξακρίβωσε τον χρόνο που φάνηκε το αστέρι· «Τότε ο Ηρώδης λάθρα καλέσας τους μάγους ηκρίβωσε παρ’ αυτών τον χρόνο του φαινομένου αστέρος, και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε· πορευθέντες ακρι­βώς εξετάσετε περί του παιδιού, επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, όπως κ’ αγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ» (Ματθ. Κεφ. 2, 7-9) και ο χρόνος αυτός, σύμφωνα με τα ως άνω δεδομένα, δεν πρέπει να υπολογίστηκε από τον Ηρώδη πέραν του έτους.
β) Ο Ηρώδης όταν διαπίστωσε πως εξαπατήθηκε από τους Μάγους, οι οποίοι «χρηματισθέντες κατ’ όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην δι’ άλλης οδού ανεχώρησαν», πήρε την απόφαση να φονεύσει όλα τα παιδιά και πέραν ακόμη από τα όρια της Βηθλεέμ· «Τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν, και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων» (Ματθ. Κεφ. 2, 16).
Δηλαδή, συνοψίζοντας τα ως άνω αναφερόμενα χρονικά διαστήματα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως οι Μάγοι βρήκαν και προσκύνησαν το Χριστό σε λιγό­τερο από ένα χρόνο και τούτο είναι αληθές από τον ακριβή χρόνο που ορίζει ο βασιλιάς Ηρώδης για την θανάτωση των νηπίων «από διετούς και κατωτέρω» γνωστού όντως, ότι ο αιμοβόρος Ηρώδης συγχρόνως με τον διπλασιασμό των τοπι­κών ορίων της Βηθλεέμ όπου γεννήθηκε ο Χριστός, διπλασίασε και τον χρόνο της γέννησής Του, ώστε να είναι βέβαιος, ότι και σε χώρο, αλλά και σε χρόνο θα εξασφάλιζε, οπωσδήποτε, τον βέβαιο θάνατο του γεννηθέντος Χριστού.
Ύστερα από τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω η απάντηση στην ερώτησή μας, «πότε και πού οι Μάγοι βρήκαν και προσκύνησαν τον Ιησού Χριστό», είναι προφανής. Τον βρήκαν προς το τέλος του έτους από τη γέννησή Του και βεβαίως όχι στη «φάτνη των αλόγων ζώων», αλλά σε κάποιο σπίτι της Βηθλεέμ, γιατί μετά την ευλογία του Ιησού Χριστού από τον Συμεών την όγδοη ημέρα στον ναό του Σολομώντος, επέστρεψαν πάλι στη Βηθλεέμ και είτε ο Ιωσήφ βρήκε σπίτι, είτε εφιλοξενούντο σε κάποιο σπίτι. Η Γραφή στο σημείον αυτό είναι λίαν σαφής· «Και ιδού ο αστήρ, ον είδον εν τη ανατολή, προήγεν αυτούς, (τους Μάγους), έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον… Και ελθόντες (οι Μάγοι) εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού». Ο Ιωσήφ ίσως, για την κάλυψη κάποιας οικογε­νειακής ανάγκης, να απουσίαζε εκείνες τις ώρες (Ματθ. Κεφ. 2, 9-10).
Επομένως, Ορθόδοξες εικόνες με επιλόχεια αντικείμενα και τους Μάγους να παρουσιάζονται στη φάτνη της γέννησης, αλλά και εορταστικές ακόμη παραστά­σεις που παρουσιάζουν την προσκύνηση των Μάγων στη φάτνη αλόγων ζώων, ουδόλως ανταποκρίνονται στην αγιογραφική ιστορική αλήθεια. Εκεί, στην φάτνη των αλόγων ζώων μόνον οι τσοπάνηδες πήγαν και από Ορθοδόξου πλευράς μόνον αυτοί πρέπει να παρουσιάζονται, και μάλιστα χωρίς κανένα απολύτως δώρον.

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2004
Πρεσβ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Θεολόγος – Εκκλ/κός Συνήγορος
Εκπρόσωπος του Δ.Σ. του Ι.Σ.Κ.Ε.
επί Νομο-Κανονικών θεμάτων
Περιοδικό Ενορία 20/12/04
Αριθμός φύλλου 983

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010


Επιμέλεια: Πρεσβύτερος Δημήτριος Λάμπρου.


Μη δικαιολογείς την αδράνειά σου.


Δεν υπάρχει πιο κρύο πράγμα από τον Χριστιανό που δεν σώζει άλλους. Δεν μπορείς εδώ να επικαλεσθείς την φτώχεια, διότι θα σε κατηγορήσει η χήρα που κατέβαλε τα δύο λεπτά… Δεν μπορείς να επικαλεστείς την ταπεινή σου καταγωγή, διότι και οι απόστολοι ήταν άσημοι και κατάγονταν από ασήμους. Δεν μπορείς να προβάλλεις την αγραμματοσύνη σου∙ κι εκείνοι ήταν αγράμματοι.Ακόμη κι αν είσαι δούλος, κι αν είσαι δραπέτης, θα μπορέσεις να εκπληρώσεις το καθήκον σου, διότι και ο Ονήσιμος τέτοιος ήταν. Κοίταξε όμως πού τον καλεί και σε τι υψηλό αξίωμα τον ανεβάζει ο απόστολος ∙ «ίνα κοινωνή μοι», λέγει, «εν τοις δεσμοίς μου». Δεν μπορείς να προφασιστείς την ασθένεια , διότι και ο Τιμόθεος τέτοιος ήταν, είχε «πυκνάς ασθενείας»…Δεν βλέπετε τα δένδρα τα άκαρπα πώς είναι γερά, πώς είναι ωραία, μεγάλα, λεία και ψηλά; Αλλά αν είχαμε κήπο, θα προτιμούσαμε να έχουμε ροδιές κι ελιές καρποφόρες παρά αυτά, διότι αυτά είναι για την τέρψη και όχι για την ωφέλειά μας∙ ελάχιστα ωφελούν. Τέτοιοι είναι οι χριστιανοί που φροντίζουν μόνο για τα δικά τους, ή μάλλον ούτε τέτοιοι, διότι αυτοί είναι για την φωτιά, ενώ τα καλλωπιστικά δένδρα χρησιμοποιούνται και για την οικοδόμηση και για την ασφάλεια των ιδιοκτητών.Τέτοιες ήταν και οι πέντε παρθένες, αγνές βέβαια και κόσμιες και σώφρονες, αλλά σε κανέναν χρήσιμες, γι’ αυτό και κατακαίονται. Τέτοιοι είναι αυτοί που δεν έθρεψαν τον Χριστό. Πρόσεξε ότι κανείς απ’ αυτούς δεν κατηγορείται για προσωπικά του αμαρτήματα∙ δεν κατηγορείται ότι πόρνευσε ούτε ότι επιόρκησε, καθόλου, αλλά ότι δεν υπήρξε χρήσιμος στον άλλο… Πώς είναι χριστιανός τέτοιος άνθρωπος; Πες μου, αν το προζύμι που ανακατεύεται με το αλεύρι δεν μεταβάλει στη δική του φύση όλο το φύραμα, είναι προζύμι; Και, αλήθεια, το μύρο που δεν γεμίζει ευωδιά εκείνους που πλησιάζουν, θα το ονομάσουμε μύρο;Μη πεις∙ μου είναι αδύνατον να παρακινήσω άλλους. Αν πράγματι είσαι χριστιανός, αδύνατο είναι το να μη συμβαίνει αυτό. Όπως αυτά που βλέπουμε στη φύση είναι αναντίρρητα, έτσι και τούτο∙ διότι στη φύση του χριστιανού βρίσκεται το πράγμα. Μην υβρίζεις τον Θεό. Αν πεις ότι δεν μπορεί να φωτίζει ο ήλιος, τον ύβρισες∙ αν πεις ότι ο χριστιανός δεν μπορεί να ωφελεί, ύβρισες τον Θεό και τον είπες ψεύτη. Διότι είναι ευκολότερο να μη θερμαίνει και να μη χύνει φως ο ήλιος, παρά να μη φωτίζει ο χριστιανός ∙ είναι ευκολότερο να γίνει σκοτάδι το φως, παρά να συμβεί αυτό. Μη λες, λοιπόν, είναι αδύνατο, διότι αδύνατο είναι το αντίθετο. Μην υβρίζεις, λοιπόν, τον Θεό.Αν ρυθμίσουμε σωστά τη ζωή μας , οπωσδήποτε θα συμβούν κι εκείνα και θα ακολουθήσουν σαν κάτι το φυσικό. Δεν είναι δυνατόν να μείνει κρυφό το φως του χριστιανού∙ δεν είναι δυνατόν να κρυφτεί μια τόσο φωτεινή λαμπάδα. Αν μην αμελούμε λοιπόν!


(Ιωάννου Χρυσοστόμου Εις τας Πράξεις 20, 4΄PG 60, 162-164 ) .

Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010


Πρεσβύτερος Δημήτριος Λάμπρου.


..............................Οι Ηρώδες δεν έλειψαν ποτέ ούτε και θα λείψουν. Όπως κατά το παρελθόν έτσι και στο μέλλον οι διώκτες του Χριστού, οι πολέμιοι του Ευαγγελίου Του, οι συκοφάντες της Εκκλησίας Του θα εξακολουθήσουν να επιδίδονται με ποικίλους τρόπους στο ανόσιο έργο τους. Άλλοτε κατά μέτωπον και άλλοτε ύπουλα και καμουφλαρισμένα. Άλλοτε με το ξίφος και άλλοτε με τη γραφίδα. Άλλοτε απροσχημάτιστα και άλλοτε χρησιμοποιώντας για όπλα τα λάθη των χριστιανών και τις ατέλειες των λειτουργών της Εκκλησίας.
Η δική μας θέση είναι πάντοτε κοντά στον Ιησού και μέσα στην Εκκλησία. Τοποθέτηση συνειδητή, στάση υπεύθυνη, θέση αγωνιστική. Η καρδιά μας πλημμυρισμένη από την αγάπη του Ιησού. Η ζωή μας λουσμένη στο φως του Χριστού. Η πορεία μας εμπνεόμενη από την αλήθεια του Ευαγγελίου. Η ελπίδα μέσα μας σταθερή ότι τελικά ο μεγάλος νικητής είναι πάντοτε ο Ιησούς, ότι καμιά απολύτως δύναμη δεν μπορεί να ανακόψει την λυτρωτική πορεία της Εκκλησίας μέσα στον κόσμο. Το ξίφος της εξουσίας, η γραφίδα των αθέων, η αντιθρησκευτική προπαγάνδα, η βία και η αστυνόμευση, όλοι αυτοί οι παλαιοί και σύγχρονοι Ηρώδες, θα είναι οι αιώνια ηττημένοι. Ο Ιησούς και η Εκκλησία Του θα νικήσουν και θα θριαμβεύσουν.


( απόσπασμα απο την τοποθέτηση του Πρεσβυτέρου Δημητρίου Λάμπρου, για την σχέση Εκκλησία-Κράτους, σε ραδιοφωνικό σταθμό της Άρτας ).

Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010


Χρειάζεται πνευματικός οδηγός στην πνευματική ζωή.

Σήμερα το πιο απαραίτητο είναι να βρουν οι άνθρωποι έναν πνευματικό, να εξομολογούνται, να του έχουν εμπιστοσύνη και να τον συμβουλεύoνται. Αν έχουν πνευματικό και βάλουν ένα πρόγραμμα με προσευχή και λίγη μελέτη, εκκλησιάζονται, κοινωνούν, τότε δεν έχουν τίποτε να φοβηθούν σ’ αυτήν την ζωή.Η ψυχή πρέπει να παρακολουθήται από τον πνευματικό, για να μη λαθέψη τον δρόμο της. Μπορεί να βοηθάη στον αγώνα λ.χ. και η πνευματική μελέτη, αλλά, αν κανείς δεν έχη πνευματικό οδηγό, μπορή να δίνη δικές του ερμηνείες σ’ αυτά που διαβάζει, και να πλανηθή. Βλέπεις, και όταν κάποιος πάη κάπου με το αυτοκίνητό του και δεν γνωρίζη καλά τον δρόμο, μπορεί να συμβουλεύεται τον χάρτη, αλλά σταματάει κιόλας και ρωτάει, για να μην πάρη λάθος δρόμο. Ξεκινάει, ας υποθέσουμε, από την Αθήνα να πάη στην Φλώρινα. Έχει χάρτη και τον παρακολουθεί, αλλά ρωτάει και σε κανένα περίπτερο αν πηγαίνη καλά, αν ο δρόμος είναι καλός, γιατί σε καμμιά διασταύρωση υπάρχει κίνδυνος να πάρη άλλο δρόμο και να βρεθή στην Καβάλα ή σε κάποιον γκρεμό να κινδυνέψη να σκοτωθή. Φυσικά, μπορεί κάποιος να ρωτήση, αλλά να μην πάρη τον δρόμο που θα του πουν, και να βρεθή τελικά αλλού, ή να μην προσέξη τα επικίνδυνα σημεία, και να πάθη κακό. Όποιος όμως του δείξη τον δρόμο και συγχρόνως του πη: «Πρόσεξε ,στο τάδε σημείο έχει μια επικίνδυνη στροφή, εκεί έχει έναν γκρεμό…», εκείνος θα έχη τον μισθό του. Το ίδιο, θέλω να πω, πρέπει να γίνεται και στην πνευματική ζωή. Είναι απαραίτητο ο πιστός να έχη πνευματικό οδηγό που θα τον καθοδηγή με τις συμβουλές του και θα τον βοηθάη δια του μυστηρίου της εξομολογήσεως. Έτσι μόνον μπορεί να ζήσει ορθόδοξη πνευματική ζωή και να είναι σίγουρος ότι βρίσκεται στον σωστό δρόμο.Τον πνευματικό οδηγό φυσικά κανείς θα τον διαλέξη. Δεν θα εμπιστευθή στον οποιονδήποτε την ψυχή του. Όπως για την υγεία του σώματος ψάχνει να βρη καλό γιατρό, έτσι και για την υγεία της ψυχής του θα ψάξη να βρη κάποιον καλό πνευματικό και θα πηγαίνη σ’ αυτόν, τον γιατρό της ψυχής, τακτικά.


Από το βιβλίο: Πνευματικός αγώνας

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΛΟΓΟΙ Γ’

ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ

«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»

ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ .

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010


Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης.

Ο Θεός ως διά μαγείας δεν ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα πάθη, τις αδυναμίες και τα νοσήματα. Όμως μία ορθή, διακριτική, συνειδητή πνευματική χριστιανική ζωή δημιουργεί έναν νηφάλιο τρόπο ζωής, ένα κλίμα εύκρατο, κλίμα ελευθερίας, ανέσεως, ειρήνης και χαράς, που δύσκολα αφήνει η γνησιότητά του να εισέλθουν νόθα στοιχεία που φέρουν θλίψη, απαισιοδοξία, μελαγχολία και κατάθλιψη. Οι δυσκολίες της ζωής είναι προς αντιμετώπιση και ωρίμανση και όχι προς απόγνωση. Είναι ανάγκη λοιπόν μεγάλη να νοηματοδοτηθεί ορθά και γερά η ζωή, ώστε να μη λυγίζει ή βουλιάζει στα μαύρα βαλτόνερα της κατάθλιψης.

Εφημερίδα Μακεδονία: 5/12/2010.

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 12 Δεκεμβρίου 2010.
Ευαγγελιστής Λουκάς κεφάλαιο ιδ΄ στίχοι: 16-24

Κείμενο:


Ο δε είπεν αυτώ· ανθρωπός τις εποίησε δείπνον μέγα και εκάλεσε πολλούς· και απέστειλε τον δούλον αυτού τη ώρα του δείπνου ειπείν τοις κεκλημένοις· έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμα εστί πάντα και ήρξαντο από μιας παραιτείσθαι πάντες. ο πρώτος είπεν αυτώ· αγρόν ηγόρασα, και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν· ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. και έτερος είπε· ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε, και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά· ερωτώ σε, έχε με παρητημένον. και έτερος είπε· γυναίκα έγημα, και δια τούτο ου δύναμαι ελθείν. και παραγενόμενος ο δούλος εκείνος απήγγειλε τω κυρίω αυτού ταύτα. τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης είπε τω δούλω αυτού· έξελθε ταχέως εις τας πλατείας και ρύμας της πόλεως, και τους πτωχούς και αναπήρους και χωλούς και τυφλούς εισάγαγε ώδε. και είπεν ο δούλος· κύριε, γέγονεν ως επέταξας, και έτι τόπος εστί. και είπεν ο κύριος προς τον δούλον· έξελθε εις τας οδούς και φραγμούς και ανάγκασον εισελθείν, ίνα γεμισθή ο οίκος μου. λέγω γαρ υμίν ότι ουδείς των ανδρών εκείνων των κεκλημένων γεύσεταί μου του δείπνου.


Μετάφραση:


Κι ο Ιησούς του είπε: «Κάποιος άνθρωπος ετοίμασε ένα μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς. Όταν ήρθε η ώρα του δείπνου, έστειλε το δούλο του να πει στους καλεσμένους: ελάτε, όλα είναι πια έτοιμα. Τότε άρχισαν ο ένας μετά τον άλλο να βρίσκουν δικαιολογίες: Ο πρώτος του είπε: έχω αγοράσει ένα χωράφι και πρέπει να πάω να το δω· σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένον. Άλλος του είπε: έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με. Κι ένας άλλος του είπε: είμαι νιόπαντρος και γι΄ αυτό δεν μπορώ να έρθω. Γύρισε ο δούλος εκείνος και τα είπε αυτά στον κύριό του. Τότε ο οικοδεσπότης οργισμένος είπε στο δούλο του: πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε μέσα τους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς. Όταν γύρισε ο δούλος του είπε: κύριε, αυτό που πρόσταξες έγινε και υπάρχει ακόμη χώρος. Είπε πάλι ο κύριος στο δούλο: πήγαινε έξω από την πόλη στους δρόμους και στα μονοπάτια κι ανάγκασέ τους να έρθουν, για να γεμίσει το σπίτι μου· γιατί σας βεβαιώνω πως κανένας από κείνους που κάλεσα δε θα γευτεί το δείπνο μου».



Σχόλια:



«Άνθρωπος τις εποίησε δείπνον μέγα»

ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΚΑΘΙΕΡΩΜΕΝΗ μέσα στη ζωή μας η πρόσκληση, το προσκλητήριο. Οι άνθρωποι αισθανόμαστε την ανάγκη σε κορυφαία γεγονότα της ζωής μας ή ακόμη σε τακτές ημέρες που ορίζουμε, να καλέσουμε και άλλους ανθρώπους. Για να συμμετάσχουν σ’ αυτά. Να συμμεριστούν τη χαρά μας κι εμείς τη ζεστασιά της παρουσίας τους. Να παρακαθίσουν στο τραπέζι μας και με τον τρόπο αυτό να βρεθούμε ο ένας πλησιέστερα στον άλλον. Η λήψη μιας τέτοιας πρόσκλησης συνήθως μας γεμίζει χαρά. Όσο μάλιστα πιο σημαντικό είναι το πρόσωπο που μας καλεί, μια προσωπικότητα εξέχουσα, τόσο μεγαλύτερη τιμή και χαρά αισθανόμαστε. Και τότε σπεύδουμε ν’ ανταποκριθούμε στην πρόσκληση. Να παραστούμε εκεί όπου μας καλούν και να συμπεριφερθούμε σύμφωνα με όλους τους τύπους που υπαγορεύει η καλή συμπεριφορά και απαιτεί η επισημότητα της στιγμής.
Σ’ ένα επίσημο και μεγάλο δείπνο και μια βαθιά τιμητική πρόσκληση αναφέρεται και η ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα. Δείπνο όχι ανθρώπινο αλλά ουράνιο και θείο. Και πρόσκληση που δεν διατυπώνει και δεν αποστέλλει άνθρωπος αλλά ο ίδιος ο Θεός.

Ποιο ακριβώς είναι το μέγα δείπνο;

ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ του Θεού. Σ’ αυτήν καλεί ο Θεός όλους τους ανθρώπους δια του Μονογενούς Υιού Του. Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός ήρθε κοντά μας, ενανθρώπησε, για να συναγάγει «εις έν» τα διασκορπισμένα παιδιά του Θεού (Ιω. 11, 52). Εκείνος μας έσωσε, γράφει ο απόστολος Παύλος, και μας καλεί με μια «άγια κλήση» (Β’ Τιμ. 1, 9) «εις την εαυτού βασιλείαν και δόξαν» (Α’ Θεσσ. 2, 19). Εκείνος μας υποσχέθηκε το δικαίωμα να τρώμε και να πίνουμε στο τραπέζι Του στη βασιλεία Του (Λουκ. 22, 29). «Δείπνον ούν εικότως», ορίζει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, «η εν Χριστώ κλήσις ωνόμασται».
Η είσοδος μας στη βασιλεία του Θεού προϋποθέτει την ένταξη μας στο σώμα της Εκκλησίας, που είναι η οικογένεια των λυτρωμένων, η ίδια η βασιλεία του Θεού παρούσα μέσα στον κόσμο. Η πίστη στον Ιησού Χριστό και το Βάπτισμα που λαμβάνουμε μας εντάσσει στο σώμα της Εκκλησίας και μας δίνει το δικαίωμα εισόδου και στην ουράνια βασιλεία, το δικαίωμα συμμετοχής «εις το δείπνον του γάμου του αρνίου», καθώς γράφει η Αποκάλυψη (19, 9).
Ως μέλη της Εκκλησίας μπορούμε να συμμετέχουμε στο τραπέζι της θείας Ευχαριστίας. Να κοινωνούμε το σώμα και το αίμα του Χριστού. Να λαμβάνουμε μέσα μας «τον ζώντα άρτον, τον καταβάντα εκ του ουρανού» (Ιω. 6, 51). Η θεία Ευχαριστία αποτελεί το «Κυριακόν δείπνον» (Α’ Κορ. 11, 20). Και εικονίζει επί της γης «το μέγα δείπνον», στο οποίο θα παρακαθίσουμε κατά την ανέσπερη ημέρα της βασιλείας του Κυρίου. Κοινωνώντας, λοιπόν, το σώμα και το άιμα του Χριστού, συμμετέχουμε ήση από την παρούσα ζωή στο «μέγα δείπνον», προγευόμαστε τα «μέλλοντα αγαθά» της ουράνιας Βασιλείας (Εβρ. 9, 11).

Γιατί άραγε ο Κϋριος το ονομάζει «μέγα»;

ΔΙΟΤΙ ΜΕΓΑΣ είναι αυτός που το ετοίμασε και το προσφέρει. «Εστιάτωρ» του μεγάλου δείπνου είναι ο ίδιος ο Κύριος. Ο Υιός και Λόγος του Θεού. Εκείνος «ποιεί» το δείπνο. Η θεία Ευχαριστία είναι το δείπνο της Βασιλείας. Είναι το μυστικό Δείπνο που συνεχίζεται. «Πιστέψτε με», διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «ότι και τώρα είναι εκείνο το Δείπνο στο οποίο παρακαθόταν και Αυτός. Γιατί σε τίποτε δεν διαφέρει εκείνο το μυστικό δείπνο από τούτο το Μυστήριο. Επειδή δεν το κάνει αυτό ο άνθρωπος, κι εκείνο ο Χριστός. Αλλά και τούτο κι εκείνο Αυτός το προσφέρει». Όπου και αν τελείται το μυστήριο της Ευχαριστίας παρίσταται ο Χριστός. Εκείνος είναι ο προσφέρων και ο προσφερόμενος. «Πάρεστιν ο Χριστός και νυν, εκείνος ο την τράπεζαν διακοσμήσας εκείνην, ούτος και ταύτην διακοσμεί νυν».
Είναι μέγα το δείπνο του Κυρίου, διότι είναι μέγα, τρισμέγιστο, αυτό που παρατίθεται, αυτό που μας προσφέρεται. Είναι το πανάγιο σώμα και το τίμιο αίμα του αμώμου και ασπίλου Ιησού. «Ου γαρ ως κοινόν άρτον, ουδέ κοινόν πόμα ταύτα λαμβάνομεν», γράφει ο άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοσφος και μάρτυς. Ο άρτος και ο οίνος της Ευχαριστίας μετά τη μεταβολή που ενεργεί το Άγιο Πνεύμα, «του σαρκοποιηθέντος Ιησού και σάρκα και αίμα εδιδάχθημεν είναι».
Και ο Κύριος προσφέρει το σώμα κα ιτο αίμα Του για να ζήσει ο κόσμος. «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων το αίμα έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω. 6, 54). Με τη συμμετοχή μας στη θεία Κοινωνία ενωνόμαστε με τον Χριστό. Μετέχουμε στη θεία ζωή. Ανατέλλει στις ψυχές μας η μέλλουσα Βασιλεία. Το «μέγα δείπνον» της Βασιλείας δεν είναι τίποτε περισσότερο από το Ευχαριστιακό δείπνο. «Δια τούτο ο Κύριος», γράφει ο Νικόλαος Καβάσιλας, «την εν τω μέλλοντι των αγίων απόλαυσιν δείπνον εκάλεσεν, ίνα δείξη ταύτης της τραπέζης μηδέν εκεί πλέον είναι».
Ακόμη ονομάζεται μέγα το θεϊκό δείπνο, διότι είναι «πολλοί» οι προσκεκλημένοι του. Ο Κύριος προσκαλεί όλους μας στο τραπέζι της Ευχαριστίας. Προσφέρεται για την ανθρωπότητα ολόκληρη. «Υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Κανέναν δεν εξαιρεί. Κανέναν δεν αποκλείει. «Πίετε εξ αυτού πάντες» (Ματθ. 26, 27). Μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, λευκοί και μαύροι, οι πάντες είναι καλεσμένοι στο θεϊκό δείπνο.

Η αχαρακτήριστη συμπεριφορά
των προσκεκλημένων

ΤΙ ΚΡΙΜΑ ΟΜΩΣ! Ο Κύριος να μας καλεί στο μεγάλο τούτο δείπνο κι εμείς οι άνθρωποι να μην ανταποκρινόμαστε. Να περιφρονούμε τη μεγάλη τιμή που μας γίνεται, να παρακαθίσουμε στο θεϊκό τραπέζι. Όπως οι καλεσμένοι της παραβολής, έτσι κι εμείς να επιστρατεύουμε διάφορες δικαιολογίες προκειμένου να μην αποδεχθούμε το προσκλητήριο που μας απευθύνει.
Ο πρώτος προφασίστηκε: «Αγρόν ηγόρασα και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν. Ερωτώ σε, έχε με παρητημένον». Δικαιολογία για την απόρριψη του θεϊκού προσκλητηρίου οι αγροτικές ασχολίες. Όπως τότε, στην εποχή του Κυρίου, έτσι και σήμερα πολλοί αδελφοί μας που ζουν στην ύπαιθρο, που ασχολούνται με την γη, απορροφώνται από την φροντίδα των αγροτικών ασχολιών τους: την καλλιέργεια της γης, το φύτεμα, το πότισμα, το σκάλισμα, τη συγκομιδή των καρπών, την προώθηση τους στο εμπόριο. Και όλα αυτά όχι μόνο τις καθημερινές αλλά και τις Κυριακές και τις μεγάλες εορτές. Ο Θεός τους καλεί κοντά Του, στο ναό, συνδαιτημόνες στο τραπέζι της Ευχαριστίας. Κι αυτοί, αδιαφορώντας για την πρόσκληση του Θεού, παίρνουν τον δρόμο για τα κτήματα. Πάνω από την αγάπη του Θεού, η αγάπη για την περιουσία! Πάνω από τη σωτηρία, η ύλη και ο πλουτισμός! «Ερωτώ σε, έχε με παρητημένον»!
Ο δεύτερος απάντησε: «Ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά». Στην παρούσα κατηγορία ανήκουν οι άνθρωπο που καταγίνονται με εμπορικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες. Αποτελεί αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι το χρήμα και το κέρδος αιχμαλωτίζει εύκολα τον άνθρωπο. Και η πλεονεξία τον απογυμνώνει από κάθε άλλο και μάλιστα πνευματικό ενδιαφέρον. Η ψυχή κηρύσσεται σε ανυπαρξία. Και το Σαββατοκύριακο, αν δεν το απορροφήσουν κι αυτό οι επαγγελματικές δραστηριότητες, το διεκδικούν το ξενύχτι, η διασκέδαση, η κραιπάλη. Η Κυριακή για πολλούς, δυστυχώς, δεν είναι πλέον για τον Θεό αλλά για τα πάθη κα ιτα ζωώδη ένστικτα μας. Το Σαββατόβραδο θα ξενυχτίσουμε. Θα διασκεδάσουμε. Θα παραδοθούμε στο στρόβιλο του αισθησιασμού. Εξαντλημένοι και αποδιοργανωμένοι θα γυρίσουμε στο σπίτι τα χαράματα. Κι όταν οι καμπάνες θα ηχούν καλώντας μας στο θεϊκό τραπέζι της Ευχαριστίας, εμείς θα αδυνατούμε και να τις ακούσουμε. Τι κρίμα! Μια Κυριακή προδομένη! Ο Χριστός εγκαταλελειμμένος και περιφρονημένος από αυτούς που φέρουν το όνομα Του! Μια πρόσκληση τόσο τιμητική χωρίς ανταπόκριση!
«Και έτερος είπε. Γυναίκα έγημα, και δια τούτο ου δύναμαι ελθείν». Εμπόδιο για τον τρίτο ο γάμος. Η δημιουργία οικογένειας. Η φροντίδα των παιδιών. Η τακτοποίηση του σπιτιού. Η περιποίηση του κήπου. Η μετάβαση στο εξοχικό. «Μια Κυριακή μας μένει». «Να κοιμηθούνε λίγο και τα παιδιά». Αυτά και άλλα πολλά ισχυρίζονται οι άνθρωποι της τρίτης κατηγορίας. Όμως είναι προφανές ότι αποτελούν προφάσεις. Και φανερώνουν πόσο λίγη αγάπη υπάρχει στην καρδιά μας για τον Χριστό. Όλα χωρούν, όλα προσπαθούμε να τα προγραμματίσουμε στο εικοσιτετράωρο της Κυριακής. Μόνο ο Χριστός δεν έχει θέση! Έτσι η πρόσκληση του Θεού στο μεγάλο δείπνο Του πέφτει στο κενό! Ένα πλήθος ανθρώπων επαναλαμβάνουν το «έχε με παρητημένον», αφού αραδιάσουν μιαν ατέλειωτη σειρά προφάσεων.

* * *

Αδελφοί μου,
Αιώνες τώρα στρώνεται το θεϊκό τραπέζι. Ακατάπαυστα ο οικοδεσπότης του ουρανού και της γης παραθέτει το δείπνο το μέγα και μυστικό. Και μας απευθύνει την τιμητική πρόσκληση Του να μετάσχουμε σ’ αυτό. «Έρχεσθε ότι ήδη έτοιμα εστι πάντα».
Μακάριοι όσοι ξεπερνούν δυσκολίες, όσοι παραμερίζουν εμπόδια, όσοι κατανικούν πειρασμούς και θέλγητρα πρόσκαιρα και απατηλά, και απαντούν μ’ ένα ολόκληρο ΝΑΙ.
Κύριε, έρχομαι! Δέξου με! Και αξίωνε με πάντοτε να πλησιάζω το άχραντο τραπέζι Σου με ακλόνητη πίστη. Με φλογερή αγάπη. Με καθαρή καρδιά. Να γεύομαι την ουράνια τροφή. Τον άρτον των αγγέλων. Κύριε, το σώμα και το αίμα Σου. Αμήν.

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010


Ο 'Αγιος Νικόλαος, Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας, ο Θαυματουργός, γεννήθηκε στα Πάταρα της Λυκίας γύρω στα 250 μ.Χ. από ευσεβείς και πλούσιους γονείς, οι οποίοι τον ανέθρεψαν "εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου".
Βρέφος ακόμη απέδειξε ότι είχε τη χάρη του Θεού. Με θαυμαστό τρόπο στάθηκε όρθιος την ώρα του λουτρού χωρίς καμία βοήθεια. Κάθε Τετάρτη και Παρασκευή θήλαζε μόνο μια φορά την ημέρα και μάλιστα μετά τη δύση του ηλίου.
Πολύ νωρίς ο Κύριος κάλεσε κοντά του τους δύο γονείς του και ο ίδιος, έχοντας πάντοτε οδηγό τη ρήση του Ευαγγελίου "δότε Ελεημοσύνην", μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη Λατρεία του Υψίστου.
Είναι γνωστή και αξιοθαύμαστη η ενέργεια του αυτή να βοηθήσει νύχτα και κρυφά τις τρεις αδελφές με αξιόλογο χρηματικό ποσό, για να μην αναγκαστούν, λόγω της φτώχιας τους, να παρασυρθούν στην ατίμωση.
Κινούμενος ο Νικόλαος από Ιερό πόθο, αποφάσισε να ταξιδέψει για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους. Καθώς έπλεε το πλοίο, άρχισαν να πνέουν σφοδρότατοι άνεμοι και ξέσπασε μεγάλη τρικυμία. Επιβάτες και πλήρωμα έχασαν την ψυχραιμία τους και περίμεναν να καταποντισθούν.
Ο Νικόλαος όμως γονατιστός προσευχήθηκε με θέρμη προς τον Κύριο και το θαύμα έγινε. Οι άνεμοι έπαυσαν και η θάλασσα αμέσως γαλήνεψε. Όμως κάποιος ναύτης, που ήταν στο κατάρτι, γλίστρησε και έπεσε στο κατάστρωμα νεκρός. Όλοι στενοχωρήθηκαν, που χάθηκε ένας άνθρωπος. Χάρη όμως στις θερμές προσευχές του Αγίου ο ναύτης αναστήθηκε, σαν να ξύπνησε από βαθύ ύπνο.
Μετά το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους επέστρεψε στα Πάταρα, όπου ζούσε με οσιότητα και δικαιοσύνη. Ο Θεός τον αξίωσε να χειροτονηθεί πρεσβύτερος και μετά το θάνατο του Αρχιεπισκόπου Μύρων της Λυκίας να εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος.
Έτρεφε μεγάλη αγάπη για τους φτωχούς και τους αδυνάτους. Ίδρυσε στην αρχιεπισκοπή του φτωχοκομείο, ξενώνα, νοσοκομείο και άλλα φιλανθρωπικά ιδρύματα.
Στις δύσκολες στιγμές των διωγμών του Διοκλητιανού εμψύχωνε το ποίμνιο του και ιδιαίτερα τους νέους. Γι' αυτό συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και βασανίζεται. Υπομένει όμως όλες τις διώξεις και τις ταλαιπωρίες προς δόξαν Κυρίου.
Μετά την κατάπαυση των διωγμών από τον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο αναλαμβάνει και πάλι το ποιμαντικό του έργο στα Μύρα.
Το 325 μ.Χ. λαμβάνει μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, και καταπολεμεί με θάρρος και τόλμη τις κακοδοξίες του Αρείου. Υπερασπίζεται με σθένος την Ορθοδοξία και αναδεικνύεται "κανών πίστεως" και διδάσκαλος του Ευαγγελίου. Για την ενίσχυση του εμφανίστηκε ο ίδιος ο Χριστός και του έδωσε ευαγγέλιο και η Μητέρα Παναγία, που του χάρισε ωμοφόριο.
Όταν επέστρεψε από τη Σύνοδο, συνέχισε το ποιμαντικό του έργο μέχρι τα βαθιά γεράματα, οπότε και παρέδωσε το πνεύμα του στον Πανάγαθο Θεό το 330 μ.Χ.
Ο Κύριος τον τίμησε ιδιαίτερα για την ενάρετη χριστιανική ζωή του, που τη διέκρινε η βαθιά πίστη στον Παντοδύναμο Θεό και η ανεκτίμητη αγάπη του για τον άνθρωπο. Τον ανέδειξε ποταμό ιαμάτων και πηγή θαυμάτων. Θαυματουργούσε όταν ζούσε αλλά και μετά την κοίμηση του τα θαύματα του είναι αναρίθμητα.
Το έτος 1087, λόγω ταραχών, έγινε η μετακομιδή των ιερών λειψάνων του από τα Μύρα στο Μπάρι της Ιταλίας. Κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας έτρεχε τόσο πολύ μύρο από τα ιερά λείψανα, που οι πιστοί το μάζευαν σε δοχεία για θεραπεία από διάφορες αρρώστιες, αρκετοί μάλιστα λιποθυμούσαν από την ευωδία του.
Με τα ωραιότερα εγκώμια τον τιμά η Εκκλησία. "Κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος, εγκρατείας διδάσκαλον" τον ονομάζει ο υμνωδός και "ποιμένα μέγαν" τον αποκαλεί. Ανατολή και Δύση του αναγνωρίζουν ξεχωριστή θέση μεταξύ των Αγίων. Με εξαιρετική λαμπρότητα και δόξα τιμάται από τους Ρώσους.
Ο 'Αγιος Νικόλαος είναι ο μεγάλος προστάτης των ναυτικών. Στο τιμόνι, στην πλώρη κάθε πλοίου είναι η εικόνα του. Αμέτρητοι είναι οι ναοί στα λιμάνια, στα νησιά και στα ακρωτήρια, που φέρουν το όνομα του, τάματα των ναυτικών σε δύσκολες στιγμές, που τον επικαλούνται: 'Αϊ-Νικόλα, βοήθα με!
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Αγίου Νικολάου στις 6 Δεκεμβρίου και την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του στις 20 Μαΐου, αλλά και κάθε Πέμπτη ψάλλονται στον 'Αγιο Νικόλαο ωραιότατοι ύμνοι, διότι η Πέμπτη ημέρα της εβδομάδας είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στους δώδεκα αποστόλους και στον 'Αγιο Νικόλαο.

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ.


ΛΑΜΠΡΟΣ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΣ Θεολόγος - Καθηγητής

O Απόστολος Ανδρέας ήταν αδελφός του Σίμωνος Πέτρου, γιοι του Ιωνά. Πιθανότατα ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Πέτρο. Συγκατοικούσε με αυτόν στην Καπερναούμ και συνεργαζόταν ως αλιέας στην λίμνη της Γενησαρέτ (Ματθ.4,18. Μαρκ.1,29). Πρωτύτερα είχε χρηματίσει μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Εκεί κοντά στον Τίμιο Πρόδρομο απέκτησε σπάνια ευσέβεια και το σπουδαιότερο έμαθε για τον ερχόμενο Μεσσία. Φαίνεται ότι ήταν παρών όταν ο Ιωάννης έδειξε με το δάκτυλό του τον Κύριο και είπε: «ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου» (Ιωάν.1,30). Αυτή η φανέρωση του Μεσσία έκαμε προφανώς τον ευσεβή ψαρά να ακολουθήσει πρώτος τον Κύριο, χωρίς κανέναν δισταγμό και γι΄ αυτό ονομάστηκε «Πρωτόκλητος» (Ιωάν.1,35-41).
Το όνομα του Ανδρέα αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη πάντοτε μαζί με του Φιλίππου, ο οποίος καταγόταν, όπως και εκείνος, από την Βηθσαϊδά. Μαζί με αυτόν είχε εκφράσει τη δυσπιστία του για τον χορτασμό των πεντακισχιλίων ανθρώπων με τους πέντε κρίθινους άρτους και τους δύο ιχθείς (Ιωάν.6,6-9). Αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της παρακλήσεως των Ελλήνων να ιδούν τον Κύριο (Ιωάν.12,20-22). Για τελευταία φορά αναφέρεται το όνομα του Ανδρέα στην Καινή Διαθήκη, όταν ανέβηκε μαζί με τους άλλους Αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού» (Πραξ.1,13-14), όπου και έλαβε μαζί με τους άλλους τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Πράξ.2,4).
Μετά την Πεντηκοστή έλαχε σ΄ αυτόν να αποσταλεί για ευαγγελισμό στην Έφεσο, όπου μαζί με τον Απόστολο Ιωάννη κήρυξαν μαζί και εδραίωσαν την Εκκλησία της μεγάλης αυτής πόλεως. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβιο μετέβηκε και κήρυξε στη Σκυθία. Κατά τον άγιο Γρηγόριο το Ναζιανζηνό πέρασε στο Βυζάντιο, όπου ίδρυσε και εκεί Εκκλησία, γι΄ αυτό θεωρείται ως ο ιδρυτής της αποστολικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Από εκεί ήρθε στην Ελλάδα και κήρυξε κατ΄ αρχάς στην Ήπειρο. Σύμφωνα με τον άγιο Ιερώνυμο έφθασε στην Αχαϊα, όπου ίδρυσε Εκκλησία. Εκεί στην Πάτρα συνελήφθη από τους διώκτες ειδωλολάτρες και υπέστη μαρτυρικό θάνατο, σταυρώθηκε κατακεφαλής επί σταυρού που είχε το σχήμα του γράμματος Χ, γι΄ αυτό και ο τύπος αυτός του σταυρού καλείται «Σταυρός του Αγίου Ανδρέου». Το λείψανό του φυλασσόταν από τους Χριστιανούς με ευλάβεια ως τα χρόνια των σταυροφοριών, οπότε το άρπαξαν οι Λατίνοι και το μετακόμισαν στην Ιταλία. Τα τελευταία χρόνια δωρίθηκε η τίμια κάρα του στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών και φυλάσσεται στον μεγαλοπρεπή ναό του στην πρωτεύουσα της Πελοποννήσου. Η μνήμη του εορτάζεται στις 30 Νοεμβρίου.

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 28 Νοεμβρίου. Ευαγγελιστής Λουκάς, κεφάλαιο ιη΄ στίχοι: 18-27

Κείμενο:
Και επηρώτησέ τις αυτόν άρχων λέγων· διδάσκαλε αγαθέ, τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω; Είπε δε αυτώ ο Ιησούς· τι με λέγεις αγαθόν; ουδείς αγαθός ει μη εις ο Θεός. Τας εντολάς οίδας· μη μοιχεύσης, μη φονεύσης, μη κλέψης, μη ψευδομαρτυρήσης, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου. Ο δε είπε· ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου. Ακούσας δε ταύτα ο Ιησούς είπεν αυτώ· έτι εν σοι λείπει· πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι. Ο δε ακούσας ταύτα περίλυπος εγένετο· ην γαρ πλούσιος σφόδρα. Ιδών δε αυτόν ο Ιησούς περίλυπον γενόμενον είπε· πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού! Ευκοπώτερον γαρ εστί κάμηλον δια τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν. Είπον δε οι ακούσαντες· και τις δύναται σωθήναι; Ο δε είπε· τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν.


Μετάφραση:


Κάποιος άρχοντας τον ρώτησε: «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;» Ο Ιησούς του απάντησε: «Γιατί με αποκαλείς αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός. Ξέρεις τις εντολές: μη μοιχεύσεις, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Κι εκείνος του είπε: «Όλα αυτά τα τηρώ από τα νιάτα μου». Όταν τ΄ άκουσε ο Ιησούς του είπε: «Ένα ακόμη σου λείπει: πούλησε όλα όσα έχεις και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, κι έτσι θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό· κι έλα να με ακολουθήσεις». Μόλις εκείνος τ΄ άκουσε αυτά, πολύ στενοχωρήθηκε, γιατί ήταν πάμπλουτος. Όταν ο Ιησούς τον είδε τόσο στενοχωρημένο, είπε: «Πόσο δύσκολα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα! Ευκολότερο είναι να περάσει καμήλα μέσα από βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». Όσοι τον άκουσαν είπαν: «Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;» Κι εκείνος τους απάντησε: «Αυτά που για τους ανθρώπους είναι αδύνατα, για το Θεό είναι δυνατά».

Σχόλια:


ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ

«Πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες
εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού!»

ΧΡΗΜΑ! ΜΙΑ ΛΕΞΗ που μαγεύει. Χρήμα! Ένα αντικείμενο που πολλοί το θεοποιήσαμε και το λατρεύουμε. Χρήμα! Ο κορυφαίος στόχος της ζωής πολλών ανθρώπων, τον οποίο αγωνίζονται να κατακτήσουν με όλες τους τις δυνάμεις.
Για τα χρήματα μας ομιλεί σήμερα και ο Κύριος. Με αφορμή τον πλούσιο εκείνο νέο που ήρθε να τον ρωτήσει με ποιόν τρόπο θα κληρονομούσε την αιώνια ζωή. Ο Ιησούς του υπέδειξε τον δρόμο των εντολών. Ο νέος απάντησε ότι τις τηρούσε από τα πρώτα νεανικά του χρόνια. Και τότε ο Κύριος του συνέστησε: «Σου λείπει και κάτι άλλο. Όλα όσα έχεις πούλησε τα. Μοίρασε τα στους φτωχούς. Έτσι θα αποκτήσεις ουράνιο θησαυρό. Και τότε ακολούθησε με».
Ο νέος, ακούγοντας τα λόγια τούτα του Χριστού, λυπήθηκε. «Ήν γαρ πλούσιος σφόδρα», σημειώνει ο ιερός Λουκάς. Γύρισε τις πλάτες κι έφυγε. Τότε ο Κύριος στράφηκε προς τους ακροατές Του και είπε: «Πόσο δύσκολο είναι γι’ αυτούς που έχουν τα χρήματα να μπουν στην Βασιλεία του Θεού!».
Ο Κύριος, λοιπόν, ομιλεί για το χρήμα, τον πλούτο και την ιδιοκτησία, θέματα καυτά σε κάθε εποχή, θέματα που απασχόλησαν βασανιστικά τους ανθρώπους και για τα οποία διεξήχθησαν τόσοι και τόσοι αγώνες. Τι, λοιπόν, έχει να μας πει; Και ευρύτερα; Ποια είναι η θέση του Ευαγγελίου και της Εκκλησίας;

Το δικαίωμα στην ιδιοκτησία
από χριστιανική σκοπιά

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ αμφιβολία ότι, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Ο Θεός του έδωσε το δικαίωμα να νέμεται και να απολαμβάνει τα αγαθά της γης. «Κατακυριεύσατε αυτής» (της γης, δηλαδή), ήταν η εντολή του Θεού προς τους πρωτοπλάστους. «Ου κλέψεις» και «ουκ επιθυμήσεις όσα τω πλησίον σου εστιν», ήταν δυο από τις εντολές του Δεκαλόγου (Δευτ. 5, 19, 21). Μην κλέψεις κάτι που ανήκει στον άλλον. Μην επιθυμήσεις όσα είναι του πλησίον, του διπλανού σου. Στον πλούσιο νέο του σημερινού Ευαγγελίου ο Κύριος λέει: «Πάντα όσα έχεις πώλησον». Στους μαθητές Του έδινε την εντολή: «Πωλήσατε τα υπάρχοντα υμών και δότε ελεημοσύνην» (Λουκ. 12, 33). Κανείς όμως μπορεί να πουλήσει ό,τι είναι δικό του, ό,τι του ανήκει. Ο λόγος του Θεού μακαρίζει το έργο της φιλανθρωπίας: «Μακάριον εστι μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν» (Πραξ. 20, 35). Αλλά για να δώσει κανείς σημαίνει πως πρέπει να έχει. Σημαίνει ότι μόνο από τα δικά του μπορεί να προσφέρει. Οι μυροφόρες γυναίκες, πιστές μαθήτριες του Κυρίου, ήταν ευκατάστατες. «Διηκόνουν αυτώ από των υπαρχόντων αυταίς» (Λουκ. 8, 3). Ένας από τους δώδεκα μαθητές, ο Ιούδας – ο μετέπειτα προδότης – είχε στα χέρια του το ταμείο συντηρήσεως του Κυρίου και των μαθητών. Ακόμη και τους φόρους προς το κράτος δεν αρνήθηκε να αποδώσει ο Ιησούς (Ματθ. 17, 27 & 21, 21).
Βεβαίως ο Κύριος στάθηκε αυστηρός απέναντι στους πλουσίους. «Ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε παράκλησιν υμών» (Λουκ. 6, 24). Όχι γιατί ο πλούτος από μόνος του είναι κάτι κακό, αλλά διότι εύκολα ο πλούσιος γίνεται δούλος του πλούτου. Λησμονεί τον Θεό. Περιφρονεί τον συνάνθρωπο του. Καταπατά την ηθική. Αρνείται την δικαιοσύνη.
Ακόμη μακάρισε τους φτωχούς. «Μακάριοι οι πτωχοί, ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία του Θεού» (Λουκ. 6, 20). Όχι πάλι γιατί από μόνη της η φτώχεια σώζει, αλλά διότι – περισσότερο από τον πλούτο – δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να ελπίζει στον Θεό και να κατανοεί ότι ο άνθρωπος δεν εξαντλείται στη σωματική του υπόσταση μόνο, αλλά ότι περιλαμβάνει και μιαν αθάνατη ψυχή, η οποία έχει τις δικές της πνευματικές ανάγκες.
Σε τελευταία ανάλυση ο Χριστός και τον πλούτο και την φτώχεια – φαινόμενα που συναντούμε σε όλες τις εποχές, ασχέτως τι είδους κοινωνικά και οικονομικά συστήματα επικρατούν – τα βλέπει από τη σκοπιά της αιωνιότητας. Τα κρίνει με το νόμο του Θεού. Τα αξιολογεί με κριτήριο τη μεγάλη αλήθεια ότι όλοι μας είμαστε παιδιά του Θεού με ίσα δικαιώματα και με ιερές υποχρεώσεις ο ένας απέναντι στον άλλο.

Οι πειρασμοί του χρήματος

ΔΕΝ ΑΡΝΕΙΤΑΙ, λοιπόν, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και την ύπαρξη του χρήματος το Ευαγγέλιο, μέσα στη ζωή μας. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν αναγνωρίζει και τους πειρασμούς που συνεπάγεται το πράγμα, αν ο άνθρωπος δεν το τοποθετήσει πάνω σε ορθή βάση. Αν δεν κάνει καλή χρήση του χρήματος. Είναι όντως δυνατό το χρήμα. Συγχρόνως όμως και τρομερή αδυναμία! Γιατί;
Πρώτον διότι πολλές φορές υποδουλώνει εκείνον που το έχει. Από κύριο τον μεταβάλλει σε υπηρέτη. Από ελεύθερο άνθρωπο σε ανδράποδο του μαμμωνά. Από λάτρη του ζώντος και αληθινού Θεού σε ειδωλολάτρη, αφού κατά τον Απόστολο η πλεονεξία είναι «ειδωλολατρεία» (Κολ. 3,5).
Δεύτερον διότι, προκειμένου να αποκτηθούν και να διαφυλαχθούν τα πλούτη, ο άνθρωπος εκτίθεται σε τρομερούς κινδύνους. «Οι βουλόμενοι πλουτείν», υπογραμμίζει με έμφαση ο απόστολος Παύλος, «εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν» (Α’ Τιμ. 6, 9). Το χρήμα μοιάζει λίγο με το νερό. Όταν κυλά ήρεμα, δροσίζει και ποτίζει τα πάντα. Όταν όμως γίνεται ορμητικό και πλημμυρίζει, τότε πνίγει και καταστρέφει οτιδήποτε συναντήσει στο πέρασμα του.
Τρίτον, οι κυνηγοί του χρήματος δοκιμάζουν μεγάλους πειρασμούς, που δυσκολεύουν την απόκτηση της αρετής και διευκολύνουν την διάπραξη της αμαρτίας. Εύκολα καταπατούν τον ηθικό νόμο. Στραγγαλίζουν το δίκαιο. Εκμεταλλεύονται τον μόχθο και τον ιδρώτα των άλλων. Παρανομούν και φοροδιαφεύγουν. Τυφλωμένοι καθώς είναι από τη λάμψη του χρυσού, βλέπουν τα πάντα κάτω από το παραμορφωτικό πρίσμα της μανίας του πλουτισμού που τους τυραννεί.
Γι’ αυτό και ο Κύριος σήμερα επισημαίνει μελαγχολικά ότι «δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού». Δεν λέει ότι είναι αδύνατον αλλά δύσκολο. Και όταν οι ακροατές Του ευθύς αμέσως τον ρωτήσουν «Και τις δύναται σωθήναι;», εκείνος θα απαντήσει: «Τα αδύνατα παρά ανθρώπους δυνατά παρά τω Θεώ εστιν». Κοντά στο Θεό όλα είναι δυνατά. Και η σωτηρία των πλουσίων, αυτών που διαθέτουν άφθονο χρήμα, αρκεί να συνειδητοποιήσουν το χρέος τους και να αγωνιστούν να το εκπληρώσουν.
Η χριστιανική στάση απέναντι στο χρήμα

ΤΟ ΧΡΗΜΑ συνεπάγεται μερικές βασικές υποχρεώσεις για τον χριστιανό που θέλει να το αντιμετωπίζει με τα κριτήρια του Ευαγγελίου του Χριστού.
Υποχρέωση πρώτη, να το κερδίζουμε με θεμιτά μέσα. Με τον τίμιο και ευλογημένο ιδρώτα μας. Όχι με την κλεψιά. Όχι με την εκμετάλλευση από τον εργοδότη, μα ούτε και με την απάτη από την πλευρά του εργαζομένου. Γιατί, δυστυχώς, στις μέρες μας και τα δυο συμβαίνουν.
Υποχρέωση δεύτερη, το χρήμα στην υπηρεσία του ανθρώπου. Υπηρέτης και όχι κύριος μας. Μέσο και όχι σκοπός. Για τις ανάγκες μας και όχι για σπατάλη, για επίδειξη , για ασωτείες. «Το χρήμα», λέει μια γαλλική παροιμία, «είναι καλός υπηρέτης, αλλά κακός κύριος».
Υποχρέωση Τρίτη, το χρήμα στην υπηρεσία της αγάπης. Όσοι διαθέτουμε χρήματα και μάλιστα άφθονα, δεν μπορούμε να αγνοούμε επιδεικτικά τον διπλανό μας που βασανίζεται από την φτώχεια και τη μιζέρια. Δεν είναι επιτρεπτό χριστιανικά να φυλακίζουμε το χρήμα και να το αχρηστεύουμε. Διότι, όπως παρατηρεί ο Μ. Βασίλειος για τη φύση του πλούτου, «το μεν στάσιμον άχρηστον, το δε κινούμενον και μεταβαίνον κοινωφελές τε και έγκαρπον». Ιδιαίτερα σήμερα το χριστιανικό χρέος επιβάλλει σε όλους μας να δώσουμε συνεπέστερα και αποτελεσματικότερα τη μαρτυρία της έμπρακτης αγάπης.
Υποχρέωση τέταρτη, η ευγνωμοσύνη μας προς τον Θεό. Εκείνος είναι ο μεγάλος πλουτοδότης. Κάθε αγαθό Εκείνος μας το χαρίζει. Εμείς είμαστε οι διαχειριστές του. Αυτοί που με φρόνηση , αλλά και γενναιοδωρία, θα πρέπει να τα διαχειριστούμε. Όχι μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για τους άλλους, που κι εκείνοι είναι παιδιά του Θεού, αδέλφια μας. «Ίνα το σόν περίσσευμα γένηται εις το εκείνον υστέρημα» (Β’ Κορ. 8, 13).
* * *

Αδελφοί μου,
Ο νέος του σημερινού Ευαγγελίου έχασε την αιώνια ζωή. Προτίμησε τα πλούτη του. Αγάπησε περισσότερο τα χρήματα του.
Η δική μας προτίμηση είθε να είναι αντίθετη. Με τα φθαρτά ας αγοράσουμε τα άφθαρτα. Με τα πρόσκαιρα τα αιώνια. Με την ορθή χρήση του χρήματος να εισέλθουμε στην Βασιλεία του Θεού!

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010


Μία από τις κυριότερες και μεγαλύτερες Θεομητορικές εορτές του έτους είναι και τα «Εισόδια» της Θεοτόκου. Η Εκκλησία μας την τιμά στις 21 Νοεμβρίου, με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Η σημασία της εορτής αυτής είναι μεγάλη και ιερή. Αποτελεί τήν βάση και την αρχή για όλη την μετέπειτα ζωή της Θεοτόκου
Tιμούμε σήμερα, τα Eισόδια τής Θεοτόκου. Η αγία Άννα, επειδή πέρασε όλη σχεδόν τη ζωή της χωρίς να γεννήσει παιδί, παρεκάλει τον Δεσπότη της φύσεως μαζί με τον άντρα της Ιωακείμ να τους χαρίσει παιδί και, αν πετύχουν το ποθούμενο, να το αφιερώσουν ευθύς στον Θεό. Έτσι, ευδόκησεν ο Θεός και γέννησε παραδόξως αυτήν που προξένησε τη σωτηρία του γένους των ανθρώπων, την καταλλαγή και συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, την αιτία της αναπλάσεως του πεσόντος Αδάμ καθώς και της εγέρσεως και θεώσεώς του, δηλαδή την υπεραγία και δέσποινα Θεοτόκο Μαρία.
Όταν η νεογεννηθείσα έγινε τριών χρόνων, την πήραν οι γονείς της και την πρόσφεραν σαν σήμερα στον ναό, καθώς το είχαν υποσχεθεί, και αφιέρωσαν την κόρη τους στον Θεό, που τους την χάρισε. Την παραδίδουν στους Ιερείς και μάλιστα στον τότε Αρχιερέα Ζαχαρία, ο οποίος την πήρε και την έβαλε στον ιερότερο χώρο του ναού, όπου εισερχόταν μόνο ο Αρχιερέας μια φορά κάθε χρόνο. Αυτό το έκανε κατά τη θέληση του Θεού, που έμελλε μετά λίγο καιρό να γεννηθεί σαν άνθρωπός απ' αυτήν για τη διόρθωση και τη σωτηρία του κόσμου. Εκεί λοιπόν η Παρθένος διέμεινε δώδεκα χρόνια, όπου τρεφόταν από τον Αρχάγγέλο Γαβριήλ με ουράνια τροφή, ώσπου πλησίασε ο καιρός του θείου Ευαγγελισμού και των ουρανίων και υπερφυσικών μηνυμάτων, που προμηνούσαν ότι ο Θεός ευδόκησε να σαρκωθεί απ' αυτήν σαν φιλάνθρωπος, για να αναπλάσει τον φθαρέντα από την αμαρτία κόσμο. Η Θεοτόκος εξήλθε από τα άγια των αγίων του ναού δεκαπέντε ετών και δόθηκε στον μνήστορα Ιωσήφ, για να είναι αυτός προστάτης της και μάρτυς της παρθενίας της και για να υπηρετήσει: στον άσπορο τόκο της, στη φυγή στην Αίγυπτο και στην επάνοδό της απ' εκεί στη γη Ισραήλ. Αφότου ο Ιωσήφ εμνηστεύθη την Παρθένο, πέρασαν τέσσερις μήνες και τότε έγινε ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Το σε πολλούς φαινόμενον ως άτοπον να εισέλθει στα άγια των αγίων γυναίκα, έλυσε ο Ζαχαρίας με το να πει στο λαό ότι ο Θεός του γνώρισε πώς είναι θέλημα Του να μπει η Παρθένος εκεί και έτσι επείσθη ο λαός. Και αφού η Κυρία Θεοτόκος γέννησε τον Κύριο, ο Ζαχαρίας την συναρίθμησε σαν Παρθένο και μετά τον τόκο μαζί με τις άλλες παρθένες που ζούσαν σε ιδιαίτερο χώρο του ναού, γι' αυτό και εφονεύθη, καθώς λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
Tο πρόσωπο τής Παναγίας είναι η κορυφαία προσφορά τής ανθρωπότητος στο σχέδιο τής θείας οικονομίας, δηλαδή στην έμπρακτη φανέρωση τής φροντίδος του Θεού για τον άνθρωπο. O άνθρωπος επιλέγει το θάνατο αντί της ζωής, που του προσφέρει ο Θεός, και ο Θεός βοηθεί τον άνθρωπο να διαβεί από τη λήξη τού θανάτου στην αιωνιότητα τής αγάπης. Aυτή η σωτήρια παρεμβολή γίνεται με τη σάρκωση τού Yιού και Λόγου του Θεού, ούτως ώστε η σωτηρία να μην είναι μια αφηρημένη ή μαγική τελετουργία, αλλά μια χειροπιαστή και λογική πραγματικότητα ή δυνατότητα. Tο πρόσωπο-κλειδί, λοιπόν, στην όντως παράδοξη ιστορία τής αγάπης τού Θεού είναι η Θεοτόκος, που τίκτει την αλήθεια και τη ζωή, στο πρόσωπο τού Iησού Xριστού, και λαμβάνει την κορυφαία θέση στη γενεαλογία τού ανθρωπίνου γένους.H Παναγία είναι το πρόσωπο με τις περισσότερες επωνυμίες, που είναι τόσες πολλές, όσες και οι ποικιλόμορφες εκφράσεις τής ζωντανής παρουσίας της στην πορεία τού Γένους των Eλλήνων και όλων των Oρθοδόξων. Aπ' όλες αυτές η πιο σημαντική, ίσως, είναι η επωνυμία Mητέρα, μια λέξη που κρύβει μέσα της κι από μόνη της μια φοβερή δυναμική. Πολλοί εντοπίζουν την ισχύ της στις λέξεις Yπέρμαχος Στρατηγός, γνωστές απ' το Kοντάκιό της. Tούτο δεν είναι αντίφαση, διότι η ιστορική καταγραφή μαρτυρεί, πως η Yπέρμαχος Στρατηγός λειτουργεί πάντοτε ως μητρική προστασία.Tο θαύμα είναι πως η Mητέρα Θεοτόκος βίωσε η ίδια τον πόνο, που σαν ρομφαία διέσχισε και κέντρισε την καρδιά της. Έτσι η παρουσία της δεν είναι θεωρία, αλλά κατανόηση και αλληλεγγύη. Kαι δεν θα μπορούσε νά 'ταν αλλιώς, αφού η κορύφωση τού πόνου της εγίνηκε, όταν αντίκρισε τον Άρχοντα τής ειρήνης, τον Yιό της, επάνω στον Σταυρό. Aυτή η εμπειρία είναι, που άπαξ δια παντός μας φανερώνει, ότι η αγάπη είναι θυσία, όχι των άλλων, αλλά του εαυτού μας για τους άλλους. Γι' αυτό κι αυτόκλητα η Παναγία προστατεύει τους όπου γης αδικουμένους και κατατρεγμένους. Aυτός είναι και ο λόγος που, κατά τη γνώμη μου ευφυώς, συνδέθηκε η γιορτή τής Παναγίας με την ημέρα των Eνόπλων Δυνάμεων της πατρίδος μας.O Xριστός φέρνει την επί γης ειρήνη, σεβόμενος τις επιλογές τής ανθρώπινης ελευθερίας, και η Eκκλησία του δεν παύει να προσεύχεται και να εργάζεται για την ειρήνη τού σύμπαντος κόσμου. H πείρα φανερώνει, ωστόσο, ότι οι ανθρώπινες επιλογές, πολλές φορές υπηρετούν τη βία και το θάνατο, παρατείνοντας διηνεκώς την προδοσία σε βάρος τού Xριστού. Iδίως η πείρα τού ορθόδοξου ελληνισμού και της οικουμενικής ορθοδοξίας καταγράφει βάναυσες επιθέσεις και ηρωϊκές αντιστάσεις. Tο δένδρο τής ελευθερίας μας είναι, δυστυχώς, ποτισμένο με άφθονο αίμα. Kι ακριβώς επειδή το άδικο δεν το ευλογεί ο Θεός, όποτε μας κάλεσε το καθήκον, για του Xριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία, αντισταθήκαμε γενναία στο ποικιλόμορφο κακό με τα φρικτά του προσωπεία, όχι θυσιάζοντας αλλά θυσιαζόμενοι.
Η είσοδος της Θεοτόκου στο Ναό είναι το προοίμιο της εύνοιας του Θεού στους ανθρώπους, η προαγγελία του Χριστού και η πραγματοποίηση του σχεδίου της θείας οικονομίας για την σωτηρία του κόσμου.

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2010


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 14 Νοεμβρίου.
Ευαγγελιστής Λουκάς κεφάλαιο ι΄ στίχοι: 25-37


Κείμενο:
Και ιδού νομικός τις ανέστη εκπειράζων αυτόν και λέγων· διδάσκαλε, τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω; Ο δε είπε προς αυτόν· εν τω νόμω τι γέγραπται; Πως αναγινώσκεις; Ο δε αποκριθείς είπεν· αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της ισχύος σου και εξ όλης της διανοίας σου, και τον πλησίον σου ως εαυτόν. Είπε δε αυτώ· ορθώς απεκρίθης· τούτο ποίει και ζήση. Ο δε θέλων δικαιούν εαυτόν είπε προς τον Ιησούν· και τις εστί μου πλησίον; Υπολαβών δε ο Ιησούς είπεν· άνθρωπός τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ, και λησταίς περιέπεσεν· οι και εκδύσαντες αυτόν και πληγάς επιθέντες απήλθον αφέντες ημιθανή τυγχάνοντα. Κατά συγκυρίαν δε ιερεύς τις κατέβαινεν εν τη οδώ εκείνη, και ιδών αυτόν αντιπαρήλθεν. Ομοίως δε και Λευΐτης γενόμενος κατά τον τόπον, ελθών και ιδών αντιπαρήλθε. Σαμαρείτης δε τις οδεύων ήλθε κατ΄ αυτόν, και ιδών αυτόν εσπλαγχνίσθη, και προσελθών κατέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον, επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού· και επί την αύριον εξελθών, εκβαλών δύο δηνάρια έδωκε τω πανδοχεί και είπεν αυτώ· επιμελήθητι αυτού, και ο,τι αν προσδαπανήσης, εγώ εν τω επανέρχεσθαί με αποδώσω σοι τις ουν τούτων των τριών πλησίον δοκεί σοι γεγονέναι του εμπεσόντος εις τους ληστάς; Ο δε είπεν· ο ποιήσας το έλεος μετ΄ αυτού. Είπεν ουν αυτώ ο Ιησούς· πορεύου και συ ποίει ομοίως.


Μετάφραση:


Κάποιος νομοδιδάσκαλος παρουσιάστηκε στον Ιησού, και για να τον φέρει σε δύσκολη θέση του είπε: «Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή;» Ο Ιησούς τον ρώτησε: «Ο νόμος τι γράφει;» Εκείνος απάντησε: «Να αγαπάς τον Κύριο το Θεό σου μ΄ όλη την καρδιά σου και μ΄ όλη την ψυχή σου, μ΄ όλη τη δύναμή σου και μ΄ όλο το νου σου· και τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». «Πολύ σωστά απάντησες», του είπε ο Ιησούς· «αυτό κάνε και θα ζήσεις». Εκείνος όμως, θέλοντας να δικαιολογήσει τον εαυτό του, είπε στον Ιησού: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου;» Πήρε τότε αφορμή ο Ιησούς και είπε: «Κάποιος άνθρωπος, κατεβαίνοντας από τα Ιεροσόλυμα για την Ιεριχώ, έπεσε πάνω σε ληστές. Αυτοί τον ξεγύμνωσαν, τον τραυμάτισαν και έφυγαν παρατώντας τον μισοπεθαμένο. Από εκείνο το δρόμο έτυχε να κατεβαίνει και κάποιος ιερέας, ο οποίος τον είδε, αλλά τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Το ίδιο και κάποιος λευίτης, που περνούσε από εκείνο το μέρος· παρ΄ όλο που τον είδε κι αυτός, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. Κάποιος όμως Σαμαρείτης που ταξίδευε, ήρθε προς το μέρος του, τον είδε και τον σπλαχνίστηκε. Πήγε κοντά του, άλειψε τις πληγές του με λάδι και κρασί και τις έδεσε καλά. Μάλιστα τον ανέβασε στο δικό του το ζώο, τον οδήγησε στο πανδοχείο και φρόντισε γι΄ αυτόν. Την άλλη μέρα φεύγοντας έβγαλε κι έδωσε στον πανδοχέα δύο δηνάρια και του είπε: φρόντισέ τον, κι ότι παραπάνω ξοδέψεις, εγώ όταν ξαναπεράσω θα σε πληρώσω. Ποιος λοιπόν απ΄ αυτούς τους τρεις κατά τη γνώμη σου αποδείχτηκε πλησίον εκείνου που έπεσε στους ληστές;» Ο νομοδιδάσκαλος απάντησε: «Εκείνος που τον σπλαχνίστηκε». Τότε ο Ιησούς του είπε: «Πήγαινε, και να κάνεις κι εσύ το ίδιο».



Σχόλια:


Η ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ

«Πορεύου και συ ποίει ομοίως»

Μ’ ΑΥΤΑ ΤΑ ΛΟΓΙΑ επισφράγισε ο Κύριος την παραβολή του Καλού σαμαρείτου. Τα’ απηύθυνε στο νομικό που τον πλησίασε για να τον πειράξει ζητώντας να του πει αρχικά τι θα έπρεπε να κάνει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή και στη συνέχεια ποιος είναι ο «πλησίον», την αγάπη προς τον οποίο ο Κύριος και ο νόμος του Θεού θεωρεί μια από τις δυο βασικές προϋποθέσεις σωτηρίας του ανθρώπου. «Πήγαινε – του είπε – και κάνε κι εσύ το ίδιο». Όχι ό,τι έκανε ο ιερεύς, που είδε τον δυστυχισμένο Σαμαρείτη πεσμένο κάτω, αιμόφυρτο, πληγωμένο, «ημιθανή τυγχάνοντα», και τον προσπέρασε. Όχι ό,τι έκανε και ο Λευΐτης – εκπρόσωπος και τούτος της τάξεως των αφιερωμένων στην υπηρεσία του Ναού του Θεού -, που τον περιεργάστηκε και συνέχισε τον δρόμο του. Αλλ’ ό,τι έκανε ποιος; Ο Σαμαρείτης. Ένας άγνωστος. Ένας αλλοεθνής. Ένας Σαμαρείτης προς ένα Ιουδαίο, παρά το γεγονός ότι αναμεταξύ τους υπήρχε μίσος και απέχθεια και δεν αντάλλασσαν ούτε απλό χαιρετισμό.
Τι ακριβώς έκανε ο καλός Σαμαρείτης; Είδε τον δυστυχισμένο άνθρωπο πεσμένο στην άκρη του δρόμου. Τον συμπόνεσε. Έσκυψε, έπλυνε τις πληγές, έδεσε τα τραύματα του, τον ανέβασε στο ζώο του, τον μετέφερε στο πανδοχείο, τον φρόντισε. Ακόμη πλήρωσε γι’ αυτόν. Έδωσε εντολή να συνεχίσουν τη φροντίδα. Και διαβεβαίωσε τον ξενοδόχο ότι θα ξαναπερνούσε για να του καταβάλει όσα, ίσως, θα δαπανούσε επιπλέον.
Αν, λοιπόν, ο νομικός ήθελε να κληρονομήσει την αιώνια ζωή, αν ήθελε να εκπληρώσει την εντολή της αγάπης προς τον πλησίον του όφειλε να μιμηθεί τον Σαμαρείτη. Να κάνει κι αυτός το ίδιο. «Πορεύου και συ ποίει ομοίως».
Την ίδια εντολή επαναλαμβάνει σήμερα και σ’ εμάς ο Κύριος. Ως χριστιανοί έχουμε ιερό χρέος να αγαπούμε τον πλησίον μας. Πως όμως; Με ποιο τρόπο; Απάντηση στο ερώτημα μας αυτό δίνει το υψηλό παράδειγμα του καλού Σαμαρείτη, ο τρόπος με τον οποίο έδειξε την αγάπη του προς τον «εμπεσόντα εις τους ληστάς» συνάνθρωπο του.

Η αγάπη μας να εκφράζεται έμπρακτα

Η ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΤΑ φιλάνθρωπα αισθήματα μας για τον πλησίον μας δεν πρέπει να περιορίζονται σε λόγια μόνο, σ’ εκφράσεις συμπάθειας και λύπης. Είναι ανάγκη να μεταφράζονται σε πράξεις, σε συγκεκριμένες ενέργειες. Όπως η πίστη έτσι και η αγάπη, αν δεν συνοδεύεται από τα ανάλογα έργα, είναι νεκρή και ανώφελη. Αυτή την έμπρακτη αγάπη, την αγάπη των έργων, μας δείχνει ο καλός Σαμαρείτης. Αυτήν αποζητά και ο πλησίον μας. Ο φτωχός θέλει βοήθεια. Ο πεινασμένος ψωμί. Ο γυμνός ένδυμα. Ο φυλακισμένος την επίσκεψη. Ο άρρωστος να σταθούμε δίπλα του. Ο κατάκοιτος να του συμπαρασταθούμε.
Το χρέος τούτο της έμπρακτης αγάπης υπογραμμίζει ο αδελφόθεος Ιάκωβος λέγοντας: «Εάν αδελφός ή μια αδελφή δεν έχουν να ντυθούν και να συντηρηθούν και κάποιος από σας τους πει Πηγαίνετε στο καλό, ζεσταθείτε και χορταστείτε, και δεν τους δώσετε τα αναγκαία για το σώμα, ποιο το όφελος; (Ιακ. 2,15-16). Τα λόγια, όσα καλά και αν είναι, δεν ωφελούν όταν ο άλλος έχει ανάγκη από την έμπρακτη αγάπη μας. «Τεκνία», μας συμβουλεύει ο ευαγγελιστής της αγάπης, «μη αγαπώμεν λόγω, μηδέ γλώσση, αλλ’ εν έρω και αληθεία» (Α’ Ιω. 3, 18).

Η αγάπη μας να εκδηλώνεται αμέσως

ΟΣΟ ΠΙΕΣΤΙΚΟΤΕΡΗ είναι η ανάγκη, τόσο ταχύτερη θα πρέπει να είναι και η ανταπόκριση της αγάπης μας. Ο Σαμαρείτης είδε τον πληγωμένο από μακριά. Έτρεξε. Πήγε κοντά του. «Ήλθε κατ’ αυτόν» λέει το Ευαγγέλιο. Κι εμείς έτσι οφείλουμε να εκδηλώνουμε την αγάπη μας. Δεν θα πρέπει να περιμένουμε να έρθει ο πλησίον μας. Να μας εκθέσει την κατάσταση του. Να ταπεινωθεί χτυπώντας την πόρτα μας και περιγράφοντας τις ανάγκες του. Εμείς πρώτοι να τον αναζητήσουμε. Να τον ανακαλύψουμε. Ας μη ξεχνούμε ότι υπάρχουν πληγές που δεν φαίνονται. Ανάγκες που αυτός που τις έχει, διστάζει, ντρέπεται να τις εκθέσει. Φτώχεια και δυστυχία που δεν βγαίνει στους δρόμους να επιδειχθεί. Υπάρχουν φτωχοί και αναξιοπαθούντες συνάνθρωποι μας, που η αξιοπρέπεια τους δεν τους αφήνει να δημοσιοποιήσουν την τραγική κατάσταση τους.
Ο Σαμαρείτης δεν είπε «είμαι βιαστικός. Πρέπει να φτάσω έγκαιρα στον προορισμό μου. Έχω υποθέσεις πολλές να τακτοποιήσω». Ούτε σκέφτηκε να αναθέσει το καθήκον της αγάπης σε κάποιον άλλον. Τίποτε από όλα αυτά δεν πέρασε από το νου του. Μόνο το χρέος του. Γι’ αυτό κατεβαίνει από το ζώο του, έρχεται κοντά στον πονεμένο και παρευθύς αρχίζει το φιλάνθρωπο έργο του.

Η αγάπη μας να είναι αποτελεσματική
Η ΑΓΑΠΗ ΠΡΕΠΕΙ να είναι όσο γίνεται τελειότερη, ολοκληρωμένη. Ο Σαμαρείτης δεν αρκέστηκε να κατεβεί από το ζώο του, να πλύνει τις πληγές και να δέσει τα τραύματα, αλλά τον ανέβασε στο ζώο, τον μετέφερε στο πανδοχείο, πλήρωσε γι’ αυτόν και υποσχέθηκε πως θα ξαναπεράσει.
Κι εμείς δεν φτάνει να δίνουμε κάτι στον φτωχό για να τον «ξεφορτωθούμε», κάτι για τα μάτια. Το ενδιαφέρον μας πρέπει να είναι πηγαίο, έντονο και να εξαντλεί κάθε δυνατότητα μας. Να μεταχειριζόμαστε όσα μέσα έχουμε στη διάθεση μας. Η προσφορά μας να μην είναι μπάλωμα αλλά πραγματική ανακούφιση.

Η αγάπη μας να δραστηριοποιείται αφόβως

ΑΚΟΜΗ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ να εκδηλώνουμε άφοβα την αγάπη μας. Ο Σαμαρείτης γνώριζε την περιοχή. Από την κατάσταση, άλλωστε, που αντίκρυζε καταλάβαινε ότι, ίσως πολύ κοντά, ήταν κρυμμένοι ληστές. Ο τόπος έρημος κι επικίνδυνος. Η νύχτα ερχόταν. Κι ο ίδιος διέτρεχε κίνδυνο. Εν τούτοις δεν τρομάζει. Δεν φοβάται. Τίποτε από όλ’ αυτά δεν τον εμποδίζουν να εκπληρώσει το χρέος του. Να υπακούσει στην επιταγή της συνειδήσεως του. «Φόβος», μας λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ’ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» (Α’ Ιω. 4,18).
Γι’ αυτό κι εμείς ασκώντας το χρέος της αγάπης τίποτε δεν πρέπει να φοβόμαστε. Ούτε τα σχόλια, που εύκολα μερικοί διατυπώνουν πικρόχολα, ούτε τις ειρωνίες ή τις κατηγορίες που όχι σπάνια μερικοί αβασάνιστα εκτοξεύουν. Όποιος αληθινά αγαπά γίνεται δυνατός. Αψηφά τα πάντα. Προχωρεί με οδηγό και βοηθό τον Θεό. «Κραταιά ως θάνατος αγάπη», μας διαβεβαιώνει ο σοφός Σολομών (Ασμ. 8, 6).

Η αγάπη μας να είναι ανιδιοτελής

Η ΑΓΑΠΗ, ΔΙΔΑΣΚΕΙ ο απόστολος Παύλος, «ου ζητεί τα εαυτής» (Α’ Κορ. 13, 5). Βασικό γνώρισμα της γνήσιας αγάπης είναι η ανιδιοτέλεια. Όταν εκφράζουμε την αγάπη μας προς τον πλησίον, τα κίνητρα μας δεν θα πρέπει να είναι εγωιστικά. Όπως ο καλός Σαμαρείτης, έτσι κι εμείς αποβλέπουμε στην ανακούφιση του και δεν υπηρετούμε το ατομικό μας συμφέρον ή οποιαδήποτε άλλη σκοπιμότητα.
Η επίδειξη ή η ματαιοδοξία ακυρώνουν το έργο της αγάπης. Γι’ αυτό σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ενδίδουμε στον πειρασμό να διαφημίζουμε ό,τι κάνουμε, ό,τι προσφέρουμε στο όνομα της αγάπης. Η δημοσιοποίηση αυτή – θορυβώδης προκλητικά, πολλές φορές – ταπεινώνει και πληγώνει τους συνανθρώπους μας που υποφέρουν και τους οποίους – υποτίθεται – επιθυμούμε να ανακουφίσουμε. Και επιπλέον αποδεικνύει πως ό,τι κάνουμε δεν το κάνουμε για να τους βοηθήσουμε, αλλά για το «θεαθήναι τοις ανθρώποις». Έτσι οι πράξεις μας χάνουν την αξία τους. Και δεν δικαιούμαστε να περιμένουμε την ανταμοιβή του Θεού (Ματθ. 6, 1-4).

* * *

Αδελφοί μου,
Ας κατανοήσουμε λίγο βαθύτερα την παραβολή. Ο καλός Σαμαρείτης δεν είναι άλλος από τον Κύριο μας Ιησού. Ήρθε στον κόσμο, έγινε άνθρωπος, δίδαξε και θαυματούργησε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε και , τέλος, ίδρυσε την Εκκλησία Του – το μεγάλο τούτο πανδοχείο – από αγάπη και μόνο. Για χάρη μας. Για όλους εμάς τους ανθρώπους που είμασταν πεσμένοι και πληγωμένοι από τους νοητούς ληστές, τους δαίμονες. Εκείνος μας αγάπησε. Έσκυψε πάνω μας. Έπλυνε τις πληγές μας. Έδεσε τα τραύματα μας. Μας οδήγησε στην Εκκλησία Του. Και από κει μας υποδέχεται στην ουράνια Βασιλεία Του.
Αυτή την αγάπη ως θεμελιώδες χρέος ζητά κι από μας. Οφείλουμε να εμπνεόμαστε από Εκείνον. Ν’ ακολουθούμε τα ίχνη Του. Και ν’ αγαπούμε αληθινά τους άλλους, τους συνανθρώπους μας που δεν είναι ξένοι και άγνωστοι, αλλά παιδιά του Θεού, αδελφοί μας.

Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 7 Νοεμβρίου.
Ευαγγελιστής Λουκάς η΄ 41-56.

Κείμενο:
Και ιδού ήλθεν ανήρ ω όνομα Ιάειρος, και αυτός άρχων της συναγωγής υπήρχε· και πεσών παρά τους πόδας του Ιησού παρεκάλει αυτόν εισελθείν εις τον οίκον αυτού, ότι θυγάτηρ μονογενής ην αυτώ ως ετών δώδεκα, και αύτη απέθνησκεν. Εν δε τω υπάγειν αυτόν οι όχλοι συνέπνιγον αυτόν. Και γυνή ούσα εν ρύσει αίματος από ετών δώδεκα, ήτις ιατροίς προσαναλώσασα όλον τον βίον ουκ ίσχυσεν υπ΄ ουδενός θεραπευθήναι, προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού, και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής. Και είπεν ο Ιησούς· τις ο αψάμενός μου; αρνουμένων δε πάντων είπεν ο Πέτρος και οι συν αυτώ· επιστάτα, οι όχλοι συνέχουσί σε και αποθλίβουσι, και λέγεις τις ο αψάμενός μου; Ο δε Ιησούς είπεν· ήψατό μου τις· εγώ γαρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ΄ εμού. Ιδούσα δε η γυνή ότι ουκ έλαθε, τρέμουσα ήλθε και προσπεσούσα αυτώ δι΄ ην αιτίαν ήψατο αυτού απήγγειλεν αυτώ ενώπιον παντός του λαού, και ως ιάθη παραχρήμα. Ο δε είπεν αυτή· θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εις ειρήνην. Έτι αυτού λαλούντος έρχεταί τις παρά του αρχισυναγώγου λέγων αυτώ ότι τέθνηκεν η θυγάτηρ σου· μη σκύλλε τον διδάσκαλον. Ο δε Ιησούς ακούσας απεκρίθη αυτώ λέγων· μη φοβού· μόνον πίστευε, και σωθήσεται. Ελθών δε εις την οικίαν ουκ αφήκεν εισελθείν ουδένα ει μη Πέτρον και Ιωάννην και Ιάκωβον και τον πατέρα της παιδός και την μητέρα. Έκλαιον δε πάντες και εκόπτοντο αυτήν. ο δε είπε· μη κλαίετε· ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει. Και κατεγέλων αυτού, ειδότες ότι απέθανεν. Αυτός δε εκβαλών έξω πάντας και κρατήσας της χειρός αυτής εφώνησε λέγων· η παις, εγείρου. Και επέστρεψε το πνεύμα αυτής. και ανέστη παραχρήμα, και διέταξεν αυτή δοθήναι φαγείν. Και εξέστησαν οι γονείς αυτής. Ο δε παρήγγειλεν αυτοίς μηδενί ειπείν το γεγονός.

Μετάφραση:
Τότε ήρθε κάποιος που τον έλεγαν Ιάειρο και ήταν άρχοντας της συναγωγής. Αυτός έπεσε στα πόδια του Ιησού και τον παρακαλούσε να πάει στο σπίτι του, γιατί είχε μια μοναχοκόρη δώδεκα χρόνων, που ήταν ετοιμοθάνατη. Την ώρα που ο Ιησούς βάδιζε προς το σπίτι, τα πλήθη τον περιέβαλαν ασφυκτικά. Κάποια γυναίκα, που υπέφερε από αιμοραγία δώδεκα χρόνια και είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία στους γιατρούς, χωρίς κανένας να μπορέσει να την κάνει καλά, πήγε πίσω από τον Ιησού, άγγιξε την άκρη το ρούχου του, κι αμέσως η αιμορραγία της σταμάτησε. Τότε ο Ιησούς είπε: «Ποιος με άγγιξε;» Ενώ όλοι αρνιούνταν, ο Πέτρος και όσοι ήταν μαζί του έλεγαν: «Διδάσκαλε, οι όχλοι έχουν στριμωχτεί κοντά σου και σε πιέζουν κι εσύ λες ποιος με άγγιξε;» Ο Ιησούς όμως είπε: «Κάποιος με άγγιξε, γιατί εγώ ένιωσα να βγαίνει από μένα δύναμη». Μόλις η γυναίκα είδε ότι δεν ξέφυγε την προσοχή του, ήρθε τρέμοντας κι έπεσε στα πόδια του και μπροστά σ΄ όλο τον κόσμο του είπε για ποια αιτία τον άγγιξε κι ότι είχε γιατρευτεί αμέσως. Εκείνος της είπε: «Θάρρος, κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε· πήγαινε στο καλό». Ενώ ο Ιησούς ακόμα μιλούσε, ήρθε κάποιος από το σπίτι του άρχοντα της συναγωγής και του λέει: «Η κόρη σου πέθανε· μην ενοχλείς πια το δάσκαλο». Όταν το άκουσε ο Ιησούς του είπε: «Εσύ μη φοβάσαι, μόνο πίστευε, και θα σωθεί». Φτάνοντας στο σπίτι, δεν άφησε κανέναν να μπει μέσα μαζί του, εκτός από τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, καθώς και τον πατέρα και τη μητέρα του κοριτσιού. Όλοι έκλαιγαν και τη θρηνολογούσαν. Ο Ιησούς όμως τους είπε: «Μην κλαίτε· δεν πέθανε, αλλά κοιμάται». Εκείνοι τον περιγελούσαν, βέβαιοι πως είχε πεθάνει. Ο Ιησούς, αφού τους έβγαλε όλους έξω, έπιασε το κορίτσι από το χέρι και του είπε δυνατά: «Κορίτσι, σήκω!» Το πνεύμα της επέστρεψε κι αυτή αμέσως σηκώθηκε. Ο Ιησούς τότε διέταξε να της δώσουν να φάει. Οι γονείς της έμειναν κατάπληκτοι. Εκείνος όμως τους είπε να μην πουν σε κανέναν τι είχε γίνει.

Σχόλια:

ΕΙΡΗΝΗ,
ΤΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΤΕΡΟ ΑΓΑΘΟ

«Πορεύου εν ειρήνη»

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΟΛΥΤΙΜΟΤΕΡΟ αγαθό, ωραιότερο πράγμα από την ειρήνη. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, εξυμνώντας σε μια ομιλία του την ειρήνη, αναφωνεί: «Ειρήνη φίλη, το γλυκύ και πράγμα και όνομα…Ειρήνη το εμόν μελέτημα και καλλώπισμα…Ειρήνη φίλη, το παρά πάντων μεν επαινούμενον αγαθόν, υπ’ ολίγων δε φυλασσόμενον..».
Πράγματι! Όλοι οι άνθρωποι εξυμνούμε την ειρήν, όλοι θέλουμε να επικρατεί γύρω μας, στον κόσμο ολόκληρο, η ειρήνη. Ωστόσο, δεν εργαζόμαστε πάντοτε για την επικράτηση της. Και όχι μόνο αυτό. Συχνά και πολλοί αντί για την ειρήνη υπηρετούμε τις συγκρούσεις, τις αντιπαραθέσεις, την αναστάτωση, τον πόλεμο! Ανάμεσα στους ανθρώπους. Ανάμεσα στις οικογένειες. Ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Ανάμεσα στους λαούς!
Ο Κύριος μακαρίζει τους ειρηνοποιούς (Ματθ. 5,9). Και συχνά ομιλεί για το αγαθό της ειρήνης. Αυτό κάνει και στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε. Αποτείνεται προς την αιμοροούσα γυναίκα, που λίγο πριν είχε θεραπευτεί από την χρόνια αρρώστια της, όταν «προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού». Της ζητά να έχει θάρρος και της απευθύνεται την ευχή-ευλογία: «Πορεύου εις ειρήνην». Ο Κύριος δηλαδή εύχεται η ζωή αυτής της γυναίκας να κυλά ειρηνικά. Η ειρήνη του Θεού να αποτελεί τον αχώριστο σύντροφο της.
Την ειρήνη του Θεού προσφέρει ο Χριστός και σ’ όλους εμάς τους μαθητές Του. Η διαβεβαίωση που δίνει στους Δώδεκα, λίγο πριν από το σταυρικό Του Πάθος, ισχύει και για μας: «ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν» (Ιω,14, 27). Γι’ αυτό και οι χριστιανοί κάθε φορά που συναθροιζόμαστε για να λατρεύσουμε τον Κύριο, ένα από τα πιο βασικά αιτήματα που του απευθύνουμε είναι να μας δώσει ειρήνη: «Ειρήνη τω κόσμω σου δώρησαι»! Συναγμένοι όλοι οι πιστοί τον παρακαλούμε «εν ειρήνη». Και λαμβάνοντες «άνωθεν» την ευλογία της ειρήνης αποχωρούμε «εν ειρήνη» από τις συνάξεις μας. Τι να σημαίνει τούτο άραγε; Ότι η ζωή μας ως χριστιανών πρέπει να είναι ειρηνική. Η ειρήνη του Θεού να αποτελεί το σταθερό πλαίσιο της. Η πορεία και η παρουσία μας ως μαθητών του Χριστού μέσα στον κόσμο να είναι παρουσία κατ’ εξοχήν ειρηνευμένων ανθρώπων.

1. Ειρηνευμένοι με τον Θεό Πατέρα μας

Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΕΙΝΑΙ πράγματι ένας ειρηνικός άνθρωπος, όταν είναι ειρηνευμένος και συμφιλιωμένος με τον ίδιο τον Θεό. Χωρίς τον Θεό, μακριά από τον Ιησού Χριστό, δεν υπάρχει ειρήνη. Ο άνθρωπος αδυνατεί να ειρηνεύσει. Ειρηνεύουμε όταν πιστεύουμε στον Θεό και ακολουθούμε το θέλημα Του. Ειρηνεύουμε όταν μέσα μας κατοικεί ο Χριστός, διότι η ειρήνη του χριστιανού τελικά είναι ο ίδιος ο Κϋριος, καθώς γράφει ο απόστολος Παύλος: «Αυτός γαρ εστιν η ειρήνη ημών» (Εφ. 2,14). Γι’ αυτό ακριβώς και ο Μ. Βασίλειος επισημαίνει ότι «ο ζητών ειρήνην, Χριστόν εκζητεί, ότι αυτός εστιν η ειρήνη». Ειρηνεύουμε όταν αγωνιζόμαστε εναντίον του πονηρού. «Αν τω διαβόλω πολεμώμεν», διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «ειρηνεύομεν τω Θεώ».
Καθώς διδάσκει ο απόστολος Παύλος, η ειρήνη στη βαθύτερη υπόσταση της αποτελεί καρπόν του Αγίου Πνεύματος (Γαλ. 5, 22). Και αποδίδουμε αυτόν τον καρπό όταν μέσα μας κατοικεί το πνεύμα του Θεού. Αλλά προϋπόθεση της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος μέσα μας είναι η αφοσίωση και η υπακοή μας στο νόμο του Θεού. Και όταν αυτό γίνεται, τότε έρχεται και η ειρήνη: «Ειρήνη πολλή τοις αγαπώσι τον νόμον σου, Κύριε» (Ψαλ. 118,165). Δηλαδή, ειρήνη πολλή βασιλεύει στην καρδιά εκείνων που αγαπούν και τηρούν τον νόμο του Κυρίου. Πολύ σοφά και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρατηρεί ότι η ειρήνη πηγάζει από την γνώση του αληθινού Θεού και από την απόκτηση της αρετής: «Ουδέν γαρ ούτως ποιείν είωθεν, ως η του Θεού γνώσις, και η της αρετής κτήσις».

2. Ειρηνευμένοι με τους αδελφούς μας

ΩΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ οφείλουμε – όσο γίνεται, όσο εξαρτάται από μας – να ειρηνεύουμε με όλους τους ανθρώπους (Ρωμ. 12, 18). Πορεύομαι εν ειρήνη σημαίνει ότι επιδιώκω να έχω ειρηνικές σχέσεις με τους άλλους, ότι προσπαθώ να συμπεριφέρομαι σε κάθε περίσταση με τρόπο ειρηνικό. Ειρηνικοί στο σπίτι μας. Μέσα στην οικογένεια μας. Ειρηνικοί στο χώρο της εργασίας μας. Ειρηνικοί στις κοινωνικές μας συναναστροφές. «Ειρήνην διώκετε μετά πάντων» μας συμβουλεύει ο απόστολος Παύλος (Εβρ. 12, 14).
Όμως ας μην το θεωρούμε ευκολοκατόρθωτο πράγμα. Χωρίς ειλικρινή αγάπη στην καρδιά, χωρίς ανεκτικότητα προς τους άλλους, ειρήνη δεν μπορεί να υπάρξει. Η ειρήνη στις διαπροσωπικές σχέσεις προϋποθέτει πολλήν αυταπάρνηση. Απαιτεί να εμφορούμαστε από πνεύμα θυσίας. Και αν βλέπουμε σήμερα να απουσιάζει από τις σχέσεις καιτη συμπεριφορά πολλών ανθρώπων η ειρήνη, αυτό οφείλεται στη φιλαυτία και τον εγωισμό που φωλιάζει στην καρδιά μας.

3. Ειρηνευμένοι με τον ίδιο τον εαυτό μας

Η ΕΙΡΗΝΗ ΔΕΝ είναι μια εξωτερική κατάσταση, είναι προπάντων κατάσταση εσωτερική, υπόθεση της καρδιάς του ανθρώπου. Και όταν η καρδιά μας ειρηνεύει, τότε η ειρήνη σφραγίζει και την εξωτερική μας συμπεριφορά. Διαποτίζει και τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Γι’ αυτό και βασική επιδίωξη μας θα πρέπει να είναι η ειρήνευση της καρδιάς, η ειρήνευση των λογισμών μας. Διότι όταν αφήνουμε τα πάθη να συνταράζουν την καρδιά, όπως τα αφρισμένα κύματα στη θάλασσα, όταν επιτρέπουμε οι ακάθαρτοι λογισμοί να αναστατώνουν τον νου, τότε μέσα μας δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη.
Μισούμε; Η καρδιά ταράζεται από το μίσος. Θυμώνουμε; Ο θυμός διώχνει από μέσα μας την ειρήνη. Κατακρίνουμε; Η κατάκριση αναστατώνει το λογισμό. Υποκύπτουμε στη φιληδονία; Αναταράζονται οι εμπαθείς επιθυμίες και επαναστατεί η σάρκα. Η ειρήνη, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, προϋποθέτει «την κατά των παθών δεσποτείαν», δηλαδή την υπερνίκηση των διαφόρων παθών. Και όπως γράφει ένας άλλος από τους πνευματικούς διδασκάλους μας, «η ειρήνη του Χριστού δεν μας παρακινεί να ειρηνεύσουμε με τους άλλους μόνο, αλλά και με τον εαυτό μας, ώστε η σάρκα να μην επαναστατεί εναντίον της ψυχής». Ο απόστολος Παύλος παρομοιάζει την ειρήνη με φρουρό. Και γράφοντας προς τους χριστιανούς των Φιλίππων εύχεται η ειρήνη του Θεού να φρουρεί τις καρδιές μας (Φιλ. 4, 7).

* * *

Αδελφοί μου,
Καθημερινά όλοι μας διαπιστώνουμε τη ζουγκλοποίηση των ανθρωπίνων σχέσεων. Όλοι μας επισημαίνουμε την απουσία της ειρήνης και της αλληλοκατανόησης στη συμπεριφορά των περισσοτέρων.
Τι πρέπει, λοιπόν, να γίνει; Είναι απλό, και μας το υποδεικνύει σήμερα ο λόγος του Κυρίου: Να πορευόμαστε εν ειρήνη. Να ειρηνεύουμε μεταξύ μας. Η ειρήνη του Θεού να βασιλεύει στην καρδιά μας και να διέπει τη συμπεριφορά μας.

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010


Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 31 Οκτωβρίου
Ευαγγελιστής Λουκάς ις΄19-31 [ Του πλουσίου και του φτωχού ].


Κείμενο
Άνθρωπος δε τις ην πλούσιος, και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ΄ ημέραν λαμπρώς. Πτωχός δε τις ην ονόματι Λάζαρος, ος εβέβλητο προς τον πυλώνα αυτού ηλκωμένος και επιθυμών χορτασθήναι από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου· αλλά και οι κύνες ερχόμενοι απέλειχον τα έλκη αυτού. Εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενεχθήναι αυτόν υπό των αγγέλων εις τον κόλπον Αβραάμ· απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. Και εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού, υπάρχων εν βασάνοις, ορά τον Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού. Και αυτός φωνήσας είπε· πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον Λαζαρον ίνα βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού ύδατος και καταψύξη την γλώσσάν μου, ότι οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη. Είπε δε Αβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και Λάζαρος ομοίως τα κακά· νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι· και επί πάσι τούτοις μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστήρικται, όπως οι θέλοντες διαβήναι ένθεν προς υμάς μη δύνωνται, μηδέ οι εκείθεν προς ημάς διαπερώσιν. Είπε δε· ερωτώ ουν σε, πάτερ, ίνα πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου· έχω γαρ πέντε αδελφούς· όπως διαμαρτύρηται αυτοίς, ίνα μη και αυτοί έλθωσιν εις τον τόπον τούτον της βασάνου. Λέγει αυτώ Αβραάμ· έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας· ακουσάτωσαν αυτών. Ο δε είπεν· ουχί, πάτερ Αβραάμ, αλλ΄ εάν τις από νεκρών πορευθή προς αυτούς, μετανοήσουσιν. Είπε δε αυτώ· ει Μωϋσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται.


Μετάφραση:
«Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό. Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές. Αυτός προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλυφαν τις πληγές. Πέθανε ο φτωχός, και οι άγγελοι τον πήραν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και θάφτηκε. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά τον Αβραάμ και κοντά του τον Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δάχτυλού μου και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ΄ αυτή τη φωτιά. Κι ο Αβραάμ του απάντησε: παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα όμως αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ υποφέρεις. Κι εκτός απ΄ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σ΄ εσάς να μην μπορούν, ούτε οι από εκεί να περάσουν σ΄ εμάς. Είπε πάλι ο πλούσιος: τότε σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει τους πέντε αδερφούς μου, ώστε να μην έρθουν κι αυτοί σ΄ αυτό τον τόπο των βασάνων. Ο Αβραάμ του λέει: έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών· ας υπακούσουν σ΄ αυτά. Εκείνος τότε του είπε: όχι, πατέρα μου Αβραάμ· αν όμως κάποιος από τους νεκρούς πάει σ΄ αυτούς, θα μετανοήσουν. Του είπε ο Αβραάμ: αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, δε θα πειστούν ούτε κι αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς».


Σχόλια:

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΛΟΥΤΟΣ

«Άνθρωπος τις ήν πλούτος…»

ΔΥΟ ΑΠΟ ΤΙΣ βασικότερες ανάγκες του ανθρώπου είναι η τροφή και το ένδυμα. Η τροφή για να αυξηθεί και να συντηρηθεί το σώμα. Το ένδυμα για να καλύψουμε τη γυμνότητα του και να το προστατεύσουμε από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Μέσα στα πλαίσια των δυο αυτών αναγκών οι άνθρωποι αγωνιζόμαστε για να εξασφαλίσουμε τη διατροφή και την ενδυμασία μας. Όμως αν δεν προσέξουμε, ο αγώνας αυτός μπορεί να διαστρέψει τις δυο φυσικές ανάγκες και να τις μεταβάλλει σε φοβερά τυραννικά πάθη. Το ένδυμα και η ανάγκη του να γίνει πολυτέλεια που προκαλεί, χλιδή που διαφθείρει, ματαιοδοξία βδελυκτή στα μάτια του Θεού. Και η τροφή και η λήψη της να μεταβληθεί σε κοιλιοδουλία, κυνήγι της ηδονής, κολακεία της σάρκας.
Τον κίνδυνο αυτό μας επισημαίνει σήμερα ο Κύριος με την παραβολή του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου που ακούσαμε. Και θέλοντας να ξυπνήσουμε όλοι όσοι περιπέσαμε στο λήθαργο της ματαιόδοξης πολυτέλειας και της λατρείας των αναγκών του σώματος, μας παρουσιάζει και τις οδυνηρές μεταθανάτιες συνέπειες, που συνεπάγεται μια ζωή που κύλησε μέσα στην εγωπαθή ικανοποίηση των ατομικών αναγκών και τη σκληροκαρδία απέναντι στον πόνο και στη δυστυχία των άλλων. Των εν Χριστώ αδελφών μας. Των συνανθρώπων μας.

Καλός ή κακός ο πλούτος;

«ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΙΣ ήν πλούσιος…». Έτσι αρχίζει την παραβολή Του ο Κύριος. Αντίθετα με ό,τι κάνει για τον φτωχό Λάζαρο, για τον πλούσιο απαξιώνει να αναφέρει το όνομα του. Και μας περιγράφει με ζωηρά χρώματα την εγκόσμια πορεία του. Το πώς έζησε και πως συμπεριφέρθηκε. Του απαγγέλλει σοβαρό κατηγορητήριο και μας τον παρουσιάζει βαριά τιμωρημένη στη μεταθανάτια ζωή. Γιατί τάχα; Επειδή άραγε ήταν πλούσιος; Μήπως ο πλούτος και τα υλικά αγαθά είναι πράγματα απαράδεκτα και κατακριτέα από τον Θεό;
Ασφαλώς όχι. Ο πλούτος και τα υλικά αγαθά αυτά καθεαυτά δεν είναι καταδεικαστέα. Το πρόβλημα βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο τα χρησιμοποιούμε. Στο πως διαχειριζόμαστε τον πλούτο που, φυσικά, αποκτήσαμε με τον έντιμο μόχθο μας. Στο ποια θέση του δίνουμε μέσα στη ζωή μας. Διότι πρέπει να ομολογήσουμε ότι η καρδιά του ανθρώπου εύκολα αιχμαλωτίζεται από τα πλούτη. Κουρσεύεται από το πάθος της φιλαργυρίας. Παρασύρεται από την ματαιότητα του κόσμου και κυριεύεται από τη φιληδονία. Και τότε λησμονεί τον Θεό και γίνεται άκαρδος και σκλήρός προς τους συνανθρώπους του. «Πρόσεξε», φωνάζειο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη, «μήπως αφού φας και χορτάσεις τα αγαθά της γης, και χτίσεις όμορφα και πολυτελή σπίτια και κατοικήσεις σ’ αυτά…κι αυτξηθεί το χρυσάφι και το ασήμι σου…, υπερηφανευτεί η καρδιά σου και λησμονήσεις τον Κύριο και Θεό σου» (Δευτ. 8, 11-14).
Αυτό ακριβώς έπαθε και ο πλούσιος της παραβολής. Έγινε αιχμάλωτος του πλούτου του. Λησμόνησε τον Θεό και διέγραψε τους άλλους ανθρώπους από τον ορίζοντα της ζωής του. Με δυο αδρές πινελιές ο Κϋριος μας ζωγραφίζει την κατάσταση του.

Χλιδή και κοιλιοδουλία,
δυο φοβερά κακά του πλούτου

«ΕΝΕΔΙΔΥΣΚΕΤΟ πορφύραν και βύσσον». Ο πλούσιος της παραβολής κυριεύτηκε από την πολυτέλεια. Η ανάγκη του ενδύματος του έγινε τυραννικό πάθος. Φορούσε ενδύματα από τα πιο ακριβά, καμωμένα από βύσσο των Ινδιών και βαμμένα με πορφύρα της Φοινίκης. Ενδύματα δηλαδή, πολυτελή, βαρύτιμα και σπάνια. Έτσι ειδωλοποίησε το σώμα του. Κόμπαζε στολισμένος. Επιδειχνόταν προκλητικά. Αυτοθαυμαζόταν. Και επιδίωκε να τον θαυμάζουν και οι άλλοι. Και να τον επαινούν οι διάφοροι κόλακες.
«Ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς». Ο πλούσιος του Ευαγγελίου δεν ήταν μόνο ματαιόδοξος. Ήταν και κοιλιόδουλος. Λάτρευε την κοιλιά του. Ανήκε στην κατηγορία εκείνων, «ών ο Θεός η κοιλία», όπως γράφει ο Απόστολος (Φιλ. 3, 19). Γι’ αυτό και ζούσε «ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς». Πόσα και πόσα δεν περιλαμβάνει ο λόγος αυτός του Κυρίου! Φαγητά σπάνια και γαργαλιστικά. Ποτά μυρωδάτα και μεθυστικά. Πλήθη κολάκων να συντρώγουν μαζί του. Ποτήρια να τσουγκρίζονται, πιάτα να σπάνε, γέλια ηχηρά, βωμολοχίες, αισχρότητες. Και όλα αυτά όχι σπάνια. Όχι σε αραιά, επιτέλους, διαστήματα αλλά «καθ’ ημέραν», καθημερινά. Οι πολλοί τρώνε για να ζουν. Εκείνος ο ταλαίπωρος ζούσε για να τρώει. Σύνθημα ζωής γι’ αυτόν ήταν το στολίδι και η επίδειξη, το φαγοπότι και το ξεφάντωμα. Το ένδυμα και η τροφή, δυο φυσιολογικές ανάγκες, είχαν πλήρως διαστραφεί. Και είχαν γίνει πάθη αποκρουστικά που αιχμαλώτισαν την καρδιά του!
Ο Κύριος για να εκφράσει εντονώτερα τη ζοφερή κατάσταση της ψυχής του πλουσίου, μας δίνει ευθύς αμέσως και την εικόνα του φτωχού και δυστυχισμένου Λαζάρου. Στεκόταν παραπεταμένος στην εξώπορτα του μεγάρου του πλουσίου, ρακένδυτος και πληγιασμένος. Και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα του τραπεζιού που πετούσαν οι υπηρέτες. Ο πλούσιος τον έβλεπε καθημερινά. Και όμως έμενε ψυχρός και αδιάφορος. Δεν μπόρεσε να εννοήσει το χρέος του. Δεν ξύπνησε από τον λήθαργο της εγωπάθειας του.

Η προκλητική πραγματικότητα της εποχής μας

ΟΜΩΣ ΑΣ αφήσουμε τον πλούσιο της παραβολής και ας έρθουμε στην εποχή μας. Πολύ φοβούμαι, λοιπόν, ότι και σήμερα – και όχι μόνο οι πλούσιοι αλλά λίγο-πολύ όλοι μας – πάσχουμε από τη διπλή αυτή αρρώστια του πλουσίου της παραβολής, την επιδεικτική πολυτέλεια και τη ζωώδη κοιλιοδουλία. Διαστρέψαμε δυο φυσικές ανάγκες, όπως είναι το ένδυμα και η τροφή, με αποτέλεσμα να γίνουμε δούλοι της πολυτέλειας, σκλάβοι της μεγάλης αφέντισσας που ακούει στο όνομα κοιλιά!
Η σημερινή κοινωνία είμαστε μια κοινωνία πολυτέλειας, επιδείξεως και σπατάλης. Ο άνθρωπος σήμερα ντύνεται με τον ένα ή τον άλλον τρόπο όχι γιατί το επιβάλλει η ανάγκη αλλά η θεοποιημένη μόδα και ο συρμός. Ντύνεται ή γδύνεται – αναλόγως! – διότι έτσι αποφασίζουν σκοτεινά και ύποπτα κέντρα ή πανίσχυρα οικονομικά συμφέροντα. Ανυπολόγιστο χρήμα ξοδεύεται κάθε χρόνο για να στολιστεί το σαρκίο σύμφωνα με τις επιταγές της θεάς μόδας. Αμύθητα ποσά για κοσμήματα. Χρόνος και χρήμα στους νεοειδωλολατρικούς ναούς της εποχής – τα «ινστιντούτα καλλονής», «αισθητικής», και πολλά άλλα.
Αλλά και στη λατρεία της κοιλιάς δεν υστερούμε. Χρήμα, χρήμα άφθονο ξοδεύεται για να φάμε και να πιούμε ό,τι πιο σπάνιο, ό,τι πιο πολυτελές. Περιουσίες ολόκληρες θυσιάζονται για την κοιλιά και τις άλλες αισχρές ηδονές που αναπότρεπτα συνδέονται με το φαγοπότι. Βάκχος και Αφροδίτη λατρεύονται πάντοτε μαζί. Λέγεται ότι στην Αμερική και την Ευρώπη ξοδεύονται για διασκεδάσεις πολύ περισσότερα από όσα ξοδεύονται για να τραφεί ολόκληρος ο πληθυσμός της γης!
Και όλα αυτά, όταν ανάμεσα μας, πολύ κοντά μας – η γη μας δεν είναι παρά μια μεγάλη γειτονιά – χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά από την πείνα, όταν εκατομμύρια παιδιά πεινούν και υποσιτίζονται, ζούν κάτω από άθλιες συνθήκες, στερούνται τα πιο απαραίτητα πράγματα για να επιβιώσουν. Όλοι αυτοί είναι οι σύγχρονοι Λάζαροι. Και στέκονται πολύ κοντά μας. Ανάμεσα μας. Μπορούμε να τους δούμε. Αρκεί τα μάτια μας – τα μάτια της ψυχής κυρίως – να είναι ανοιχτά!

* * *
Αδελφοί μου,
Δεν ήταν τα πλούτη του για τα οποία κατακρίθηκε από τον Θεό ο πλούσιος. Ήταν η προσήλωση του σ’ αυτά. Ήταν ο τρόπος που τα διαχειρίστηκε. Ήταν η πολυτέλεια και η κοιλιοδουλία του. Ήταν η αναλγησία του μπροστά στον πόνο και τη δυστυχία του φτωχού Λαζάρου. «Ακουέτωσαν ταύτα οι πλούσιοι», φωνάζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. «Μάλλον δε ουχί οι πλούσοι, αλλ’ οι ανελεήμονες. Ου γαρ επειδή πλούσιος ήν εκολάζετο, αλλ’ επειδή ουκ ηλέησεν. Ένεστι γαρ πλουτούντα και ελεούντα τυχείν παντός αγαθού».
Γι’ αυτό μακριά από μας η πολυτέλεια και η κοιλιοδουλία. Ασφαλώς θα ντυθούμε και θα φάμε και θα πιούμε. Όμως πάντοτε με μέτρο, απλά και λιτά. «Έχοντες διατροφάς και σκεπάσματα», λέει ο Απόστολος του Θεού, «τούτοις αρκεσθησόμεθα» (Α’ Τιμ. 6,7). Δεν είναι σκοπός της ζωής η ενδυμασία και η τροφή. Είναι μέσα. Δεν ζούμε για να τρώμε. Τρώμε για να ζούμε. Και για να είναι οι καρδιές και τα χέρια ανοιχτά στον πόνο και τις ανάγκες των συνανθρώπων μας, των ελαχίστων αδελφών του Κυρίου.

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010


Ο Αγιος Δημήτριος ο Μεγαλομάρτυς.



Ο άγιος μεγαλομάρτυρας Δημήτριος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έζησε κατά τους χρόνους τουΑυτοκράτορα Διοκλητιανού και του Τετράρχη Γαλερίου Μαξιμιανού (284-305μ.Χ), εποχή κατά την οποίαέγινε φοβερός διωγμός κατά των χριστιανών. Ήταν επιφανέστατο μέλος της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, Δούκας της πόλης και Στρατηγός όληςτης Θεσσαλίας. Ο Δημήτριος που κατάγονταν από ευσεβή οικογένεια, δε φοβήθηκε από τα διατάγματα των αυτοκρατόρων και συνέχισε να κηρύττει τον ευαγγελικό λόγο, οδηγώντας στην πίστη πολλούςειδωλολάτρες. Όταν ο Μαξιμιανός έμαθε για την χριστιανική δράση του Δημητρίου διέταξε να συλληφθείκαι να οδηγηθεί μπροστά του. Ο Δημήτριος δε δίστασε να ομολογήσει τη χριστιανική του πίστη, παρόλο που γνώριζε τα φρικτάβασανιστήρια στα οποία υποβάλλονταν οι χριστιανοί. Αρχικά φυλακίστηκε σε ένα τόπο ακάθαρτο, σ' ένα παλαιό λουτρό στα υπογεια του οποίου χύνονταν ακάθαρτα περιττώματα. Στο βρωμερό αυτό τόπο ο άγιος παρέμεινε στερημένος τη συναναστροφή των ανθρώπων, αλλά παρηγορούμενος από το Θεό. Αυτότον καιρό διεξάγονταν αθλητικοί αγώνες στη Θεσσαλονίκη προς τιμή του αυτοκράτορα, ένας από τους συμμετέχοντες, ανθρωπος του Μαξιμιανού, που ονομάζονταν Λυαίος, κόμπαζε πως ήταν ανίκητος καιπαράλληλα χλέβαζε τους χριστιανούς καλώντας τους να αναμετρηθούν μαζί του. Ένας νεαρός στρατιώτηςκαι κρυφός μαθητής του Δημητρίου, που ονομάζονταν Νέστωρας επισκέφθηκε το Δημήτριο στη φυλακή και του ζήτησε να προσευχηθεί για να τον βοηθήσει ο Κύριος μας να αντιμετωπίσει τον Λυαίο. Ο άγιος αφού προσευχήθηκε και του είπε: "Ύπαγε και τον Λυαίο θα νικήσεις και υπέρ Χριστού θα μαρτυρήσεις". Ο Νέστωρας τότε παρουσιάστηκε στο στάδιο και ζήτησε να αναμετρηθεί με τον φοβερό Λυαίο. Μάταια προσπάθησαν να τον μεταπείσουν. Όταν ο Τετράρχης είδε πως δεν τον άκουε τον άφησε νααντιμετωπίσει τον γιγαντόσωμο Λυαίο. Αυτός πλησίασε τον Λυαίο και φωνάζοντας "Ο Θεός του Δημητρίου βοήθει μοι" του κατάφερε ένα φοβερό χτύπημα με το σπαθί στη καρδία και αυτός αμέσως σωριάστηκε νεκρός. Ο Μαξιμιανός αφού πληροφορήθηκε τα γεγονότα θεώρησε υπεύθυνο τον Δημήτριο και διέταξε νατους σκοτώσουν και τους δύο αμέσως. Έτσι ο άγιος Νέστωρας αποκεφαλίστηκε έξω από τη λεγόμενηΧρυσή Πύλη. Ο Δημήτριος που βρίσκονταν ακόμα στο λουτρό φυλακισμένος μόλις είδε τους στρατιώτεςνα έρχονται σήκωσε το δεξί του χέρι και οι στρατιώτες τον λόγχευσαν στην πλευρά, έτσι έμοιασε στονΚύριο μας, τον γλυκύτατο Ιησού που και αυτός είχε λογχευθεί στην πλευρά, ύστερα οι στρατιώτες των λόγχευσαν σε όλο του το σώμα. Έτσι τελειώθηκε ο άγιος Δημήτριος δεχόμενος το μαρτυρικό στεφάνι. Κάποιοι ευλαβείς χριστιανοί ήρθαν κρυφά και ένταφίασαν το σώμα του αγίου στον ίδιο τον τόπο του μαρτυρίου, στο βρωμερό λουτρό που έμμελε πλέον να γίνει ιατρείο ψυχών και σωμάτων. Κάποιοςμάλιστα φίλος του αγίου που ονομάζονταν Λούπος και ήταν παρόν την ώρα του μαρτυρίου όταν έφυγανοι στρατιώτες, πήγε γρήγορα και έβγαλε το δαχτυλίδι και το πανωφόρι του αγίου και τα έβαψε στο αίματου. Με αυτά ενεργούσε πολλά θαύματα: αρρώστους ιάτρευε, δαιμονισμένους θεράπευε. Ο Μαξιμιανός μόλις έμαθε αυτά έστειλε στρατιώτες και τον αποκεφάλισαν σε κάποιον τόπο ονομαζόμενο Τριβουνάλιο.